Η Ελλάδα, όπως την «αγάπησαν» οι ναζί κατακτητές
//ΠαραλληλοΓράφος//
Ο μισελληνισμός των «Ελληναράδων»
Πίσω από τη φανατική προσκόλληση σε φράσεις αρχαίων συγγραφέων και τη χρήση γραμματικών τύπων της καθαρεύουσας, οι θιασώτες της ρατσιστικής βίας κρύβουν τη βαθιά τους απέχθεια σε κάθε τι πραγματικά ελληνικό
απο τον Ιό
Μετά από αρκετούς μήνες στην πρώτη γραμμή της δημοσιότητας, η Χρυσή Αυγή κατορθώνει να διατηρεί ή να διευρύνει τις δημοσκοπικές της επιδόσεις, χωρίς να κάνει ούτε βήμα πίσω στα φανατικά ναζιστικά της πιστεύω. Επιμένει βέβαια στην ευφημιστική μετωνυμία «εθνικισμός» για να εκφράσει τον εθνικοσοσιαλιστικό πυρήνα της πολιτικής της σκέψης, αλλά δεν παύει να στέλνει διαρκώς κωδικοποιημένα μηνύματα προς τους «μυημένους», προκειμένου να τους καθησυχάσει ότι δεν έχει αλλάξει απόψεις.
Αναγνωρίζοντας ότι δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλείς οι ναζιστικές απόψεις, η Χρυσή Αυγή καναλιζάρει τη δημόσια προπαγάνδα της σε αυτό που η ίδια θεωρεί ευνοϊκότερο πεδίο: την «ελληνολατρία». Υποτίθεται ότι όσα η ίδια πρεσβεύει για τη σημερινή ελληνική κοινωνία δεν είναι τίποτα άλλο παρά συνεπής εφαρμογή των απόψεων που μας κληροδότησε η κλασική ελληνική αρχαιότητα. Μάλιστα, η οργάνωση επιδίδεται σε μια συστηματική αλίευση αρχαίων «ρητών» ή «αποφθεγμάτων», προκειμένου να στηρίξει τον ρατσισμό, την ξενοφοβία και τη μισαλλοδοξία στους «αρχαίους ημών προγόνους».
Μ’ αυτόν τον τρόπο, βέβαια, το μόνο αποτέλεσμα είναι να αποδίδονται στους αρχαίους Ελληνες οι πιο σκοτεινές, βίαιες και απάνθρωπες πρακτικές που εφαρμόστηκαν στα μέσα του περασμένου αιώνα από τα ολοκληρωτικά καθεστώτα της Ευρώπης και κυρίως την εθνικοσοσιαλιστική Γερμανία, με αποκορύφωμα το ίδιο το Ολοκαύτωμα.
Πρόκειται για μια συστηματική διαστρέβλωση της ελληνικής παράδοσης και του περιεχομένου της αρχαίας ελληνικής γραμματείας που έχει γονιμοποιήσει τις αρχές του σύγχρονου ουμανισμού. Αλλά όλα αυτά είναι απορριπτέα από την ακροδεξιά προπαγάνδα. Οχι. Για τους σύγχρονους «Ελληναράδες» από την αρχαιότητα πρέπει να πάρουμε μόνο τον «Καιάδα», την «Κρυπτεία» και το πολύπαθο «Πας μη Ελλην Βάρβαρος». Πίσω, δηλαδή από τους επιφανειακούς ύμνους για τους «προγόνους» κρύβεται ένα βαθύ μίσος για κάθε τι ελληνικό.
Στην πλάτη του Ισοκράτη
Η ιδεολογική χρήση της αρχαίας ελληνικής γραμματείας δεν είναι βέβαια κάτι καινούργιο. Και η ανιστόρητη μεταφορά αρχαίων παραθεμάτων για να δικαιολογηθούν ο σύγχρονος εθνικισμός και η αντιμεταναστευτική υστερία ή να τεκμηριωθεί η «μοναδικότητα» του ελληνικού λαού «διά μέσου των αιώνων» δεν περιορίζεται ασφαλώς στη Χρυσή Αυγή.
Το πιο χαρακτηριστικό σχετικό παράδειγμα είναι το γνωστό απόσπασμα από τον «Πανηγυρικό» του Ισοκράτη, σχετικά με τον προσδιορισμό των Ελλήνων ως εκείνων που «μετέχουν» της ελληνικής παιδείας. Από τις αρχές της περασμένης δεκαετίας και με αφορμή τη διαμάχη για το αν πρέπει να κρατούν οι άριστοι μαθητές την ελληνική σημαία, ανεξάρτητα από το αν είναι γόνοι μεταναστών, το απόσπασμα αυτό βρέθηκε στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης. Και πολλοί «αλβανοφάγοι» έσπευσαν να δώσουν τη δική τους ερμηνεία, επιμένοντας ότι ο αρχαίος ρήτορας δεν εννοούσε κάτι παρόμοιο και ότι αντιθέτως επέμενε στη «φυλετική» ανωτερότητα των Ελλήνων (Ιός, 1.11.2003).
μεταμοντέρνοι εθνικοσοσιαλιστές της πλατείας Αττικής
Το ΛΑΟΣ και η Χρυσή Αυγή πρωτοστάτησαν βέβαια στην «αποκατάσταση» του «φυλετισμού» του Ισοκράτη. Κάθε λίγο και λιγάκι η ναζιστική εφημερίδα επανέρχεται στο ζήτημα με κείμενα όπως «Ο φυλετιστής Ισοκράτης και οι “αντιρατσιστές” διαστρεβλωτές της αλήθειας» (15.2.2002), «Ο ρατσιστής Ισοκράτης» (1.3.2002), «Ο φυλετιστής Ισοκράτης» (30.10.2003), «Ο ρατσιστής Ισοκράτης» (20.11.2003), «Ο Ισοκράτης, ο Σωκράτης, οι αντιρατσιστές και ο Τσενάι» (27.10.2004), «Μια φράση και η διαστρέβλωση της αλήθειας» (24.6.2009).
Αυτό που έμεινε έξω από τη συζήτηση είναι η ουσία του ζητήματος. Οτι δηλαδή η σύγκριση της σημερινής κοινωνίας με την αρχαία «πόλη-κράτος» είναι ανιστόρητη και αδιέξοδη, ενώ είναι δεδομένο ότι η συγκρότηση των σύγχρονων εθνικών κρατών, και μάλιστα στα Βαλκάνια, στηρίχτηκε σε μεγάλο βαθμό στον εκπαιδευτικό μηχανισμό. Τα σχολεία, δηλαδή, υπήρξαν τα κέντρα στα οποία σμιλεύτηκε η εθνική συνείδηση των λαών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, δίνοντας στη φράση του Ισοκράτη το σύγχρονο νόημά της.
Αυτά βέβαια είναι ψιλά γράμματα για τους θαυμαστές του «ρατσιστή» Ισοκράτη, οι οποίοι θεωρούν «παιδεία» το «παίδεμα» των άλλων. Υπάρχουν πάντως και χειρότερα. Είναι τα σημεία που οι κήρυκες του εθνικισμού δεν διστάζουν να διαστρεβλώσουν τα αρχαία κείμενα προκειμένου να τα εντάξουν στην προπαγάνδα τους. Προτού αναλάβει καθήκοντα στο υπουργείο Υγείας, ο Αδωνις Γεωργιάδης παρουσίαζε στην εκπομπή τηλεπωλήσεων που διατηρεί σε πολλά κανάλια με τον αδελφό του την επανέκδοση του «Λεξικού των ελληνικών και ρωμαϊκών αρχαιοτήτων» του Σμιθ, το οποίο είχε κυκλοφορήσει το 1890. Σε όλη την εκπομπή του, ο πρώην γραμματέας του ΛΑΟΣ, επανερχόταν στο λήμμα «Ξενία» του λεξικού, θεωρώντας ότι είχε ξετρυπώσει λαβράκι, με το οποίο θα κατατρόπωνε τους «κουλτουριαραίους», οι οποίοι τολμούν να συνδέουν την οφειλόμενη στάση απέναντι στους πρόσφυγες και τους μετανάστες με την ιερή ελληνική παράδοση της φιλοξενίας, η οποία έχει τις ρίζες της στην αρχαιότητα και τη λατρεία του Ξενίου Διός.
Κάθε λίγο και λιγάκι διάβαζε μια φράση από το λήμμα αυτό: «Παρά τοις αρχαίοις ο μη Ελλην ξένος εθεωρείτο ως εχθρός και βάρβαρος». Αυτή τη φράση ο κ. Γεωργιάδης την ερμήνευε ως εξής: «Δηλαδή, η έννοια του Ξενίου Διός ήταν μόνο μεταξύ των Ελλήνων. Δεν έχει να κάνει με τους αλλοδαπούς, να πείτε στους διάφορους θολοκουλτουριαραίους».
Μόνο που το Λεξικό λέει το ακριβώς αντίθετο. Ακριβώς μετά τη φράση που επαναλάμβανε μονότονα ο κ. Γεωργιάδης, αναγράφονται τα ακόλουθα:
«Ο ερχόμενος δε εις χώραν τινά ουχί επί εχθρικώ τινι σκοπώ, φαινομένως τουλάχιστον, ενομίζετο ως ου μόνον προστασίας δεόμενος, αλλά και ως ικέτης. Ο Ζευς δε ην η προστάτειρα των ξένων και των ικετών θεότης. Οθεν εκαλείτο Ζευς Ξένιος και Ικετήσιος. [...] Αμα αφικομένου ξένου, οιασδήποτε τάξεως και γένους, εδέχοντο αυτόν ευμενώς και παρείχον αυτώ πάντα τα προς ανάπαυσιν και θεραπείαν των αμέσων αυτού αναγκών επιτήδεια. Ο ξενούμενος αυτόν δεν ηρώτα τις ήτο ούτος, ή δια τι ήλθεν εις την οικίαν αυτού πριν ή εκτελέση τα της ξενίας καθήκοντα. Εν όσω δε διέμενε παρ’ αυτώ, εθεώρει ως ιερώτατον καθήκον το προστατεύειν αυτόν από πάσης καταδιώξεως, και εάν έτι ανήκεν εις πολιτικώς εχθράν φυλήν».