Κανάγιες!
Το φετινό καλοκαίρι κλείνει με μια μεγάλη ήττα κι ένα μεγάλο θρίαμβο. Η ήττα είναι ότι ο φίλος μας χώρισε από μια μακροχρόνια σχέση. Η αγάπη του θα κρατούσε για πάντα κι όμως χώρισε. Ο θρίαμβος είναι ότι ο πόνος του φίλου μας που υποφέρει έστειλε στο διάολο το τελευταίο ψήγμα πραγματικότητας, μετατοπίζοντας για λίγο το μέσα μας στα σημαντικά της ζωής, έτσι που για μια στιγμή θυμηθήκαμε ότι οι άνθρωποι μπορούν ακόμα να παθιάζονται κι η ζωή να θριαμβεύει, κάνοντας κουρέλια αριθμούς, μνημόνια, πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, απειλές πολέμου.
.
Καθισμένος στο σκαμπό του μπαρ ο φίλος μας καταριέται το αντικείμενο του έρωτα του και είναι σαν να λέει Σαμαρά κλάσε μου τα αρχίδια, τώρα ό,τι και να κάνεις τον πόνο μου δεν μπορείς να μου τον κλέψεις, στο δικό μου δράμα μοναδικός πρωταγωνιστής είμαι εγώ. Πίνει τζόνι χωρίς πάγο και στα αναφιλητά του διαβάζουμε άντε γαμήσου κι εσύ Στουρνάρα, τώρα πια δεν ξενυχτάω για τα λεφτά που μου κόβεις αλλά από πόθο γι’ αυτήν που αγαπούσα κι έχασα. Ρίχνει άτσαλες γροθιές στην μπάρα και είναι σαν να φωνάζει δυνατά να πάνε να γαμηθούνε όλοι, και οι βουλευτές και τραπεζίτες και όλοι οι ανέραστοι γραφειοκράτες της Ευρώπης, εγώ δεν φοβάμαι πια τίποτα γιατί τώρα δεν είμαι κομπάρσος στην κρίση σας, δεν είμαι αριθμός στους δείκτες ανεργίας σας, δεν είμαι στατιστικό στις αυτοκτονίες σας, είμαι ο ίδιος το υποκείμενο του πόνου μου και τον πόνο μου δεν τον ορίζετε εσείς, όσες τροπολογίες κι αν φέρετε, όσα μνημόνια κι αν υπογράψετε, όσα κουρέματα χρέους κι αν κάνετε, όση κτηνωδία κι αν μας πετάξετε ακόμα στη μούρη.
Τον ακούμε να βρίζει δυνατά με τις πιο χυδαίες λέξεις -γαμημένη καργιόλα που την νοιάζει μόνο ο πούτσος, ας πάει λοιπόν να κολλήσει όλα τα αφροδίσια του κόσμου- και είμαστε σοκαρισμένοι, όχι από σεμνοτυφία αλλά από το γεγονός ότι ένας από εμάς ζει επιτέλους μια ανθρώπινη εμπειρία μετά από μια απάνθρωπη τριετία. Ένας από εμάς ξεπέρασε τον φόβο του και σταμάτησε να είναι σιωπηλός και καθωσπρέπει, η προσωπική του τραγωδία έστειλε στο διάολο τον πολιτικό πολιτισμό της γενιάς μας και διέλυσε επιτέλους κάθε διακριτικότητα. Γιατί είναι αλήθεια ότι τα τελευταία χρόνια όλοι μας υπήρξαμε υπερβολικά διακριτικοί, λες και υπογράψαμε κάποιο άτυπο κοινωνικό συμβόλαιο που απαγορεύει κάθε ένδειξη συναισθηματικής αντίδρασης ως επιζήμια για την ανάπτυξη της χώρας. Δεχτήκαμε σχεδόν αδιαμαρτύρητα καθετί που μας καταστρέφει τη ζωή, υστερικούς τηλεβιβλιοπώλεις και υπανθρώπους με τον μισό ποινικό κώδικα στην πλάτη, μνημόνια, απειλές, ναζιστοποίηση της ζωής, υπήρξαμε τόσο σιωπηλοί και πολιτισμένοι στις αντιδράσεις μας, όπως αρμόζει σε μια γενιά καλοσπουδασμένη και φιλήσυχη. Αυτή ήταν η Συμφωνία της Βάρκιζας της δικής μας γενιάς, να μην ενοχλήσουμε τις αγορές με τους συναισθηματισμούς μας. Κι εμείς τηρήσαμε τη συμφωνία και δεν ενοχλήσαμε, και στο τέλος γίναμε σαν εκείνο το Μήτσο που φοβόταν ακόμα και το μυρμηγκάκι. Επίσης συνηθίσαμε να αγαπάμε διακριτικά, να διαδηλώνουμε διακριτικά, να υποφέρουμε διακριτικά, να επιβιώνουμε με ενοχές, και να περνάμε τα καλύτερα μας χρόνια με το κεφάλι σκυφτό, τόσο που στο τέλος η μύτη μας ενώθηκε με τις φτέρνες μας κι έτσι βολικά κουλουριασμένοι κυλάμε. Τόσο πολύ συνηθίσαμε να μην ενοχλούμε, που όταν μια μέρα σταθούμε στη γραμμή για τα κρεματόρια πάλι διακριτικοί και αθόρυβοι θα είμαστε, μην τυχόν και κατηγορηθούμε για έλλειψη σαβουάρ βιβρ.
Τώρα όμως ήρθε ο πόνος του έρωτα να διαλύσει με πάταγο την πολιτική οικονομία, τώρα ο φίλος μας έχει μεθύσει για τα καλά και βρίζει δυνατά, στην αρχή προσπαθούμε να τον συνεφέρουμε, όμως σύντομα παραιτούμαστε, στο κάτω κάτω η σκηνή που εκτυλίσσεται μπροστά μας είναι το πιο ηρωικό πράγμα που έχουμε ζήσει όλοι μας εδώ και πάρα πολύ καιρό. Κατά βάθος τον ζηλεύουμε γιατί εκείνος κατάφερε να διασωθεί από την αστυνομία του φόβου, δραπέτευσε για λίγο από το κελί 101, ο έρωτας του κατάφερε να ξεφύγει από τη φυλακή της διακριτικότητας, έτσι που ο φίλος μας σηκώνεται λίγα μέτρα πάνω από τη γη, πάνω από τοξικά τραπεζικά συστήματα, αναδιαρθρώσεις χρέους και δημοσιονομικές εξυγιάνσεις. Τώρα οι υπόλοιποι θαμώνες του μπαρ μας κοιτούν σαστισμένοι και για μερικές στιγμές επικρατεί απόλυτη σιωπή, σε λίγο ο ντιτζέι σταματάει τα διακριτικά λάουντζ και βάζει βαριά καψουροτράγουδα κι όλοι θέλουν να κοινωνήσουν λίγο από το δράμα του φίλου μας, που είναι ό,τι πιο ανθρώπινο, αγνό και γενναίο τους έχει συμβεί από τη μέρα που υπογράφηκε το πρώτο μνημόνιο. Ο χρόνος επιστρέφει για λίγο στην εποχή που δεν χρειαζόταν να παγώσουμε τα συναισθήματα μας για να επιβιώσουμε κι έτσι ο χωρισμός του φίλου μας γίνεται μια πράξη τόσο βαθιά πολιτική που θα μπορούσε να προκαλέσει ακόμα και μια κοινωνική εξέγερση. Κανάγιες!
.