Σπύρος λέγομαι. Χάρηκα και λοιπά. Στην τσέπη μου καπνός, κινητό, κάρτα ανεργίας, ταυτότητα. Τα τελείως απαραίτητα που λένε. Μερικές φορές ξυπνάω στον ύπνο μου και γράφω. Μανιασμένα, ενθουσιασμένα, σαν να εκρήγνυται κάτι μέσα μου. Μπορεί και να συμβαίνει, δε με νοιάζει. Άλλες πάλι ανοίγω τον εκάστοτε κειμενογράφο και περιμένω -περίπου 2 τσιγάρα χρόνο- να βρω την πρώτη λέξη. Τις περισσότερες βέβαια, μαζί με το σβήσιμο του δεύτερου τσιγάρου, σβήνει και η κάθε πιθανότητα γραψίματος, δημιουργίας. Δε με νοιάζει ούτε αυτό. Και τώρα κάπως έτσι είναι. Λίγο άγχος, λίγη ένταση από τους καφέδες, λίγη πίκρα στη γλώσσα από τα τσιγάρα, λίγη μουσική, λίγη ανυπομονησία για το βράδυ. [Βασικά η αλήθεια είναι ότι το "πολύ" θα αντικαθιστούσε τέλεια το "λίγο/λίγη" αλλά αποφάσισα να μην είμαι τόσο γενναιόδωρος για λίγο ή πολύ]. Που είχα μείνει; Α! Στο σημείο που ψάχνω αφορμή να γράψω κάτι.
Χίλια και (+) χιλιόμετρα μετά… Κάπου ανάμεσά σας κι εγώ. Κάπου ανάμεσά μας και το βλέμμα του. Ή της. Μια χειραψία, ένα “μπράβο“, μια τράκα, ένα συγγνώμη μετά το σκούντημα, ένα “ελάτε πιο κει να μιλήσουμε“, ένα “θα περιμένω mail“, ένα κοίταγμα πίσω από την πλάτη που διαρκεί περισσότερο από όσο υπολογίζεις (ξεκάθαρα), σκόνη στα παπούτσια. Ένα ταξίδι που δε ξεχνιέται. Με λίγα λόγια, τα ίδια τα τραγούδια μας.
Αν πιστεύεις πως βρίσκεσαι κάπου μέσα σ’ όλο αυτό, απλά χαμογέλασε ένα δευτερόλεπτο μπροστά στην οθόνη και πες μου βουβά “Καλή Αντάμωση“.