Της Χυδαιότητας Ανάγνωσμα
από Συνεργοί Παραλληλογράφοι
αναδημοσίευση από: http://parallhlografos.wordpress.com/2013/09/21/xydaiotitas-anagnosma/#comment-143070
του Ιουλιανού
Στις 19-9-2013 ο Στέφανος Κασιμάτης έγραψε στην Καθημερινή:
«Τα κόμματα είναι, κατά το καθιερωμένο, συνταγματικής προελεύσεως στερεότυπο, οι «πυλώνες του δημοκρατικού πολιτεύματος». Να ρωτήσω, λοιπόν: Είναι και η Χρυσή Αυγή ένας από τους πυλώνες αυτούς; Βεβαίως, δεν θα τολμούσε κανείς να απαντήσει καταφατικά, εφόσον αντιλαμβάνεται τι σημαίνει «δημοκρατία», παρεκτός αν θέλει να την ειρωνευτεί.»
Δεν αμφισβητώ ότι ο κ Κασιμάτης πέρα από βαθιά, όσο ο πάτος ενός πηγαδιού, δημοκράτης, κρύβει στο κρανίο του ένα μηχανισμό στα νευρωνικά του δίκτυα που του προσφέρει αρμονικές δομές αντίληψης με συνοχή.
Έτσι βαθυστόχαστα και προπαντός έντιμα ο ίδιος αρθογράφος έγραφε μόλις ένα χρόνο πριν, στις 16/09/2012:
«Όσοι πιστεύουμε στην δημοκρατία οφείλουμε ένα μεγάλο “ευχαριστώ” στην Χρυσή Αυγή – και σοβαρολογώ απολύτως. Της το οφείλουμε για την ευκαιρία που μας προσφέρει -και μάλιστα την ώρα που την έχουμε μεγαλύτερη ανάγκη- ώστε να διορθώσουμε λάθη δεκαετιών και να κάνουμε μια νέα αρχή στην πολιτική ζωή. Είναι η ευκαιρία που δίνεται στη νομιμότητα να αναμετρηθεί, επιτέλους, με την οιονεί νομιμοποιημένη βία της Αριστεράς: αυτό το καρκίνωμα της Μεταπολίτευσης (…).
Προσοχή! Τέτοια αρθογραφία αποτελεί, πέρα από εγκεφαλική πρόκληση, απόλυτα αγνή κοινωνιολογική επιστήμη. Μόνο όμως για όσους διαθέτουν ισοπεδωμένη συνείδηση. Ωστόσο η «νέα αρχή στην πολιτική ζωή» συντελέστηκε με αίμα γυρίζοντας το ρολόι της ιστορίας 60 χρόνια πίσω. Το λάθος όμως είναι της μεταπολίτευσης διότι ο κ Κασιμάτης υποθέτει ότι οι λόγοι που :
«…η αποκατάσταση της δημοκρατίας το 1974 δεν περιέλαβε και έναν νόμο περί κομμάτων κατά τα ευρωπαϊκά πρότυπα πρέπει να αναζητηθούν στις ιδιαίτερες συνθήκες και στο πολιτικό κλίμα της Μεταπολίτευσης: ίσως η νομιμοποίηση του ΚΚΕ να μην ήταν δυνατή αν υπήρχε τέτοιος νόμος· και τι είδους αποκατάσταση της δημοκρατίας θα ήταν αυτή με εκτός νόμου τον ιστορικό -και, την εποχή εκείνη, τον κατ’ εξοχήν- εκφραστή της Αριστεράς; Με τον τρόπο αυτόν, όμως, ανοίξαμε έναν δρόμο για την υπονόμευση της δημοκρατίας και, σε τελευταία ανάλυση, για τον κατακερματισμό της κοινωνίας.»
Ο κ Κασιμάτης μάλιστα διεκδικεί και τον τίτλο του πρωτοπόρου αντί- αντιφασίστα.
Έγραφε στην καθημερινή για «Το φαινόμενο της Χρυσής Αυγής» :
«Έχω την εντύπωση ότι, σε ένα πρώτο επίπεδο, η στάση τους είναι η αντίδραση στο φαινόμενο της αριστερής βίας, που εισήγαγε στην πολιτική και κοινωνική ζωή ο ΣΥΡΙΖΑ με τους κουκουλοφόρους του τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Οι οπαδοί του ΚΚΕ μπορεί να φρίττουν όταν οι τρίτοι τους βάζουν στο ίδιο καλάθι με τα γκρουπούσκουλα των Εξαρχείων, αλλά για τους μη ανήκοντες στην Αριστερά οι διαφορές της μαρξιστικής θεολογίας είναι εξίσου ασήμαντες με τους προβληματισμούς των θεολόγων του Μεσαίωνα για το φύλο των αγγέλων. Αν οι προστατευόμενοι του ΣΥΡΙΖΑ μπορούν να καίνε την Αθήνα και να δολοφονούν τους εργαζομένους της Marfin χωρίς να αντιμετωπίζουν τις συνέπειες, είναι επειδή το ΚΚΕ άνοιξε τον δρόμο, κάνοντας αποδεκτή καθημερινότητα την κατάληψη των δρόμων από τον κομματικό στρατό του κάθε τρεις και λίγο. Έτσι φθάσαμε στο σημείο, όπου ακούς: «Γιατί να είναι το ΚΚΕ στη Βουλή και όχι η Χρυσή Αυγή;». «Επειδή το ΚΚΕ το συνηθίσαμε», όπως λέει ένας φίλος, με την απλότητα της σοφίας.»
Οι σκέψεις, οι ιδέες, οι συνειδήσεις βιάζονται, λεηλατούνται, σκυλεύονται. Ένα μαχαίρι αστράφτει. Η σάρκα διαλύεται. Τα κόκαλα τσακίζονται με μανία. Ο Παύλος έχει χάσει το στέρεο έδαφος κάτω από τα πόδια του…
Και μέσα σε όλα αυτά η Ι. Μάνδρου αναφωνεί: «Ξέρουμε ποιοι έκαψαν τη Μαρφίν και δεν ήταν η Χ.Α.» Δέος, σαστιμάρα. Ξέρει η Μάνδρου ποιοι δολοφόνησαν τους συνανθρώπους μας; Και γιατί δεν μας το λέει; Γιατί ο εισαγγελέας δεν την έχει καλέσει ακόμα; Αυτήν, την Μάνδρου που πάντα είναι με το μέρος του νόμου;
Αποπνικτικό το δίχτυ πάνω μας.
Σε πλήρη απαρτία λοιπόν η άρχουσα τάξη: πολιτικοί, τραπεζίτες, ΔΝΤ οικονομολόγοι πανεπιστημιακοί, δάσκαλοι, δημοσιογράφοι, τα οργανωμένα καπιταλιστικά συμφέροντα, οι μηχανισμοί πίεσης, τα εκδοτικά-εργολαβικά-εφοπλιστικά συγκροτήματα τύπου ΔΟΛ- ΣΚΑΙ-Μπόμπολα ακόμα και κυβερνητικά συνδικάτα έχουν εγκλωβίσει την χώρα σε ένα θανατηφόρο μηχανισμό: μείωση των δημοσίων δαπανών για υγεία, πρόνοια, εκπαίδευση. Ευέλικτο ωράριο εργασίας με ταυτόχρονη αποδέσμευση του μισθού από τις ανάγκες του εργαζόμενου. Κοινώς γαλέρα. Απολύσεις, μαζική ανεργία, υποαπασχόληση. Η πλειονότητα του πληθυσμού να πέφτει στην ανέχεια και την φτώχεια. Απόλυτη εξαθλίωση. Διαφθορά, πελατειακές σχέσεις, «διαρθρωτικές προσαρμογές» ιδιωτικοποιήσεις τύπου ΟΠΑΠ. Όπου ένας υπόδικος(;) αγοράζει μια δημόσια επιχείρηση με αντίτιμο 600 εκατομμύρια- όσο το χρονιάτικο κέρδος της- που όμως δεν τα διαθέτει αλλά θα τα δανειστεί από τράπεζες που διασώθηκαν με δημόσιο χρήμα. Με δανεικά δηλαδή του κράτους ο επενδυτής Μελισσανίδης αγόρασε μια δημόσια επιχείρηση.
Ωστόσο η ανεργία, ο αποκλεισμός από το δικαίωμα της εργασίας δηλαδή, ο αποκλεισμός από την οικονομική ζωή, η εξαθλίωση, η πείνα, η καταπίεση και ο φόβος, είναι παράγοντες αρνητικοί, και επομένως δεν μπορούν να λειτουργήσουν υπέρ της ενότητας, της αλληλεγγύης, ανάμεσα στην εργατική τάξη. Η ανεύρεση του μεροκάματου γίνεται σε αυτό το στάδιο ο στόχος ζωής. Προέχει η επιβίωση που με την σειρά της θα προκαλέσει ανοχή και ανεκτικότητα στον αντιδραστικό λαϊκισμό του φόβου που καλλιεργείται τρία χρόνια τώρα από την εξουσία. Έτσι κι αλλιώς ο «λαός» αποτελείται από σειρά ομάδων, συλλογικών οντοτήτων, και εντάσσεται σε κοινωνικά στρώματα με ανόμοια συμφέροντα. Η εξάλειψη ή μείωση των αντιθέσεων ή των συγκρούσεων μεταξύ των, κάνουν το όποιο πολίτευμα βιώσιμο.
Άλλωστε μόνιμη τάση του καπιταλιστικού συστήματος για να μπορεί να λειτουργεί και να αναπαράγεται είναι η αλλοτρίωση και παθητικοποίηση των μελών της κοινωνίας. Η αλλοτρίωση αυτή τείνει να γίνεται ολική και ολοκληρωτική όσο μεγαλώνει η συγκέντρωση της παραγωγής μα και του κεφαλαίου σε λίγα χέρια. Κρίση το ονομάζουν. Μα όλα αυτά δείχνουν την φασιστική φύση του συστήματος.
Ποιοι νομιμοποίησαν τον φασισμό;
Tα τελευταία χρόνια της «κρίσης» έχει επιτευχθεί μια «μίμηση» του ακροδεξιού λόγου από τα αστικά κόμματα μα και από την πλειοψηφία των ΜΜΕ. Έτσι, είναι τα ίδια τα κόμματα αυτά που παράσχουν νομιμοποίηση και συμβάλουν στην «ομαλοποίησή» των φασιστικών ιδεών.
«Η Χρ.Αυγή είναι το πιο γνήσιο κίνημα από τη μεταπολίτευση και μετά». Αναφωνεί ο συνεργάτης της υπεύθυνης και δημοκρατικής αριστεράς του Κουβέλη, A. Λοβέρδος. Τον οποίο δεν τον ενδιαφέρει καθόλου το τι είναι ο φασισμός, τα αίτια της γέννησης του ή της πολύμορφης ανάπτυξης του. Ξέρει όμως τι εκπροσωπούν οι καραφλοί αγράμματοι της Χρ.Αυγής σε τέτοιες δύσκολες στιγμές για τον αγαπημένο του καπιταλισμό.
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Μπάμπης Παπαδημητρίου:
«Αφού καλείτε εσείς, κ. Μηλιέ, το ΚΚΕ για συνεργασία, να δείξετε ανοχή σε τυχόν συνεργασία της Ν.Δ. με τη Χρυσή Αυγή, τη σοβαρή Χρυσή Αυγή βέβαια».
Οι διαμορφωμένες από τα πριν κοινωνικές συνθήκες και η κατευθυνόμενη «κοινή γνώμη» σε αυτό το στάδιο επιτρέπουν την αποδέσμευση από το περιθώριο των φασιστικών ιδεών με ουσιαστικό επίκεντρο τον εθνικισμό και την διάδοση του μέσα σε ορισμένα κοινωνικά στρώματα. Μεσαία στρώματα, που μέχρι τα πριν κρατούσαν μια άθικτη κοινωνική θέση, και κατώτερα που διακατέχονται από μεγάλη απογοήτευση για την πεζότητα και χωρίς μέλλον ζωή τους. Ταυτόχρονα ο Μπάμπης ως λαγός του Αλαφούζου, απλώνει τα «δίχτυα» του και στέλνει μηνύματα στην άκρα δεξιά των φασιστών του Μιχαλολιάκου μέχρι την δεξιά της ΝΔ και των «υπεύθυνων δυνάμεων» που όπως έχει αποδειχτεί ιστορικά, κανένα πρόβλημα δεν έχουν να δώσουν το χέρι τους στο φασισμό προκειμένου «να σώσουν την πατρίδα» από επικίνδυνες ανατροπές όπως αυτές που περιγράφει ο Πάσχος Μανδραβέλης:
«Στη χώρα μας ο νόμος δεν ήταν υπέρτερος κάθε «δικαίου», έγινε το προϊόν των αντάρτικων της Κερατέας, της Χαλκιδικής και των ταγμάτων εφόδου στα πανεπιστήμια. Η ανομία επενδυόταν με κάθε είδους αριστερά φληναφήματα περί «δικαίου» που παράγει η επανάσταση (δηλαδή η συνάθροιση εκατό χουλιγκάνων), περί «πολιτικής ανυπακοής» δίχως ποινές, περί της «αναγκαίας βίας» για να αλλάξουν οι δομές του συστήματος.»
Όπως λέει και ο Μπρέχτ: «Αυτοί ή θα αφανιστούν από το φασισμό ή θα προθυμοποιηθούν να μην κάνουν καμιά ενέργεια εναντίον του ή θα προθυμοποιηθούν να κάνουν τα πάντα γι’ αυτόν. Θα αμφιταλαντεύονται στο βαθμό, που θα τους παρασύρει η ελπίδα τους, ότι το σύστημα της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής μπορεί να σωθεί χωρίς την επιβολή βαρβαρότητας».
Έτσι η συνδικαλιστική δράση, απεργίες, συλλαλητήρια, αμφισβήτηση του συστήματος και γενικά κάθε πολιτική πράξη αντίστασης, το δικαίωμα του λαού να αντιπαλεύει την άδικη αντιλαϊκή πολιτική, εξωραΐζεται και ενοχοποιείται από πρόθυμους οι οποίοι προσπαθούν να ταυτίσουν στη συνείδηση της κοινωνίας τις εργατικές κινητοποιήσεις με την βία των καραφλών αποβρασμάτων.
Γράφει ο Μπάμπης:
«Ομως, μια αριστερή αλλαγή καθεστώτος, μέσω μιας σοσιαλιστικής Ελλάδας, θα προκαλέσει σοβαρότατη αντίδραση.
Ο σημερινός χώρος των εθνικιστών και άλλων πολιτών που αναδεικνύουν, δημοσκοπικώς, τη Χ.Α. σε ρυθμιστικό παράγοντα, εύκολα θα συμπαραταχθεί σε μια Συντηρητική Συμμαχία, εγκαταλείποντας ορισμένες ακραία αποτρόπαιες συμπεριφορές.
Ας το ξανασκεφτούν όσοι, στην ευρύτερη Αριστερά, συνεχίζουν να παίζουν με τη φωτιά, υποσχόμενοι στον λαό παροχές και ανατροπές που δεν θα μπορούσαν ποτέ να πραγματοποιήσουν. Σε τελευταία ανάλυση, ο εθνικισμός δεν είναι ντροπή!»
Όντας ο φασισμός, ανάμεσα σε άλλα, βάση του εποικοδομήματος στην καπιταλιστική κοινωνία παρουσιάζει και ποικιλομορφία πέρα από την αιματηρή εχθρότητα του στην αριστερά που παραδέχεται και ο Μπάμπης. Με τη βοήθεια της δημοσιογραφίας, η συστηματική προσπάθεια να αποταξικοποιηθεί το ζήτημα του φασισμού και να αποδεσμευτεί από το κοινωνικό σύστημα που τον γέννησε, και να κρύψει ποιους υπηρέτησε και υπηρετεί, και εναντίον ποιων στράφηκε και σε ποιους στρέφεται η κτηνωδία του, πέτυχαν τον απόλυτο έλεγχο μα και την φασιστικοποίηση μεγάλου μέρους της κοινωνικής βάσης του συστήματος τους. Με άλλοθι τον εθνικισμό.
Γι αυτό και το Protagon με την πένα του Τάκη Μίχα γράφει:
«Και τώρα έρχομαι στο πιο ενδιαφέρον, πρόσφατο παράδειγμα: Αυτό αφορά τον χαρακτηρισμό της Χρυσής Αυγής ως «ναζί»; Το ερώτημα εδώ είναι γιατί χρησιμοποιείται αυτός ο ξένος όρος τη στιγμή που υπάρχει ένας ωραιότατος ελληνικός όρος για να αποδώσει το ίδιο φαινόμενο – δηλαδή, «εθνικοσοσιαλιστές»; Γιατί, λοιπόν, «ναζί» και όχι «εθνικοσοσιαλιστές»; Πρόκειται για μια τυχαία επιλογή;Ασφαλώς όχι! Η γενικευμένη χρήση του όρου «ναζί» και η εξαφάνιση του ελληνικού όρου «εθνικοσοσιαλιστές» εξυπηρετεί καίριες σκοπιμότητες του Kομιτάτου.» (των Αριστερων). Διότι μία τυχόν γενικευμένη χρήση του όρου «εθνικοσοσιαλιστές» σε κάποια φάση θα οδηγούσε κάθε καλόπιστο πολίτη να θέσει το ερώτημα: «Πού διαφέρει ο σοσιαλισμός της Χ.Α. από αυτόν του Σύριζα ή του ΚΚΕ; Τι το κοινό έχουν για να χαρακτηρίζονται με τον ίδιο τρόπο;»
Θα πρέπει οι φιλελεύθεροι πολίτες να αρνούνται να χρησιμοποιούν τη γλώσσα του Κομιτάτου και να βροντοφωνούν: Δεν υπάρχουν «δυνάμεις καταστολής». Υπάρχουν δυνάμεις ασφαλείας. Δεν υπάρχουν «αντιεξουσιαστές». Υπάρχουν χούλιγκανς, δολοφόνοι και ληστές. Δεν υπάρχουν Έλληνες «ναζί». Υπάρχουν Έλληνες εθνικοσοσιαλιστές.
Έτσι κι αλλιώς η «κοινή γνώμη » των «φιλελεύθερων πολιτών» υποκρίνεται ότι δεν ακούει τις οιμωγές των ταξικά βασανιζομένων συμπολιτών μας που διαδραματίζονται πίσω από τους νόμους της δημοκρατίας μας, γιατί νιώθει ένα ιερό δέος μπροστά στις καθαγιασμένες μυστικιστικές αξίες όπως : «εθνικό συμφέρον», «ομοψυχία του Έθνους», «να σωθεί η πατρίδα» .
Τι κι αν έκοψαν μισθούς, συντάξεις και διαλύουν τα ψίχουλα της κοινωνικής ασφάλισης. Τι κι αν σε θυσιάζουν με «πόνο» στα εργασιακά κάτεργα των «ελεύθερων ζωνών» χιλιάδες ανθρώπους του μόχθου; Τι κι αν έμεινες άνεργος; Εάν έχεις πρόβλημα επιβίωσης και δεν μπορείς να θρέψεις την οικογένεια σου; Σε ενοχλεί η φτώχεια σου και νιώθεις τα αστικά κόμματα εχθρό;
Το «εθνικό συμφέρον» απαιτεί «ομοψυχία του Έθνους», οπότε παραιτήσου από κάθε διάθεση αντίστασης, ενσωματώσου, προσαρμόσου και αποκήρυξε και καταδίκασε την βία από όπου και αν προέρχεται.
Το είπε και ο Γιάννης Πρετεντέρης με ακλόνητο νομιμόφρον φρόνημα:
«Από την άκρα Δεξιά ως την άκρα Αριστερά. Από τη φοροδιαφυγή και τη διαφθορά ως τη μετανάστευση και την ανομία. Από τη Ραφήνα ως την Κερατέα. Όποιος λοιπόν θέλει να αντιμετωπίσει ριζικά τη Χρυσή Αυγή δεν έχει παρά να κηρύξει πόλεμο στα “σιωπηλά μοντέλα” που μας κατατρέχουν».
«Λυπάμαι, παιδιά, αλλά δεν υπάρχει καλή και κακή ανομία. Όπως δεν υπάρχουν δύο έννομες τάξεις – αυτή που μας γουστάρει και η άλλη… Η αριστερή τραγουδίστρια που κλέβει την Εφορία είναι το ίδιο κοινωνικά αποτρόπαια με τον μαυροντυμένο «φουσκωτό» που δέρνει Πακιστανούς. Στην ίδια βρύση ποτίζονται. Τα ίδια «σιωπηλά μοντέλα» υπηρετούν. Και όσο δεν το καταλαβαίνουμε, τόσο θα πληθαίνουν οι μαυροντυμένοι «φουσκωτοί».
Εκτός κι αν η Χρυσή Αυγή αποδειχθεί όντως χρυσή ευκαιρία. Μια ευκαιρία να μιλήσουμε όλοι για όλα και κατ’ αρχήν για τους εαυτούς μας»