Πιο παλιά λέγαμε, ως κοινωνικοί επιστήμονες, πως το σχολείο κατέχει κεντρική θέση στους μηχανισμούς αναπαραγωγής της κοινωνίας. Και εννοούσαμε βέβαια πως το σχολείο διαμορφώνει και αναπαράγει την εθνική ταυτότητα τόσο μέσα από τη διδασκαλία της ιστορίας όσο και μέσα από τα σύμβολα γενικότερα (τελετές, εθνικές επέτειοι, συμβολικές χρονολογίες κ.λπ). Επίσης, αναρωτιόμασταν, αν δίνονται σε όλους ίσες δυνατότητες πρόσβασης στη γνώση που παρέχεται. Ένα υπερεκτιμημένο όμως ψευδο-ερώτημα που, πέραν του ότι αποπροσανατολίζει την κοινή γνώμη περί «καλών» ή «κακών» σχολείων και άρα «καλών» ή «κακών» εκπαιδευτικών, θέτει και στο απυρόβλητο την ίδια τη λεγόμενη «γνώση» που παρέχεται, αφού προσπερνά το πραγματικό ερώτημα, «τι είναι γνώση;». Έτσι καλλιεργείται η ψευδαίσθηση της απόλυτης και αντικειμενικής «γνώσης», που τάχα μόνο η «επίσημη» εκπαίδευση παρέχει. Τέλος, λέγαμε επιπλέον, ως κοινωνιολόγοι, πως οι τίτλοι σπουδών είναι εγγυήσεις «νοημοσύνης», οι οποίοι ήρθαν να αντικαταστήσουν τους παλαιούς τίτλους ευγενείας (που χαρακτήριζαν τη φεουδαρχική κοινωνία) ή, ακόμη, τους τίτλους ιδιοκτησίας.
[Φιλοσοφία της Οικονομίας – κύκλος I, μάθημα 14ο, 24/6/2010]
Ο δοτός ρόλος της επιστήμης
Η επιστήμη, θεωρητικά τουλάχιστον, οφείλει να ασχολείται με την αναζήτηση της αλήθειας. Σήμερα όμως, στην πραγματικότητα, ενδιαφέρεται περισσότερο για την αναζήτηση του μεγαλύτερου κέρδους, προς όφελος της απανταχού εξουσίας και σε βάρος των απλών και αδαών ανθρώπων (δηλαδή, των καθημερινών ανθρώπων που δεν εμπλέκονται στα τερτίπια της εξουσίας), που είναι ανίκανοι να προβούν σε εποικοδομητικές αλλαγές.
Ο πρωταρχικός εχθρός για την πρόοδο της γνώσης είναι η ίδια η δομή της επιστήμης: σχεδόν πάντοτε αποδείχθηκε άκαμπτη ενώπιον των αλλαγών. Μόνιμα εξαρτάται από τα συμφέροντα της εκάστοτε εξουσίας και με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο, προσπαθεί να αποκομίσει οφέλη από τη γοητεία που ασκεί στην κοινωνία. Διότι ο άνθρωπος, φύσει και θέσει, φοβάται οτιδήποτε δεν γνωρίζει. Και αυτόν ακριβώς τον φόβο έρχεται να διασκεδάσει (δηλαδή να διαλύσει) η επιστήμη.
Όμως, ο ρόλος της, ως «σοφού πατέρα» – αποκλειστικού κατόχου της αλήθειας στις μέρες μας – τουλάχιστον στον δυτικό κόσμο, βρίσκεται σε ένα σημείο καμπής. Νέες ασύλληπτες ανατροπές στην παραδοσιακή γνώση οδηγούν τις γενιές των νέων επιστημόνων στην απογαλάκτισή τους από το επιστημονικό και ακαδημαϊκό κατεστημένο. Αρχίζουν ίσως να κατανοούν πως η γνώση ανθεί μόνο όπου και όταν οι ανακαλύψεις της δεν σχετίζονται με την εξουσία και τον πλούτο.
Πράγματι, υπήρξαν περίοδοι στην ιστορία της γνώσης κατά τις οποίες ομάδες ανθρώπων με εκπληκτικές διαισθητικές ικανότητες πέτυχαν να ενώσουν τις γνώσεις, την ευφυΐα και τις δυνάμεις τους και να δημιουργήσουν, να παράξουν γνώση δίχως ιδιαίτερα εμπόδια. Στις υπόλοιπες περιόδους η γνώση υπήρξε στατική, εξουσιαστική και απλά θεραπαινίδα των αφεντικών της.
Κατά «παράδοξο» τρόπο, όλοι οι διαισθητικοί φιλόσοφοι-επιστήμονες που προήγαγαν τη γνήσια γνώση, πήγαν κόντρα στην κοινή λογική της επίσημης επιστήμης. Κοινή λογική που επιβάλλουν οι κανόνες που φτιάχνει ο ίδιος ο δυτικός ταξικός πολιτισμός για τους υπηκόους του. Έτσι, για να αναφερθούμε μόνο στα πιο πρόσφατα παραδείγματα, από τους τρεις «θεωρητικούς της υποψίας» – όπως είθισται να τους ονομάζουμε – Μαρξ, Νίτσε, Φρόυντ, έως τους γνωστούς φυσικούς-μαθηματικούς (με φιλοσοφικές προεκτάσεις) Μπορ, Αϊνστάιν, Πλανκ, Χάιζεμπεργκ, τον μεγάλο Γκέντελ (με το περίφημο θεώρημά του της Μη Πληρότητας κ.ά., όλοι τους συνέβαλαν στο να απομυθοποιηθεί και να αποδομηθεί η υποκριτική ιδεολογία του δυτικού πολιτισμού, που λογίζεται τάχα ως «επιστημονική γνώση».
Σήμερα βιώνουμε την αρχή του τέλους ή το τέλος της αρχής;…
Τι έχουμε σήμερα στον επίσημο χώρο της επιστημονικής γνώσης; Το βαρύγδουπο τίποτε. Για παράδειγμα, ας πάρουμε την ιατρική που φαντάζει παντοδύναμη και που στην πραγματικότητα δεν είναι παρά ένας γίγαντας με πήλινα πόδια. Γιατί η πικρή αλήθεια λέει πως η ιατρική βρίσκεται ακόμη, παρά τις φαινομενικές της επιτυχίες, σε εξαιρετικά στοιχειώδη επίπεδα γνώσης, αφού η πρόοδός της ανακόπτεται από την ίδια της την εγκληματική πλεονεξία.
Οι κολοσσιαίες, πολυεθνικές φαρμακευτικές εταιρίες συνεχώς παράγουν νέες χρυσοφόρες πατέντες συνθετικών φαρμάκων, τα οποία όμως ελάχιστη σχέση έχουν με την πραγματική εξέλιξη: η φαρμακευτική απόκτησε πλούτη και δύναμη παρεμβαίνοντας μονάχα σε ένα από τα στοιχεία της ανθρώπινης ύπαρξης. Σε εκείνο που εκδηλώνεται μέσω χημικών αντιδράσεων – και που προφανώς προσφέρει τα μεγαλύτερα κέρδη μέσω της χρήσης φαρμάκων.
Τρέμουν λοιπόν οι πολυεθνικές των φαρμάκων μη χάσουν την εξουσία και τα πλούτη τους. Για αυτό έχουν τοποθετήσει τους υποστηρικτές τους σε νευραλγικά σημεία εξουσίας και πληροφοριών για να «εξευτελίζουν» με κάθε τρόπο ό,τι δεν προέρχεται από τους δικούς τους κόλπους.
Το ίδιο παρατηρείται και στη θεωρητική φυσική για παράδειγμα. Ιλιγγιώδη ποσά ξοδεύονται για την έρευνα και την υποτιθέμενη ανακάλυψη της λεγόμενης Θεωρίας των Πάντων. Η θεωρία που υπόσχεται ότι θα ερμηνεύσει με ένα απλό και κομψό μαθηματικό τύπο ολόκληρο το σύμπαν. Φυσικά, άλλοι στόχοι επιδιώκονται με την εν λόγω έρευνα, αλλότριοι και ξένοι προς την ίδια τη γνώση της βαθιάς δομής του σύμπαντος. Επειδή ακριβώς δεν μπορεί να επιλυθεί καμία βασική εξίσωση, αν προηγουμένως δεν γνωσθεί η πρωταρχική και κυριότερη μεταβλητή της.
Στην προκειμένη περίπτωση, καμία θεωρία των πάντων δεν μπορεί να υπάρξει, αν προηγουμένως δεν ανακοινωθεί η θεωρία της κοινωνικής συνείδησης, που είναι όρος sine qua non (δηλαδή, εκ των ων ουκ άνευ) για αυτήν. Εννοείται βέβαια, πως οι όποιες ανακαλύψεις από το πείραμα του CERN σε βάθος χρόνου, θα αφορούν πρωτίστως στα υπερκέρδη των πολυεθνικών εταιριών που σχετίζονται με τον έλεγχο της υψηλής τεχνολογίας και τεχνογνωσίας.
Κατά συνέπεια, τι μπορούμε σήμερα εμείς να πούμε και να κάνουμε; Σήμερα λοιπόν, κανονικά μιλώντας και πράττοντας, όλοι σχεδόν οι χρήσιμοι μύθοι, όλοι δηλαδή οι ιδεολογικοί κανόνες της δυτικής κυριαρχίας, κυριολεκτικά καταρρίπτονται. Είναι μπροστά μας σωριασμένοι, αλλά ακόμα εμείς δεν έχουμε ανοίξει τα μάτια μας για να τους δούμε. Οι δύο βασικοί πυλώνες του πολιτισμού της κυριαρχίας και του καταναγκασμού – η Εκκλησία και η Επιστήμη – έχουν φθαρεί ανεπανόρθωτα και έχουν σχεδόν διαλυθεί.
Η αλλαγή στη γνώση του κόσμου, οδηγεί όχι μόνο τον δυτικό αλλά και τον δυτικότροπο άνθρωπο να «επαναστατήσει» κατά των παραδοσιακών φερέφωνων της αλήθειας: η ασφυκτική επιρροή της Εκκλησίας είναι λιγότερο πρόδηλη και η Επιστήμη αρχίζει να πέφτει θύμα της ίδιας της πλεονεξίας της. Τα όριά της είναι πλέον ορατά διά γυμνού οφθαλμού και αρχίζει να προκαλεί σύγχυση και δυσπιστία ακόμη και μεταξύ των ίδιων των αντιπροσώπων της.
Επιμύθιο
Σε ένα τέτοιο τοπίο, πραγματικά τι νόημα έχουν αιτήματα για ένα καλύτερο δημόσιο πανεπιστήμιο και για μια καλύτερη δωρεών παιδεία; Ποιο δυτικό ή δυτικότροπο πανεπιστήμιο μπορεί να διδάξει, ακόμη και αν το θέλει, μια επίσημη επιστήμη που ήδη είναι εκτός τόπου και χρόνου και καταρρέει; Και επίσης, η (γνήσια) παιδεία ανήκει κάπου – δηλαδή έχει ιδιοκτήτη – έτσι ώστε να εκλιπαρούμε, αυτός ο ιδιοκτήτης να μας την προσφέρει γενναιόψυχα, με δημόσιο τρόπο, και να μας τη χαρίσει;
Όχι βέβαια… Η γνήσια γνώση είναι φυσική, όπως ο αέρας, και πρέπει να μεταδίδεται και να διαδίδεται στις κοινωνίες και τους πολιτισμούς της τόσο φυσικά και απρόσκοπτα όπως αυτός. Τα υπόλοιπα είναι εξουσιαστικά παιχνίδια εξουσιοφρενών υπηκόων που τους έχουν μάθει να διψούν για ψευδεπίγραφους φεουδαρχικούς τίτλους (λέγε με πτυχίο – μεταπτυχιακό – διδακτορικό ή οποιουσδήποτε άλλους τίτλους).
ΥΓ. : Όποιος δειλιάζει μπροστά στην πραγματική Επανάσταση, μπορεί μεν να προβαίνει ακόμη και σε βίαιες ευλογοφανείς εξεγέρσεις – και ίσως να τις κερδίζει. Πάντα όμως, στην πραγματικότητα, θα χάνει τη γνήσια επανάσταση: θα παραμένει δηλαδή ουσιαστικά ένας αντεπαναστάτης ώς τη στιγμή που, ενδεχομένως, θα καταφέρει να μη φοβάται την επανάσταση:
Αυτό που σκεφτόμαστε είναι πιο σημαντικό και ίσως πιο επαναστατικό από αυτό που κάνουμε, αν αυτό που κάνουμε στην πραγματικότητα υπαγορεύεται από τους ίδιους τους κανόνες που φτιάχνει η εξουσία.