Η ζωή μας είναι σουγιαδιές σε βρώμικα αδιέξοδα. Η βία μας έχει αποβλακώσει, μας έχει παραλύσει, δεν μπορούμε να αρθρώσουμε λέξη. Έχουμε γίνει όλοι καχύποπτοι, παρανοϊκοί, σωματική μας επαφή είναι η σωματική βία, χαρίσαμε αδιαμαρτύρητα τις πιο όμορφες γειτονιές μας, χαρίσαμε και τις πιο όμορφες λέξεις μας και πια δεν έχουμε τίποτα να πούμε, σε λίγο θα σκούζουμε μόνο, σαν γουρούνια που τα σφάζουν. Η ζωή μας δεν είναι απλά οργουελική, έχουμε μπει στο θάλαμο 101, ζούμε στο τέλος της ιστορίας: στο θάλαμο 101 κάθε βράδυ μας περιμένει η Όλγα με τις πέρλες, φοράει μάσκα νοικοκυράς και με ένα μαχαίρι μας ξεσκίζει το σώμα βγάζοντας μικρές γουρουνίσιες κραυγούλες, Όινκ,Όινκ! Κι η ζωή πάντα συνεχίζεται.
Η ζωή μας είναι σουγιαδιές σε βρώμικα αδιέξοδα. Τον τελευταίο καιρό πριν φύγω από την Αθήνα περπατούσα καθημερινά στο κέντρο σιγομουρμουρίζοντας την Παράγκα του Σαββόπουλου. Κι εσύ μιλάς σαν πτώμα. Η Αθήνα υποφέρει από γάγγραινα, ο ιστός έχει απονεκρωθεί από τα πολλά βακτηρίδια, έχουμε να επιλέξουμε ανάμεσα στη σήψη και τον ακρωτηριασμό. Δεν είναι η υλική αποστέρηση που μας αποκτήνωσε, είναι η συναισθηματική. Άνθρωποι σκοτώνονται στα πεζοδρόμια, άνθρωποι ζουν στα σκουπίδια, άνθρωποι πετιούνται στα σκουπίδια, η χωματερή στα Λιόσια ένα νέο Άουσβιτς, έχουμε χάσει πια το μέτρημα. Και η ζωή συνεχίζεται, δε γίνεται αλλιώς.
Η ζωή μας είναι σουγιαδιές σε βρώμικα αδιέξοδα. Η ασφάλεια και η ευημερία της επαρχίας αποδείχτηκαν μεγάλος μύθος και η ανθρωπογεωγραφία της μια μικρογραφία της Αθήνας κάτω από το μεγεθυντικό φακό. Όλα στο μεγεθυντικό φακό, κυρίως η φτώχια. Οι άνθρωποι στην επαρχία μιλούν συνεχώς για τα λεφτά που δεν έχουν, τους λείπει η κομψότητα των Αθηναίων. Οι φτωχοί επινοούν νέα τρικ για να γεμίσουν το στομάχι τους, κλέβουν τις μπριζόλες μέσα από τα πιάτα στις ταβέρνες και το βάζουν στα πόδια ή ληστεύουν τα delivery boys. Εσύ σφίγγεις τα δόντια, κάνεις υπομονή, η ζωή συνεχίζεται, δεν περιμένει κανένα.
Η ζωή μας είναι σουγιαδιές σε βρώμικα αδιέξοδα. Κάποτε με μαχαίρωσαν κι εμένα. Τρεις ξεδοντιάρηδες, για ένα χιλιάρικο. Μην περιμένεις να σου πω κάτι δραματικό, εκείνη την ώρα πέθανα στα γέλια. Σε αυτές τις περιπτώσεις ποτέ δεν μπορείς να ξέρεις πως θα αντιδράσει το σώμα, η ψυχή. Εγώ γελούσα για ώρες γιατί σκεφτόμουν τα δόντια τους, δεν ξέρω γιατί αλλά μου είχε φανεί το πιο αστείο πράγμα του κόσμου. Μετά το είχα παράπονο ότι παραλίγο να πεθάνω από τρεις ξεδοντιάρηδες, δε λέω ότι θα προτιμούσα να είχαν δόντια, απλά με έπνιγε η αδικία. Αλλά θα σου πω και κάτι ακόμα. Το μαχαίρι δεν πονάει πραγματικά, το σώμα είναι παγωμένο λες και βγήκε μόλις από την κατάψυξη, όμως δεν πονάει. Μόνο το αίμα μυρίζει άσχημα.
Η ζωή μας είναι σουγιαδιές σε βρώμικα αδιέξοδα. Το μόνο που θέλω είναι να ζήσω για λίγο στο τέλος κάποιου βιβλίου του Douglas Coupland, να σπάσει μια μέρα το ταβάνι και να πέσουν ζωάκια από τον ουρανό, σκυλάκια και γατάκια να με γλύφουν στη μούρη με τις ροζ γλωσσίτσες τους.