«Ο νόμος, στην μεγαλοπρεπή του ισότητα, απαγορεύει και στους πλούσιους όπως και στους φτωχούς να κοιμούνται κάτω από τα γεφύρια ή στις παραλίες, να ζητιανεύουν στους δρόμους και να να κλέβουν ψωμί» καθώς και να μην πληρώνουν εισιτήριο στο τρόλεϊ θα μπορούσε να προσθέσει κανείς στην ρήση του Ανατόλ Φράνς. Δυστυχώς, όμως, σε μιά χώρα που η ανθρώπινη ζωή κοστίζει 1,40 ευρώ, αμέσως μετά την τραγωδία, τα στοιχήματα άρχισαν να πέφτουν βροχή για το ποιος κρατικός «διανοούμενος» ή αξιωματούχος θα ζητούσε πρώτος να σταλεί το πρόστιμο για την μια ακύρωση εισιτηρίου στην οικογένεια του νεκρού 18χρονου – και να τους κατασχεθεί το σπίτι ενδεχομένως αν δεν το πληρώσουν αμέσως. Το στοίχημα κέρδισε λίγες ώρες μετά το θάνατο του απελπισμένου αγοριού η συγγραφέας Λένα Διβάνη που σχολιάζοντας το γεγονός έγραψε στον προσωπικό της λογαριασμό στο twitter: «Συμπέρασμα. Οι ελεγκτές δεν πρέπει να κάνουν την δουλειά τους γιατί κάποιος τζαμπατζής μπορεί να πηδήξει έξω από το όχημα. Λογικό».
Αλήθεια, τι πιό λογικό από το να πηδάνε οι «τζαμπατζήδες» από τα τρόλει και οι χρεωμένοι από τα μπαλκόνια; Αυτοί οι σταμπαρισμένοι κηφήνες της κοινωνίας που με την στάση τους πιάνουν κορόιδα όλους τους υπόλοιπους, μαζί και την κυρία Διβάνη, που πληρώνουν κανονικά τις δόσεις τους και ακυρώνουν τα εισιτήριά τους. Και φυσικά όποιος τολμήσει να ψελλίσει έστω και λέξη για τα κρούσματα της μνημονιακής «καθημερινότητας της απόγνωσης» θα κατηγορηθεί πάραυτα ως φτηνός λαικιστής. Σαν τους λαικιστές συνεπιβάτες του αγοριού που προθυμοποιήθηκαν να πληρώσουν αυτοί από την τσέπη τους το αντίτιμο του εισιτηρίου στον μαινόμενο ελεγκτή που επέμενε να οδηγήσει τον «τζαμπατζή» στο αστυνομικό τμήμα. Αυτό όμως δεν χωράει στην λογική των κρατικών «διανοούμενων» που μη έχοντας μπει ποτέ στη ζωή τους σε τρόλει και λεωφορείο αδυνατούν να καταλάβουν την αλληλεγγύη των «κορόιδων» στους «τζαμπατζήδες» των ημερών μας. Γιατί απλά δεν ξέρουν πως η ανθρωπιά κρατιέται ακόμα από τις χειρολαβές των λεωφορείων.