Τί θα κάνουμε με την ανεργία; Τί σκέφτεστε να κάνετε; Απευθύνομαι σε φίλες και φίλους, μοναχικούς και μοναχικές, ζευγάρια, οικογένειες με ένα και δύο και τρία παιδιά, άνεργους και άνεργες. Απευθύνομαι σε φίλους και φίλες που δεν είναι άνεργοι αλλά θα είναι οσονούπω, σε λίγους μήνες, είναι βέβαιο, το γνωρίζουν πολύ καλά και οι ίδιοι, το περιμένουν. Απευθύνομαι σε φίλους και φίλες που ψιλοδουλεύουν και ψιλοζούν -τετράωρο και 300, 400 εβρά, δεν φτάνουν ούτε για ενοίκιο και λογαριασμούς – χωρίς ένσημα, εννοείται. Απευθύνομαι σε φίλους και φίλες που δουλεύουν για 500 εβρά το χρόνο, οχτάωρο, λέμε τώρα, που κάνουν τσιμπούκια με τον κώλο, που σπαταλούνε τη ζωή τους και τη ζωτικότητά τους και άλλοι από αυτούς δυσφορούν κι άλλοι λένε ανέκδοτα. Να ἐνα:
Συναντιούνται δυο γνωστοί μετά από καιρό, ο ένας από αυτούς βλέπει τον άλλον θλιμένο και τον ρωτάει τί του συμβαίνει. Ἀσε, τον λέει, γύρισα στο σπίτι από τη δουλειά και βρήκα τη γυναἰκα μου στο κρεβάτι με άλλον.
– Έλα, ρε μαλάκα, έχεις δουλειά;
Η έκπληξη αυτή, φίλες και φίλοι, δεν συμπυκνώνει μόνο το παρόν και το μέλλον, δεν καταγράφει απλώς την εποχή μας – ιεραρχεί και τις ανάγκες μας: τώρα πια, ας έχω εγώ δουλείά κι ας γαμιέται η γυναίκα μου! Το γνωρίζετε πολύ καλά (κι αν όχι, θλίβομαι), ότι η ανεργία θα αυξἀνεται τα επόμενα χρόνια -η ανεργία των νέων σήμερα (60%), θα είναι η ανεργία των ενηλίκων αύριο. Κι όταν λέω αύριο εννοώ το 2016, το 2020, το 2030, το 2040. . . Σήμερα, όσοι και ὀσεςζουν περιμένοντας να μην μείνουν άνεργοι, ζουν περιμένοντας να βρουν δουλείά, θα ζουν περιμένοντας. Αόρατες βαρειές αλυσίδες η προσδοκία και η ελπίδα!
Να ζω περιμένοντας να σχηματίσει κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ και να επιλύσει το πρόβλημα της ανεργίας, τί ντροπή! Να ζω περιμένοντας την επανάσταση για να καταργηθεί η μισθωτή εργασία, τί ντροπή! Εκτός όμως από την προσδοκία και την ελπίδα, υπάρχει και κάτι άλλο, υπάρχει η επιθυμία της αποφυγής της εργασίας, ο άνθρωπος από τη φύση του απεχθάνεται τον μόχθο και τη σκληρή εργασία, και την διαταγή, την διαταγή στην εργασία ( η δουλείά είναι η εκτέλεση της διαταγής στη εργασία που παύει έτσι να είναι εργασία). Δεν φαντάζεστε τί έχω κάνει στη ζωή μου για να αποφύγω την σταθερή μόνιμη εργασία, το μεροκάματο, το επάγγελμα, δεν μπορείτε να φανταστείτε, μα την Παναγία! Μείωσα το χρόνο εργασίας, περιόρισα ανάγκες – μόνο αυτά μπορώ να σας πω, τα άλλα όταν θα κοιταζόμαστε στα μάτια πίνοντας τσιπουράκι και γαράκι. . .
Δεν θέλουμε να είμαστε άνεργοι και δεν θέλουμε να δουλεύουμε, να είμαστε δούλοι, να εκτελούμε διαταγές την ώρα της εργασίας -αυτή εἰναι η σημερινή μας κατάσταση, φίλες και φίλοι. Αυτές οι δύο επιθυμἰες καταγράφουν την εποχή μας όπως τη ζούμε. Θέλουμε να ζήσουμε και δεν μπορούμε – ή, μήπως, θέλουμε να ζήσουμε και δεν μας αφήνουν; Θα μπορούσαμε να το πούμε κι έτσι. Εγώ όμως αναρωτιέμαι: γιατί δεν μπορούμε; ποιός δεν μας αφήνει;
Δεν μπορούμε γιατί σκεφτόμαστε ατομικιστικά. Μέχρι τώρα, προσπαθούσαμε να τη βγάλουμε καθαρή κοιτάζοντας την πάρτη μας, την οικογένειά μας και, δόξα τη Ζωή, τα καταφέρναμε κουτσά στραβά. Από δω και πέρα όμως δεν θα μπορέσουμε – λόγω της ανεργίας και της επιδείνωσης της δουλείας ασφαλώς. Θα μπορέσουμε, μόνο εάν συνεργαστούμε. Να ένα παράδειγμα. Έχουμε 16 στρέμματα, εδώ στην Καστανούσσα, θα μπορούσαμε να βρούμε άλλα τόσα. Σκεφτόμαστε να καλλιεργήσουμε ξερά φασόλια, αρακά, κρεμμύδια, πατάτες. Μια ποσότητα θα καταναλωθεί από εμάς και το χωριό. Η άλλη πρέπει να μεταφερθεί σε άλλα χωριά, κωμοπόλεις και γειτονικές πόλεις. Πώς όμως; Εάν το μαρούλι είχε πολλά φύλλα, θα αγοράζαμε ένα αγροτικάκι, βγάζεις και μια άδεια, σύνολο 2.000 εβρά, το περισσότερο, μεταφέρεις την παραγωγή και τη πουλάς. Το μαρούλι μας όμως έχει ελάχιστα φύλλα. Δύο ή τρεις οικογένειες όμως συνεργαζόμενες είναι σε θέση και μικρό φορτηγάκι να αγοράσουν, αν δεν υπάρξει κάποια δωρεά ή πολύ καλή ευκαιρία, και άδεια να βγάλουν! Και οπωρώνα να οργανώσουν, και λαχανικά να παραγάγουν, και μελλίσια να φροντίσουν και αμπέλι να φυτέψουν.
Δεν μας αφήνει ο Κύριος να ζήσουμε γιατί τρέχουμε από πίσω του, πιστεύουμε τις απάτες του, περιμἐνουμε την ανάπτυξη, επιδὀματα – δεν μας αφήνει ο Κύριος γιατί μας έχει κάνει σαν τα μούτρα του, ζητιάνους που εκλιπαρούν για να επιβιώσουν. Είμαστε αιχμάλωτοι, είμαστε θύματα απαγωγής, αντικείμενα καταστροφής όσο τρέχουμε πίσω από τον Κύριο – κι όταν δεν μας δίνει, διαμαρτυρόμαστε.
Τώρα πια, μπορούμε να ζήσουμε μόνο συνεργαζόμενοι, μόνο συνεργαζόμενοι θα επιβιώσουμε και θα εργαζόμαστε χωρίς διαταγή, χωρίς ρολόι, ακολουθώντας τους ρυθμούς της φύσης και του σώματος. Τώρα πια, μπορούμε να ζήσουμε μόνο εάν γράψουμε στο μουνί μας και στον πούτσο μας τον Κύριο. Από δω και πέρα, θα επιβιώσουν και θα ζήσουν όσοι και όσες παράγουν οι ίδιοι τροφή: θα ζήσουμε περιμένοντας ή θα ζήσουμε ζώντας;
Φίλες και φίλοι, άνεργοι και άνεργες, δούλες και δούλοι, προετοιμαστείτε να εγκατελείψετε τις τυραννουπόλεις! Εάν υπάρχει γη, έχει καλώς. Εάν δεν γνωρίζετε να καλλιεργείτε τη γη, σας διαβεβαιώνω ότι σε ένα χρόνο θα το μάθετε, είναι πάρα πολύ εύκολο. Εάν προτιμάτε να περιμένετε να προκύψει γραφείο και αιρκοντίσιον, τί να σας πω, μείνετε στις πόλεις να μαραζώσετε, μέχρι πού να έρθει η κολλητή μου η φίλη η Ανάγκη και σας δώσει μια γερή στο κεφάλι και σας ξυπνήσει. Εάν δεν υπάρχει γη, υπάρχουν φίλοι που έχουν γη.
Ξημερώνει. Θα ποτίσω τις όψιμες ντομάτες και θα τις δέσω. Θα ποτίσω τα πράσα. Θα κόψω τα ξύλα που φέραμε χτες από ένα κτήμα δύο στρεμμάτων, το οποίο ρουμάνεψε, έγινε δάσος, ακάλλιέργητο πάνω από δεκαπέντε χρόνια. Δώσαμε 150 εβρά για να ξεριζωθούν τα δέντρα, εξασφαλίσαμε ξύλα για πάνω το μισό χειμώνα. Μέχρι τον Νοέμβρη θα είναι έτοιμο, τέλη Φλεβάρη θα φυτέψουμε αρακά, όχι εμείς, το τρακτέρ με τη σπαρτική μηχανή, για μας και το χωριό – χωρίς ΦΠΑ και αποδείξεις, έτσι θα επιβιώσουμε και θα ζήσουμε, κι αν επιβιώσουμε και ζήσουμε έτσι, θα οξύνουμε την ύφεση, για να ληφθούν νέα μέτρα, για να οξυνθεί παραπάνω η ύφεση, για να παρθούν νέα μέτρα, κοκ – θα σου κόψουμε τ’ αρχίδια, Κύριε, και δεν θα το καταλάβεις! Θα τον μαζέψουμε όμως τον Μάιο με τα χεράκια μας - και τα παιδιά, εννοείται! ( Ζήτω η παιδική εργασία! )Θα πάω στο δάσος να κόψω τσαγκάλια, παλούκια για τα αναρριχώμενα φασόλια. Θα σταματήσω στη λίμνη να κάνω καμιά βουτιά και να κολυμπήσω, μου κάνει πολύ καλό στη μέση. Κάτω από ένα πλατάνι, έχω φτιάξει το εξοχικό μου! Όσο θα καίγονται τα ξύλα για να ψήσω πιπεριές, θα συνεχίσω το χτίσιμο του τοίχου στον λαχανόκηπο, ξηρολιθιά, με πέτρες που κουβάλησα από το δάσος – με το τρακτεράκι, ναι, ναι, το έφερα από χωριό, ένα τρακτέρ, έστω και πολύ μικρό, είναι άκρως απαραίτητο. Πόσο μου αρέσει να χτίζω!
Αύριο θα γράψω για την περιφρόνηση των πολιτικών και της πολιτικής ως εκδήλωση της εν εξελίξει πνευματικής επανάστασης, προάγγελου της κοινωνικής.