Η έκρηξη στη Βραζιλία αποτελεί ένα ακόμη βήμα στην πορεία παραγωγής γεγονότων της εποχής των ταραχών. Ανήκει στη δεύτερη δυναμική από αυτές που -σε ένα πρώτο επίπεδο- ορίσαμε στο κείμενο Από τη Σουηδία στην Τουρκία: Η άνιση δυναμική της εποχής των ταραχών, δηλαδή, πρόκειται για ένα κίνημα του οποίου το βασικό υποκείμενο είναι η νεολαία που “θα γινόταν” μεσαίο στρώμα. Όμως έχει μια επιπλέον ιδιαιτερότητα. Είναι το πρώτο γεγονός που συσχετίζει την τέταρτη δυναμική (λατινοαμερικάνικα κράτη στα οποία το κίνημα αντίστασης έχει ενσωματωθεί στο κράτος) με την εποχή των ταραχών, και αποδίδει στην τελευταία ακόμη πιο διεθνοποιημένα χαρακτηριστικά.
Το κίνημα ΔΕΝ ξεκίνησε στις 6 Ιουνίου στο Σάο Πάολο ως κίνημα διαμαρτυρίας για την αύξηση των εισιτηρίων των μέσων μαζικής μεταφοράς, όπως μας ενημερώνει μια εφημερίδα από ένα ενδιαφέρον άρθρο της οποίας σταχυολογούμε στη συνέχεια. Έχει ξεκινήσει πολύ νωρίτερα όπως φαίνεται από εδώ.
Το κίνημα έμελλε να μετατραπεί μετά την βιαιότατη αντίδραση της αστυνομίας στις 13 Ιουνίου, σε ένα κίνημα διαδηλώσεων το οποίο εξαπλώθηκε σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Βραζιλίας, συγκεντρώνοντας ένα πολύμορφο πλήθος κυρίως νεολαίων.
“Νόμιζαν ότι θα σταματούσαμε για να δούμε ποδόσφαιρο, αλλά η Βραζιλία δεν είναι μόνο ποδόσφαιρο” είπε χαρακτηριστικά ένας νεαρός φοιτητής, ανεβασμένος στη στέγη του ομοσπονδιακού κοινοβουλίου της Μπραζίλια, την ώρα που η χώρα φιλοξενεί το Κύπελλο των Συνομοσπονδιών – γενική δοκιμή για το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου του 2014.
Ήδη τη Δευτέρα οι διαδηλωτές έφθασαν τους 100.000 στο Ρίο και τους 65.000 στο Σάο Πάολο, και σε αρκετές περιστάσεις πήραν βίαιη τροπή, με τους διαδηλωτές να θέτουν στο στόχαστρο ταπολιτειακά κοινοβούλια και κυβερνεία. To“Κίνημα της Σαλάτας” (όπως ονομάσθηκε από το γεγονός ότι αρκετοί διαδηλωτές συνελήφθησαν με μόνο ενοχοποιητικό στοιχείο το ότι κουβαλούσαν ξύδι για να αντιμετωπίσουν τα χημικά) είναι η σημαντικότερη εκδήλωση κοινωνικής δυσαρέσκειας στη Βραζιλία μετά το 1992, οπότε ο τότε πρόεδρος Fernando Color de Melho υποχρεώθηκε σε παραίτηση λόγω κατηγοριών για διαφθορά.
Αποτελεί δε τη βίαιη αφύπνιση του βραζιλιάνικου πληθυσμού μετά από μία δεκαετία υψηλών ρυθμών ανάπτυξης, καθώς και αναδιανεμητικών πολιτικών (όπως το πρόγραμμα οικογενειακών επιδομάτων Bolsa Familia).
Το timingτου ξεσπάσματος της κοινωνικής δυσαρέσκειας έχει να κάνει τόσο με παλαιότερες αδυναμίες, οι οποίες δεν έχουν ξεπερασθεί, όσο και με τις πιέσεις που δημιουργεί τις τελευταίες εβδομάδες η έξοδος των ξένων κεφαλαίων από τη χώρα.
Η Βραζιλία εξακολουθεί να είναι μία από τις πιο άνισες κοινωνίες στον κόσμο. Παρά το γεγονός ότι η ψαλίδα έκλεισε σε έναν βαθμό την προηγούμενη δεκαετία, η ανισότητα, όπως αποτυπώνεται στον συντελεστή Gini, παραμένει πάνω από το 0,5 – όταν το 0,4 θεωρείται το όριο της κοινωνικής αποσταθεροποίησης. Η χαμηλή ποιότητα των παρεχόμενων δημόσιων υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων λ.χ. και των μεταφορών, είναι θεαματικά αναντίστοιχη προς τη φορολογική επιβάρυνση (36% του ΑΕΠ, το υψηλότερο ποσοστό εκτός χωρών ΟΟΣΑ). Παράλληλα η διαφθορά της πολιτικής τάξης και των κρατικών αξιωματούχων παραμένει διαβόητη.
Το 2012 το βραζιλιάνικο ΑΕΠ μεγεθύνθηκε κατά λιγότερο από 2%, ενώ η άνοδος του πληθωρισμού εξηγεί γιατί πυροδότης των διαδηλώσεων υπήρξε η αύξηση στην τιμή των εισιτηρίων (εφόσον μόνηαυτή συνοψίζει τη συνολική αύξηση του κόστους διαβίωσης σε μιαν διοικητική απόφαση).
Και μέσα σε όλα αυτά, ο πληθυσμός της Βραζιλίας βλέπει το κόστος διοργάνωσης του Μουντιάλ να έχει ήδη φθάσει τα 3,3 δισ. ρεάλ (ποσό τριπλάσιο αυτού που δαπάνησε η Νότιος Αφρική για τη διοργάνωση του 2010), ενώ μόνο τα μισά στάδια είναι έτοιμα.
“Γήπεδα του πρώτου κόσμου, σχολεία και νοσοκομεία του τρίτου κόσμου” έγραφε ένα από τα πανό των διαδηλωτών. Πράγματι η Βραζιλία δεν είναι μόνο ποδόσφαιρο…
Ένα άρθρο από το eagainst.com δίνει ακόμη περισσότερα στοιχεία για τις βασικές αντιφάσεις στη Βραζιλία: The minimum wage, despite successive wage increases over the last years, is still a bad joke: 678 R$, which makes 242 Euros. Many workers live very far away from their workplace, which means they have to buy numerous tickets to get there. [...] Like many countries today, Brazil is living through a civil war between the state and the people. This war, up until a few weeks ago, was taking place without much noise; but was in no way more peaceful than it is now.
και μια ενδιαφέρουσα περιγραφή της στιγμής της έκρηξης της καταστολής:
When I participated in a demonstration of the “movement of the 20 cents” (using this name seems, at least for the moment, more practical than “movement to reduce the bus ticket price by 20 cents again”), we were stopped near the Central do Brasil, the famous train station which you probably know from the movie of the same name. The demonstration up to this point had been entirely peaceful, a real party of democracy. The majority of us were, in fact, university students from wealthy families, but already then one could see that this movement had a social base that was more heterogeneous: we also had numerous people from independent professions, retirees, and poor workers among us who were dissatisfied by this fare increase. It’s very rare for a protest in Rio de Janeiro to attract more than 200 people but we were around two thousand from several social classes. I began to realize that it was something different this time. The people of Brazil were waking up from their long sleep — and they were furious.
The calm was not there to stay. Special forces from the police, with their shields, their black uniforms, frightening looks, and “non-lethal” weapons had just arrived and started to make a line in front of us. Our group stopped. The songs fell silent. The situation almost seemed like a duel from a Western movie. All of a sudden, something happened. The people coming out of the Central do Brasil joined us. They were street side vendors, selling fries, or mothers with four children, the children in the street, or hobos and beggars. The poor, the poorest of the city of Rio, came together and positioned themselves right between us and the police. A few minutes later, the riot police shot at us and arrested 40 people, among them a friend of mine. On the run, as I was trying to seek refuge in the closest metro stop, I saw a man who was crying and seemed weak. He was bleeding — a victim of “non-lethal” arms.
Σε ένα άλλο άρθρο μιας εφημερίδας αναδεικνύεται το γεγονός ότι η ”ανάπτυξη” έχει φτάσει ήδη στο σημείο που οι αντιφάσεις της έχουν ωριμάσει αρκετά:
For some observers, the protest represents middle-class frustration with rising costs of living even as the economy slows at the end of a long commodities boom. Meantime, many Brazilians live in congested cities where prices have soared so much that meals, movies and Starbucks coffee often costs more here than in New York. Even in an economic expansion, salaries didn’t keep pace.
The situations are different. For one, the Brazilian protesters haven’t targeted Ms. Rousseff personally and are simply marching, not occupying land marked for development, as in Turkey.
Τα λόγια κάποιων τυχαίων διαδηλωτών (προσοχή στο ότι ο ένας είναι δικηγόρος αλλά του φαίνεται ακριβό το εισιτήριο λεωφορείου) αναδεικνύουν πώς τη στιγμή του ξεσπάσματος αναδύονται όλες οι αντιφάσεις μαζί:
In São Paulo and other cities, marchers chanted “the people woke up” to the tune of a popular soccer cheer. Pedro Pereira, 30 years old, a lawyer who showed up at the Rio protest march in a suit, said the demonstrations appealed to him at first because of his daily bus commutes. But now, the poor buses are largely symbolic of broader frustrations with what he called political “impunity.” ”The complaints are millions, and it’s not all going to get fixed in just a few years,” said Mr. Pereira, who voted for Ms. Rousseff in 2010 hoping she was a candidate for change. ”The fare increase was a small drop in a full bucket,” said Rodrigo Vidaurre, 24, a student who was protesting in Rio. “We won’t stop. Even if we get this with the price of the bus and have no raise, we won’t stop. We will fight against inflation, corruption, we’ll fight. We won’t stop.”
Μπορούμε ήδη να δούμε μια βασική διαφορά από την κατάσταση στην Τουρκία. Το κίνημα δεν έχει δημιουργήσει κανένα πολιτικό στόχο, ούτε καν την πτώση της κυβέρνησης και δεν υπάρχει (προς το παρόν τουλάχιστον) τάση εδαφικοποίησης του. Έτσι δεν υπάρχει ούτε καν μια μακρυνή προοπτική “νίκης” του κινήματος. Το κίνημα είναι υποχρεωμένο να ασχοληθεί με το παρόν του, με αυτά που κάνει, προς το παρόν δηλαδή, με την αντιμετώπιση της καταστολής. Το κράτος ανακοίνωσε σήμερα ότι κατεβάζει την εθνοφρουρά σε πέντε πόλεις, αλλά στη συνέχεια ανακοίνωσε ότι ο ρόλος της θα είναι “συμβουλευτικός” (κράτος είναι ότι γουστάρει λέει). Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Βραζιλία είναι ένα ακραία κατασταλτικό κράτος, οι ειδικές δυνάμεις της αστυνομίας είναι συνηθισμένες να συμπεριφέρονται σαν στρατός κατοχής, που εισβάλλει σε κατοικημένες περιοχές πυροβολεί ότι κινείται, λεηλατεί και βιάζει. Αυτό σημαίνει ότι αν δεν εμφανιστούν και άλλα “υποκείμενα” που θα λάβουν μέρος στις συγκρούσεις, αν δεν συγκροτηθεί μέσα στις συγκρούσεις το (μη-)υποκείμενο, αν δεν παραχθεί ως δραστηριότητα η σχέση ανάμεσα στους φτωχούς και αποκλεισμένους και τη νεολαία των μεσαίων στρωμάτων, τότε το πιο πιθανό είναι η καταστολή να συντρίψει κυριολεκτικά το κίνημα αυτό.
Πηγή: Communisation Θεωρία, Ιστορία, Νέα από το μέτωπο