Το κράτος χρωστάει στο λαό
του Δημήτρη Δημούλη
Το κοινωνικό χρέος
Επισημαίνει ο Bruno Théret[1] ότι τα αστικά κράτη συγκροτούνται και νομιμοποιούνται ως οφειλέτες του λαού τους. Οφείλουν παροχές για ικανοποίηση των αναγκών του λαού. Πρόκειται για τοκοινωνικό χρέος. Χρέος πρωταρχικό, διηνεκές (άρα απροσδιόριστου ύψους) και αμοιβαίο (ο λαός χρωστάει στον ίδιο το λαό με βάση κανόνες αναδιανεμητικής δικαιοσύνης).
Αντιθέτως, το “κυριαρχικό” ή κρατικό χρέος είναι παροδικό (συγκεκριμένου ύψους), με φορείς που δεν συμμετέχουν στη συγκρότηση του κράτους, είναι αποκλειστικά δανειστές και αποσταθεροποιούν το κράτος αφού αφαιρούν πόρους. Πολύ συχνά οι δανειστές είναι εγχώρια νομικά πρόσωπα. Ωστόσο δεν συμπεριφέρονται ως μέλη της εν λόγω κοινωνίας, αλλά ως ατομικοί κερδοσκόποι (με την κυριολεκτική σημασία του όρου).
Τι έκαναν οι κυβερνήσεις των Μνημονίων και ήδη κάνει η κυβέρνηση Τσίπρα; Εξυπηρετούν με απόλυτη προτεραιότητα το «κυριαρχικό» χρέος και παύουν να πληρώνουν το πρωταρχικό και διηνεκές κοινωνικό χρέος. Επιλέγουν δηλαδή να αγνοήσουν τη βάση νομιμοποίησής τους και μεταφέρουν κοινωνικούς πόρους σε εγχώριους και αλλοδαπούς καπιταλιστές. Το αποτέλεσμα είναι το «άπατο πηγάδι»[2] πολιτικών λιτότητας.
Η αρνητική πολιτική Τσίπρα-Βαρουφάκη
Διακρίνουμε τρεις στάσεις απέναντι στα πεπραγμένα της κυβέρνησης στις πρώτες εβδομάδες δράσης.
Πρώτη στάση. Πολλοί αριστεροί διαβλέπουν στη δράση και στις παραλείψεις της κυβέρνησης Τσίπρα «προδοσία». Απαντούμε πως η κυβέρνηση κάνει ό,τι θα έκανε οποιοσδήποτε πολιτικός εκπρόσωπος (κατά Σαββόπουλο: έρημος και απρόσωπος) όταν δεν αντιμετωπίζει λαϊκή πίεση, όταν δηλαδή δεν υπάρχει κίνημα που να διεκδικεί και να επιβάλλει. Οι εκπρόσωποι ενός αστικού κράτους διαχειρίζονται το υπάρχον με τους όρους που επιβάλλει το κεφάλαιο. Μέχρι κάποιος να τους σταματήσει.
Δεύτερη στάση. Οι δεξιοί επιχαίρουν για το «ρεαλισμό» και την «προσγείωση» του Σύριζα και μέμφονται όσους είχαν φρούδες ελπίδες για έξοδο από το Μνημόνιο. Αγαπήστε τις αλυσίδες σας. Πρόκειται για την αντίληψη ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση στην «παγκοσμιοποιημένη» οικονομία και πολιτική. Οι δεξιοί, τα ΜΜΕ και ήδη αρκετοί κυβερνητικοί παράγοντες του Σύριζα ισχυρίζονται ότι βρισκόμαστε σε μονόδρομο, ενώ είμαστε σε σταυροδρόμι.[3]
Είναι αξιοσημείωτο το ότι η Αριστερά της δραχμής και το ΚΚΕ συμφωνούν στη θέση περί μονοδρόμου. Ισχυρίζονται πως ήταν απολύτως αδύνατο ο Σύριζα να αλλάξει κάτι στην Ευρωζώνη και στον «ιμπεριαλισμό» και τώρα επιχαίρουν γιατί επαληθεύτηκαν. Ξεχνώντας ότι δεν υπάρχει νομοτέλεια και όλες οι τίγρεις μπορεί να γίνουν χάρτινες.
Τρίτη στάση. Η μεγάλη πλειοψηφία του λαού φαίνεται ικανοποιημένη, εθνικά υπερήφανη και εφησυχασμένη. Συνιστά ψυχραιμία και υπομονή. Give peace a chance, μου είπε ένας φίλος. Θα συμφωνούσαμε με αυτή την άποψη εάν η πολιτική εξαντλούνταν σε δημοσκοπήσεις του στυλ «υπέρ ή κατά». Ήμουν και εξακολουθώ να είμαι υπέρ του Σύριζα. Το καθοριστικό ερώτημα είναι όμως άλλο. Στα τέλη Φεβρουαρίου 2015, η κυβέρνηση Τσίπρα αποφάσισε να συνεχίσει το Μνημόνιο σε λίγο ηπιότερη μορφή. Όποιος διαφωνεί με αυτή τη θεμελιακή απόφαση δεν μπορεί να μείνει σιωπηλός, ελπίζοντας ότι μελλοντικά τα πράγματα θα αλλάξουν και ότι η κυβέρνηση θέλει χρόνο, ανάσες, γέφυρες και άλλες ρητορίες εν αμαρτίαις.
Κατά τη γνώμη μας, η δράση της κυβέρνησης Τσίπρα δεν είναι προβληματική λόγω προδοσίας, αδυναμίας ή κάποιου άλλου υποκειμενικού χαρακτηριστικού της. Το πρόβλημα έγκειται στην αντικειμενική υφή της ακολουθούμενης πολιτικής που προτείνω να ονομάσουμε αρνητική.
Ο όρος δηλώνει το ότι η κυβέρνηση επέλεξε να ξεκινήσει τη δράση της διαπραγματευόμενη με τους δανειστές και όχι λαμβάνοντας μέτρα του προγράμματός της. Και διαπραγματεύτηκε με τον ηττοπαθή τρόπο του κοινού οφειλέτη τράπεζας. Δεν αμφισβητεί την οφειλή καθεαυτή. Ορκίζεται ότι θα πληρώσει. Και συμφωνεί με το νομικό πλαίσιο που διέπει το χρέος του. Απλά ζητά διευκολύνσεις: εκπτώσεις, παρατάσεις, δόσεις, μερική άφεση, «ανάσα»… Δεν έχουμε διαπραγμάτευση περί του βασικού αντικειμένου, περί αιτίων και συνεπειών του χρέους. Αλλά μόνον εκκλήσεις του αδυνάτου για βοήθεια από τον Δυνατό που έχει το Νόμο στο πλευρό του. Η κυβέρνηση Τσίπρα ακολουθεί πολιτική αρνητική, διότι θέλει να περιορίσει τις δυσμενείς συνέπειες εκείνου που «ισχύει» και «οφεiλεται».
Η θετική πολιτική πληρωμής του κοινωνικού χρέους
Ο Σύριζα υπόσχεται από το 2012 μια σειρά συγκεκριμένων και κοστολογημένων μέτρων που συνιστούν θετική πολιτική δράση. Πρόκειται για την εκτέλεση ενός φιλόδοξου σοσιαλδημοκρατικού προγράμματος με σκοπό τη διαρκή πληρωμή του κοινωνικού χρέους που οι προηγούμενες κυβερνήσεις έπαψαν να εξυπηρετούν.
Πρόκειται, σχηματικά, για τα εξής:
– αύξηση μισθών και συντάξεων,
– αύξηση του έμμεσου μισθού με ενίσχυση των υπηρεσιών του κοινωνικού κράτους (άρα νέες προσλήψεις),
– κρατικοποιήσεις (άρα νέες προσλήψεις),
– φορολογικές ελαφρύνσεις για τους κοινωνικά αδύναμους,
– μέτρα οργάνωσης και στήριξης της παραγωγής με βάση την αύξηση της λαϊκής κατανάλωσης (άρα οικονομική μεγέθυνση και νέες προσλήψεις).
Αυτό το θετικό πρόγραμμα συνοδεύεται από μέτρα αύξησης των κρατικών εσόδων μέσα από υψηλή φορολόγηση πλουσίων και μετατροπή των φοροφυγάδων σε φοροπληρωτές. Και θα έπρεπε να συνοδεύεται (καίτοι ο Σύριζα δεν το υποσχέθηκε) από εξοικονόμηση κρατικών πόρων χάρη στη μείωση του προσωπικού και των δαπανών εξοπλισμού στους αντιλαϊκούς τομείς του κράτους: στρατός, αστυνομία, μυστικές υπηρεσίες, ιερωμένοι (ως δημόσιοι υπάλληλοι).
Αντί να αρχίσει να υλοποιεί το θετικό πρόγραμμα με βάση το ισχυρότατο επιχείρημα της λαϊκής κυριαρχίας, ο Σύριζα ξεκίνησε απο το αρνητικό πρόγραμμα ρύθμισης του χρέους. Και – ω, της εκπλήξεως – διαπίστωσε ότι οι δανειστές δεν του επιτρέπουν να υλοποιήσει το πρόγραμμά του.
Δεν αναφερόμαστε εδώ σε σοσιαλιστική προοπτική ούτε σε διαδικασίες για άμεσο λαϊκό έλεγχο στο κράτος και στην οικονομία. Έχουμε απλά στο νου μας τον τρόπο λειτουργίας ενός αστικού κράτους που δεν επιδιώκει να εξαθλιώσει τις λαϊκές τάξεις.
Να βγούμε στους δρόμους λοιπόν, απαιτώντας να εφαρμοσθεί η θετική πολιτική που θα επιτρέψει στο ελληνικό κράτος να εξυπηρετήσει το κοινωνικό χρέος της απέναντι στους κατοίκους της χώρας. Να απαιτήσουμε να υλοποιηθεί εκείνο που ο Γιάννης Μηλιός ονόμασε στρατηγική των αναγκών.[4] Με απλά λόγια, να πιέσουμε την κυβέρνηση να μας δώσει όσα μας ανήκουν και όσα μας υποσχέθηκε.
[1] B. Théret, 2014, Pour un fédéralisme monétaire européen. In Badiou, A. et al. Le symptôma grec. Paris: Lignes, σ. 49-51.
[2] Στο ίδιο, σ. 50.
[3] Βλ. τις σκέψεις του Άκη Γαβριηλίδη με αφορμή τα υποτιθέμενα οικονομικά λάθη των διαφωνούντων με την κυρίαρχη οικονομική πολιτική (https://nomadicuniversality.wordpress.com/2015/01/19 ).
[4] Γ. Μηλιός, 2014, Από την κρίση στην κυβέρνηση της Αριστεράς. Η στρατηγική των αναγκών. Αθήνα: Πεδίο.