Επαναστατικοί στοχασμοί
ΑΜΕΣΟΣ ΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΔΡΑΣΗ 2: Επαναστατικοί στοχασμοί
i) Δεν είμαστε πάντα εμείς που διαμορφώνουμε τις ιδέες αλλά μάλλον αυτές διαμορφώνονται βάσει μιας αντικειμενικές εξελικτικής πορείας που εμείς απλώς αναπαράγουμε. Επομένως, όλες οι ιδέες μας ακόμη και οι πιο ριζοσπαστικές και καινοτόμες μπορεί να διαμορφώνονται πάνω στην κεντρική ιδέα του καπιταλισμού: αυτή δεν είναι κάτι λιγότερο από το σύνολο της καπιταλιστικής λειτουργίας, που περιλαμβάνεται στη «βασική αρχή» με την οποία ο καπιταλισμός προχωρεί. Και εν πάση περιπτώσει η ιδέα του καπιταλισμού ξεκινάει με τον διαχωρισμό των πραγματικών παραγωγών από τα μέσα παραγωγής, που καταλήγει στην καθιέρωση της ελεύθερης εργασίας και στην ιδιοποίηση της υπεραξίας που – με την αλματώδη ανάπτυξη της τεχνολογίας – δημιουργεί τη συσσώρευση του κεφαλαίου, την προοδευτική μείωση του ρυθμού του κέρδους, και την κατάρρευση ολόκληρου του συστήματος.
Γι’ αυτό λοιπόν, καλό είναι να έχετε υπόψη σας πως η ιδέα αποτελεί ένα «αρνητικό» σύνολο που αναπτύσσεται μόνο χάρη στις αντιθετικές της δυνάμεις. Έτσι, που οι αρνητικές όψεις της πραγματικότητας δεν συνιστούν «διαταραχές» ή αδύνατα σημεία μέσα σε ένα αρμονικό σύνολο, αλλά αυτές καθεαυτές τις προϋποθέσεις που εκθέτουν τη δομή και τις τάσεις της πραγματικότητας.
Συνοψίζοντας: Η οικονομική κρίση, το Μνημόνιο, και το Μεσοπρόθεσμο δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια υλική στιγμή του καπιταλιστικού συστήματος, έτσι ώστε τούτη η «αρνητική» στιγμή να αποτελέσει την εκπλήρωση της βασικής αρχής αυτού του συστήματος. Οι κρίσεις είναι τα αναγκαία στάδια στην «αυτο-διαμορφοποίηση» του καπιταλισμού και το σύστημα αποκαλύπτει το πραγματικό του περιεχόμενο μέσω της αρνητικής πράξης της κατάρρευσης. Έτσι, πολύ φοβόμαστε πως κάθε «καινούρια» ιδέα που όμως κατά βάση συνάδει με το κλασικό ιδεώδες της χειραφέτησης, προς ανατροπή της συγκεκριμένης κρίσης, δεν είναι παρά βούτυρο στο ψωμί της καπιταλιστικής ανάκαμψης.
Τι θα μπορούσε να προκύψει από μια (υποθετική) κοινωνική συνείδηση, έξω από τις ιδεολογηματικές της προκαταλήψεις; Εμείς ευελπιστούμε τα εξής:
Η πραγματική μορφή αλήθειας απαιτεί ελευθερία.
Η ελευθερία απαιτεί αυτο-συνείδηση και γνώση της αλήθειας.
Αυτο-συνείδηση και γνώση της αλήθειας (πρέπει να) αποτελούν τα ουσιαστικά συστατικά του υποκειμένου.
Η πραγματική μορφή της αλήθειας (πρέπει να) νοείται σαν υποκείμενο.
ii) Η περιβόητη υπόθεση «Δημοκρατία», είτε με ονοματικό προσδιορισμό (άμεση δημοκρατία, τυπική δημοκρατία, λαϊκή δημοκρατία) είτε άνευ, δεν μπορεί να χρησιμεύσει στη γνήσια υπόθεση της ελευθερίας, διότι κανένα συμβόλαιο μεταξύ ατόμων δεν μπορεί να υπερβεί τη σφαίρα του ιδιωτικού νόμου. Πώς μπορεί ποτέ η ατομική βούληση, που εκφράζει τους διιστάμενους στόχους του «δικού μου» και του «δικού σου», χωρίς καμία κοινή βάση ανάμεσά τους, να γίνει (αυτομάτως) η κοινωνική συνείδηση του «δικού μας» και έτσι να εκφράσει ένα κοινό συμφέρον;
Γι’ αυτό λοιπόν ο χρήσιμος μύθος «κοινωνικό συμβόλαιο», που λαμβάνεται ως δεδομένος για τη δημοκρατία, το κράτος και την κοινωνία της, υποβάλλει ολόκληρο το υποκείμενο στην ίδια αυθαιρεσία που διέπει τα ιδιωτικά συμφέροντα.
Οι σύγχρονες δημοκρατίες δεν συνενώνουν άτομα, έτσι ώστε αυτά να υλοποιούν την αυτόνομη και ωστόσο μεταβαλλόμενη δράση προς το κοινό συμφέρον. Δηλαδή, δεν διαιωνίζουν συνειδητά την κοινωνία τους με τη συλλογική δράση.
Με δεδομένη μια τέτοια κατάσταση, σαν αυτή που επικρατεί, η ισότητα του ατομικού εγώ αναδεικνύεται σαν η μόνη καταφυγή ελευθερίας.
Έτσι, η ελευθερία που επιθυμεί είναι αρνητική, μια διαρκής άρνηση του συνόλου.
Όμως η επίτευξη μιας θετικής ελευθερίας απαιτεί από το άτομο να απομακρυνθεί από τον θώκο μοναδικότητας του ιδιωτικού του συμφέροντος και να αναχθεί στον πυρήνα της κοινωνικής συνείδησης, που αποβλέπει όχι σε κάποιον ιδιαίτερο σκοπό αλλά στην ελευθερία ως τέτοια.
Η (ιδιωτική) συνείδηση του ατόμου πρέπει να μετασχηματιστεί σε μια κοινωνική συνείδηση για γενική ελευθερία.
Ωστόσο, μπορεί να γίνει τέτοια, μόνο όταν το άτομο έχει καταστεί πραγματικά ελεύθερο.
Μόνο η κοινωνική συνείδηση του ανθρώπου που είναι ο ίδιος ελεύθερος αποσκοπεί στη θετική ελευθερία.
Η ελευθερία στην αληθινή της μορφή μπορεί να αναγνωριστεί και να γίνει επιθυμητή μόνο από ένα άτομο που είναι ελεύθερο.
Ο άνθρωπος δεν μπορεί να γνωρίζει την ελευθερία δίχως να την κατέχει. Πρέπει να είναι ελεύθερος για να γίνει ελεύθερος.
Η ελευθερία δεν είναι μόνο μια κατάσταση την οποία κατέχει, αλλά και μια πράξη που αναλαμβάνει σαν ένα αυτοσυνείδητο υποκείμενο. Όσο δεν την γνωρίζει την ελευθερία, δεν είναι σε θέση να τη φτάσει μοναχός του. Η έλλειψη ελευθερίας είναι τέτοια, ώστε θα μπορούσε ακόμη και θεληματικά να διαλέξει ή να συναινέσει στη δική του σκλαβιά. Σε αυτήν την περίπτωση δεν δείχνει κανένα ενδιαφέρον για την ελευθερία και τότε ίσως ο ίδιος μόνος του ζητήσει βοήθεια, για να ξαναβρεί τη χαμένη του κοινωνική συνείδηση, προς την απελευθέρωσή του.
Κρίσιμο σημείο της συζήτησης: Τότε και μόνον τότε μπορεί η απελευθερωτική πράξη να αναλαμβάνεται από ομάδες ή άτομα υποστήριξης τα οποία όμως, αυτά καθεαυτά, εξαιτίας της κατάστασής τους που τα δεσμεύει απολύτως, δεν μπορούν να τη διαλέξουν (την απελευθερωτική πράξη) ως εφαλτήριο για δική τους προσωπική ανέλιξη.
Και εδώ ακριβώς χωλαίνουν όλα τα λεγόμενα «μορφωτικά εγχειρήματα» που αποσκοπούν στην παιδεία και στην εκπαίδευση ή στη λεγόμενη δημοκρατική αγωγή και τη διάπλαση των ανθρώπων. Η μόνη γνήσια διαδικασία χειραφέτησης είναι ακριβώς αυτή που εξασφαλίζει στην ατομική συνείδηση να «εξαγνίζεται» διαρκώς μέχρις ότου φτάσει στο σημείο να επιθυμεί την ελευθερία.
Και αυτή είναι μια επίπονη και σκληρή διαδικασία διαμέσου της ιστορίας (όχι βέβαια της σχολικής) που αποτελεί τόσο πρακτική δραστηριότητα όσο και προϊόν σκέψης. Ξεκινάει από την πλέρια ανάπτυξη της αυτο-συνείδησης (που αποτελεί σκέψη που περατώνεται μέσα από τη συνείδηση) και καταλήγει στην έγερση της κοινωνικής συνείδησης που εξαγνίζει το αντικείμενό της, το περιεχόμενο ή το σκοπό της και το ανυψώνει έως την οικουμενικότητα. Οπότε βέβαια μπορούμε να μιλήσουμε για τη θεωρία της κοινωνικής συνείδησης.
Πάντως, μέχρι τότε καμία πραγματική μορφή αλήθειας – που όπως έχουμε πει πρέπει να νοείται σαν υποκείμενο – δεν μπορεί να ευδοκιμήσει και να καρπίσει στον φοβερά συστραμμένο τύπο της οικονομίας και στον εφιαλτικό του σημερινό συμβολισμό – τον καπιταλισμό. Επομένως, η αποδόμηση του τελευταίου αποτελεί πρώτη προτεραιότητα. Και όποιος επικαλείται γενικά και αόριστα τη δημοκρατία και τα δημοκρατικά προτάγματα δεν κάνει τίποτε άλλο από το να συσκοτίζει την πραγματική μορφή της αλήθειας που απαιτεί η ελευθερία.
Δεν υπάρχουν καλοί και κακοί λαοί. Κατά συνέπεια δεν υπάρχουν καλοί και κακοί άνθρωποι. Απλά υπάρχει η ψευδαίσθηση της δημοκρατίας που μεταμορφώνει την αλήθεια σε ένα τυφλό και ψυχρό αντικείμενο, καθώς την αποστερεί από τη λογική νοηματοδότηση του ουσιαστικού υποκειμένου που υποδεικνύει άμεσα την κατάργηση του καπιταλισμού. Και βέβαια μιλάμε για εκείνο το υποκείμενο, τα συστατικά στοιχεία του οποίου (όπως ήδη έχουμε πει στο πρώτο μέρος του γράμματός μας) είναι η αυτο-συνείδηση και η γνώση της αλήθειας.