Οι πόλεις μας δημιουργούνται σαν ένα αγγείο από πηλό. Προσθετικά και λίγο λίγο, με αργά και σταθερά βήματα (ίσως όχι πάντα τόσο σταθερά) μόνο που στην περίπτωση της πόλης, ο πλάστης δεν αποτελείται από ένα και μόνο όνομα. Είμαστε εν δυνάμει ο καθένας μας, άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο. Σαφέστατα όμως, και δε νομίζω ότι χωράει αμφιβολία σε αυτό, η διαμόρφωση των πόλεων αποτελεί καταρχήν πολιτικής τάξης εγχείρημα. Η αρχιτεκτονική, η γλυπτική, η ζωγραφική έρχονται αργότερα. Έτσι ακριβώς δημιουργείται μια πόλη, αλλά στη συνέχεια εκείνη στέκεται και δέχεται το κοίταγμά μας. Εμείς διαμορφώνουμε την πόλη μας έτσι ώστε μόλις τα χρόνια περάσουν, η πόλη μας να διαμορφώσει εμάς και τους απογόνους μας. Αυτή η πολύ απλή σκέψη, συνεπάγεται κάποιας ευθύνης. Η πόλη δεν μπορεί να αποτελεί ένα «πεδίο βολής φθηνό» κατά τη διάρκεια ανοικοδόμησης της. Χρειάζεται συνέπεια και καλλιέπεια. Οι πόλεις μας είναι ικανές να αποτελούν παραδείγματα για εκείνους που θα έρθουν και να πάρουμε μαθήματα εμείς οι νεότεροι μέσω αυτής, για εκείνους που έφυγαν.
Αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι όσο τα χρόνια περνούν, ο δημόσιος χώρος απαξιώνεται και η οικοδομική δραστηριότητα η οποία παρατηρείται αποτελεί μόνο κατ΄ εξαίρεση πρακτική η οποία εμπεριέχει -ως όφειλε- και το πεδίο της αρχιτεκτονικής. Αφήνοντας για λίγο το μείζων πρόβλημα του δημοσίου χώρου, θέλω να κάνω μια μικρή αναφορά στην αρχιτεκτονική των μεγάλων εμπορικών κέντρων και υπερπολυτελών καταστημάτων, τα οποία φιλοξενούν στο εσωτερικό τους οικονομικές δραστηριότητες όπως μαγαζιά, κέντρα εστίασης, σινεμά κ.ά. με είδη και προϊόντα που όμως ελάχιστα αφορούν την ουσιαστική ζωή του σύγχρονου (και όχι μόνο) ανθρώπου. Αλλά είναι γεγονός ότι έτσι μας έπεισαν: ότι αυτό αποτελεί το ουσιώδες. Με τον τρόπο αυτό δεν εννοώ ότι ο άνθρωπος, δεν έχει την ανάγκη να ντυθεί, να φάει , να ψυχαγωγηθεί. Θα μπορούσα να αφιερώσω λίγες γραμμές σε κάθε ένα από αυτά που απαρίθμησα αλλά ξεπερνά το σκοπό των σκέψεών μου στο παρόν σημείωμα. Στόχος είναι να διερευνήσουμε αν άξιζε ή όχι να χυθεί όλο αυτό το αίμα στη διπλανή μας χώρα την Τουρκία, από τους ανθρώπους που υπερασπίζονταν το δικαίωμα στον ελεύθερο χώρο. Στόχος είναι η εξέταση τέτοιων παραδειγμάτων στη δική μας χώρα. Γιατί τέτοια μεγάλα έργα περνούν ανενόχλητα μέσα στην κοινωνία και τα σέβεται, ενώ αντίθετα καταστρέφεται από την ίδια κοινωνία ότι αποτελεί δημόσιο αγαθό, βρωμίζεται και απαξιώνεται κάθε τοίχος εκπαιδευτικού ιδρύματος, θεάτρου, ή σαπίζει οτιδήποτε παλιό αλλά ελληνικό;
Συνήθως εξοβελίζεται κάθε δικό μας γηγενές και στη θέση που απομένει κενή έρχεται να την καταλάβει οτιδήποτε έρχεται απ’ έξω. Αυτή η αποθέωση του «απ’ έξω» μπορεί να αποτελέσει μία από τις συνιστώσες αποπροσανατολισμού των καθημερινών ανθρώπων από οτιδήποτε μπορεί να προκαλέσει θαυμασμό για το εντόπιο. Πρόθεσή μου δεν είναι σε καμία περίπτωση να υπερασπιστώ άκριτα οτιδήποτε παράγεται μέσα στον ελλαδικό χώρο (ούτε καν τους ίδιους τους Έλληνες) όμως το ίδιο ελεύθερα μπορώ να κρίνω και οτιδήποτε έρχεται εντός του. Και ακριβώς εκεί νομίζω εντοπίζεται το πρόβλημα στο οποίο αναφέρομαι, στην έλλειψη κρίσης. Δεχτήκαμε και αποθεώσαμε καθετί που μας προσέφεραν έτοιμο και εφόσον είδαμε ότι μπορούμε να έχουμε τα πάντα χωρίς να κουραστούμε, αδιαφορήσαμε σχεδόν για κάθε είδους παραγωγή. Δυστυχώς αυτό νομίζω αφορά το μεγαλύτερο κομμάτι της ελληνικής οικονομίας και δεν αφορά σε κάποια εξαίρεση.
Μέσα στο πλαίσιο αυτό που περιγράφεται ήρθαν και όλα τα μεγαθήρια βαρβαρικά κέντρα τα οποία φιλοξενούν κάθε λογής υπηρεσίες για τον άνθρωπο, κάνοντάς τον πράγματι να πιστέψει ότι πρόκειται για εκείνον και όχι… για την τσέπη των ανθρώπων πίσω από τη διαφήμιση. Μέσα στο πλαίσιο αυτό της κακώς νοούμενης παγκόσμιας τάξης, κατασκευάζονται αυτά τα κτήρια χωρίς καμία αισθητική αξία, χωρίς κανένα διακριτικό στοιχείο ένταξης, με παντελή έλλειψη σεβασμού στο περιβάλλον μέσα στο οποίο φιλοξενούνται, ακόμα και προς τον άνθρωπο (θέλουν να πείσουν ότι αυτό είναι ωραίο) έτοιμη franchise αρχιτεκτονική, άντε να το κάνουμε λίγο scale και λίγοmove για να χωράει στο δικό μας οικόπεδο και τσουπ! Έτοιμο.
Βάλε 3.000 θέσεις parking για να χωρέσει τον κοσμάκη και άσε τον να κάνει για 1Km δρόμο έξω από το «μέγαρο», μισή ώρα με το αυτοκίνητο. Καμία χωροταξική, πολεοδομική μελέτη ή πρόβλεψη, απόδειξη αυτού αποτελεί το γεγονός της κατακόρυφης αύξησης του κυκλοφοριακού προβλήματος στην περιοχή π.χ. του Αγ. Δημητρίου, εξαιτίας της αδυναμίας του δρόμου να χωρέσει όλο αυτό το προβλεπόμενο από το κέντρο κόσμο. Τα προϊόντα και καλλυντικά έτοιμα προς κατανάλωση, τα σινεμά σε λίγο θα αρχίσουν τις προβολές των ταινιών τους. Άλλη μια μέρα ο κόσμος θα φύγει από αυτά πανευτυχής με γεμάτες τσάντες, εξαντλημένος από το περπάτημα, ευχαριστημένος για τη φύλαξη των παιδιών του, άλλη μία μέρα θα χαρεί για την άλωση που του επιβάλλεται χωρίς να το καταλαβαίνει. Η γειτονιά αντικαταστάθηκε με την «πόλη» που στεγάζει όλες αυτές τις «ξένες προς ημάς» υπηρεσίες και φευ! Είμαστε πεπεισμένοι για το καλό που μας κάνουν!
Κάποιοι το κατάλαβαν. Αντιστάθηκαν. Κάποιοι άφησαν μια για πάντα τη ζωή τους για το λόγο αυτό, της αντίστασης. Εκεί, σε εκείνη την πλατεία, γιατί δεν ήθελαν άλλο ένα έκτρωμα του παγκόσμιου καπιταλισμού να υψωθεί στο δημόσιο χώρο στον οποίο μπορεί ο καθένας και οφείλει να απολαμβάνει. Κάποιοι έκριναν σωστό να σκοτώσουν για αυτό το έκτρωμα που πρόκειται να υψωθεί. Κάποιοι έκριναν σωστό ότι το χρήμα -το οποίο καλέστηκε έτσι γιατί χρησιμοποιείται από τον άνθρωπο, είναι υπο της εξουσίας του ανθρώπου- που θα έρθει στην πλατεία, άξιζε ώστε να χαθούν κάποιες ζωές «αντιστασιακών» κι άλλες τόσες να πνιγούν στα δακρυγόνα, να τραυματιστούν. Τόση δύναμη έχει το χρήμα, τόση δύναμη έχει η επιβλητική παρουσία των κτηρίων, τόση απόσταση χωρίζει τις δυο χώρες κι όχι μόνο το Αιγαίο.
Το Αιγαίο με λίγες ώρες δρόμο διανύεται, η απόσταση όμως η άλλη, η εγκεφαλικά μεταξύ των δύο λαών, δεν είναι τόσο εύκολο να κλείσει. Και πολύ φοβάμαι, ότι ολοένα πιο πολύ θα μεγαλώνει. Εκείνοι «συνωστίζονταν» (θα το ακούσουμε κάποια στιγμή στο μέλλον) για να αποτρέψουν την ανοικοδόμηση, όχι για να παίξουνε μπουγέλο, ούτε για να προλάβουν πρώτοι το iphone. Αξίζει; Είμαστε ικανοί και αντέχουμε να μην «συνωστιζόμαστε» (θα γίνω Ρεπούση στη θέση της Ρεπούση στο τέλος) έξω από τέτοια «μέγαρα» και να καταλάβουμε ότι η ομορφιά του μαγαζιού του κυρ Θανάση στη γωνία, με το ωραίο αυτοσχέδιο στεγαστράκι, την προσεγμένη του πόρτα στο κατώφλι, το τελείωμα που κάνει το αρμοκάλυπτρο της πόρτας, τα καθίσματά του δουλεμένα με το χέρι ή ο πάγκος του, είναι υπέρτερης αξίας από καθετί που έρχεται έτοιμο και στυλιζαρισμένο να μας φορεθεί, μόνο και μόνο γιατί έτσι θέλουν κάποιοι στο όνομα της ανάπτυξης.