Πάνω από την σημερινή Ελλάδα, μαίνεται μια φοβερή σύγκρουση. Δεν μιλάω για φτωχοί εναντίων πλούσιων, προλετάριοι εναντίων αστών, μπάτσοι εναντίων διαδηλωτών η φασίστες εναντίων αντιφασιστών. Όλες αυτές οι συγκρούσεις ισχύουν, είναι πραγματικές και λαμβάνουν χώρα στο τώρα.
Όχι, η μάχη αυτή είναι επίσης πραγματική αλλά όχι (συνήθως όχι) φυσική. Γίνεται στην καρδιά της κοινωνίας, οι πλευρές είναι ρευστές και όμως το αποτέλεσμα θα κρίνει το μέλλον.
Φόβος εναντίων ελπίδας. Και τα δύο υπάρχουν μέσα μας, απαραίτητα συστατικά της ανθρώπινης υπόστασης. Ο φόβος μπροστά στον θάνατο, την πείνα, την αρρώστια η τον πόνο. Το ένστικτο επιβίωσης, η αναζήτηση ησυχίας και ασφάλειας τα όπλα του φόβου. Ο τρόμος μπροστά στο άγνωστο μέλλον και τις συνέπειες του στο άτομο, η ψυχική παράλυση που οδηγεί στην συνειδητή απραξία, την υποταγή άνευ διαμαρτυρίας. Από την άλλη η ελπίδα που μπορεί να σε κάνει να ριχτείς στην φωτιά. Να βγείς από τον εαυτό σου, να περάσεις σε άλλα επίπεδα ύπαρξης, να σταθείς στο ύψος σου, να πολεμήσεις εκεί που θα διάλεγες την ησυχία, να θυσιαστείς εκεί που θα επέλεγες την ασφάλεια.
Δύο συναισθήματα χωρίς τα οποία ο άνθρωπος δεν θα νοούταν ως αυτό: ως άνθρωπος. Τα ατομικά συναισθήματα, τα απαραίτητα για την ύπαρξή μας, πολλαπλασιασμένα σε ένα κοινωνικό σύνολο, γίνονται συλλογικά. Ο ατομικός φόβος για το μέλλον μετατρέπεται σε συλλογικό, κοινωνικό τρόμο και κατά συνέπεια σε συλλογική, κοινωνική παράλυση και απραξία. Αντίθετα, η ελπίδα όταν ξεπερνά τα ατομικά όρια και πολλαπλασιάζεται στο συλλογικό συναίσθημα, είναι ικανή να εκτοξεύσει μια κοινωνία σε άλλες σφαίρες ύπαρξης και λειτουργίας.
Φόβος εναντίων ελπίδας. Υποταγή εναντίων εξέγερσης. Η θα λουφάξουμε τρομαγμένοι στην γωνία, η θα εγερθούμε κοιτώντας αλλού.
Το ζήτημα είναι σήμερα, πώς να ξεφύγεις από τον τρόμο. Βρίσκεται παντού, μπαίνει μέσα στο σπίτι σου, στέκεται πάνω από το κεφάλι σου στην δουλειά, ψιθυρίζει στο αυτί σου στο σουπερμάρκετ και σιγομουρμουρίζει σε κάθε λογαριασμό που περνάει την χαραμάδα της πόρτας σου. Φαίνεται στα πρόσωπα αυτών που συναντάς στο δρόμο η στον καφέ. Κρύβεται πίσω από τα γαμημένα νούμερα της ανεργίας και της φτώχειας.
Ο μεγαλύτερος τρόμος όμως φωλιάζει αλλού. Όχι στην φτώχεια: αυτή αντιμετωπίζεται και αντέχεται , με προϋπόθεση την αλληλεγγύη και την αντίσταση, έστω και σε μικρά μικρά επίπεδα. Όχι, ο μεγάλος φόβος βρίσκεται στην ίδια την ελληνική κοινωνία. Προσωπικά δεν φοβάμαι την φτώχεια, αλλά την μοναξιά μου μέσα σε αυτή. Φοβάμαι τους εθελοντές επιτηρητές. Φοβάμαι το «δεν μπορώ να πάω στην δουλειά μου από τις απεργίες». Φοβάμαι το «εγώ δεν είμαι Χρυσή Αυγή, αλλά….», τρομάζω όταν μπαίνει ένα «αλλά» δίπλα στην υποθετική άρνηση του ναζισμού. Δεν τρομάζω τόσο με τους ζητιάνους στον δρόμο, αλλά με τους περαστικούς που μετράνε τα λεφτά στο πορτοφόλι τους για το σουπερμάρκετ και την άλλη μέρα θα κάνουν ότι δεν πρόσεξαν καν την απουσία του ζητιάνου που τον μάζεψαν οι μπάτσοι χθές αργά το βράδυ.
Φοβάμαι αυτούς που αναπολούν τις «παλιές καλές εποχές» και δεν τολμάνε κάν να σκεφτούν νέες. Φοβάμαι και αυτούς που διαπραγματεύονται καθημερινά τις ζωές τους και την αξιοπρέπεια τους, που έχουν συντριβεί πλήρως από το βάρος της οικονομικής ανυπαρξίας. Φοβάμαι την εύκολη αποδοχή της μετατροπής του τόπου μου σε τεράστια φυλακή περισσευούμενων ψυχών. Με απελπίζει το ξεπούλημα του Σκοπευτηρίου της Καισαριανής, η άνευ όρων παράδοση μπροστά στον τρόμο του χρέους, το ξεπούλημα της ιστορίας, άρα της μνήμης, άρα η πρόσκληση στην φρίκη να μπεί από το παράθυρο. Η ελληνική κοινωνία δέχεται τρομακτικές ποσότητες φόβου και δεν έχει κανέναν ενδοιασμό να τις προσφέρει ατομικά στον καθένα από εμάς, με δωράκι την υποταγή και περιτύλιγμα την ανυπαρξία ιδεολογίας και συλλογικής προοπτικής.
Η ελπίδα είναι το ζητούμενο. Τα φτερά στα πόδια μας, η ζωή ως ανάγκη, η ύπαρξη που δεν νοείται εκτός της συνεχούς αντίστασης, σε οποιοδήποτε επίπεδο, συλλογικό η προσωπικό, μικρό η μεγάλο. Η ελπίδα αυτή δεν πέθανε. Βρίσκεται σε καταστολή ίσως, αχνοφαίνεται και τρεμοπαίζει κάπου, σε κάποια συνέλευση γειτονιάς, σε ένα κοινωνικό ιατρείο ή στην ΒΙΟΜΕΤ. Δεν κυριαρχεί. Δεν εξαπλώνεται. Δεν προχωράει. Δεν δημιουργεί. Ακόμα. Ακόμα βρίσκεται σε νηπιακό στάδιο, και ο φόβος φαίνεται να την έχει στριμώξει στην γωνία, να την έχει πιάσει από τον λαιμό και να μην την αφήνει να αναπνεύσει, να εκφραστεί και να υψωθεί. Παρόλα αυτάυπάρχει.
Υπάρχει και δεν πεθαίνει. Ακόμα και αν η ΒΙΟΜΕΤ αποτύχει, η Ιερισσός παραδοθεί, τα κοινωνικά ιατρεία κλείσουν, οι συνελεύσεις γειτονιάς σκορπίσουν, ο φασισμός απλωθεί σε κάθε γωνιά της χώρας και των μυαλών.
Υπάρχει γιατί η σημερινή κρίση δεν είναι ένα φυσικό φαινόμενο. Είναι μια επίθεση των λίγων ενάντια στους πολλούς. Είναι μια προσπάθεια επιστροφής των κοινωνιών σε παρελθόντες χρόνους. Επαναφοράς της δουλείας, στέρησης των ελευθεριών, περιορισμού της σκέψης, εκμηδένιση της δράσης. Αλλαγής των βασικών αξιών, τσακίσματος των φυσικών ανθρώπινων ενστίκτων, της τάσης για πρόοδο, για αλλαγή, για εξέγερση, για ζωή και όχι επιβίωση. Αυτό δεν γίνεται.
Οι ελίτ στην εξουσία προσπαθούν να κάνουν κάτι το αδύνατο: να σταματήσουν την ανθρωπότητα από το να προοδεύει. Είναι σαν να δένουν με σιδερόβεργες τις τεκτονικές πλάκες για να σταματήσουν την κίνηση τους ή σαν να τσιμεντάρουν τα ηφαίστεια για να μην εκραγούν. Η ηλιθιότητα και ο παρτακισμός, απληστία τους ίσως να επικρατήσουν για λίγο και οι τεκτονικές πλάκες να σταματήσουν για ένα διάστημα, μια απειροελάχιστη στιγμή μέσα στον απέραντο γεωλογικό χρόνο. Ο πλανήτης όμως, όπως και η ανθρωπότητα, είναι ζωντανός. Προχώρησε, προχωρούσε και θα προχωρά μπροστά. Έχει μέσα του αυτή την ζωτική φωτιά που οδηγεί σε μια ατελείωτη πορεία, με βήματα προς τα πίσω, πισωγυρίσματα και τούμπες με τα μούτρα στο έδαφος. Πάντα όμως θα προχωράει μπροστά. Είναι και αυτό ένα χαρακτηριστικό του ανθρώπου, της ύπαρξης, της εξέλιξης.
Αυτές οι συμπληγάδες πέτρες της ιστορίας που μας έλαχε να ζούμε και να πρέπει να διασχίσουμε, ίσως να μας συνθλίψουν. Άλλα καράβια θα δοκιμάσουν, όχι με μια ιστορική νομοτέλεια ή με μια διάθεση μελλοντικής εκδίκησης, αλλά ως ανάγκη ανθρώπων στο μέλλον να ζήσουν καλύτερα από όσο ζούσαν. Ίσως να πρέπει να φτάσουμε στον πάτο πρώτα. Ίσως να πρέπει να αναμετρηθούμε με δυνάμεις απείρως μεγαλύτερες απο αυτές που γνωρίσαμε μέχρι τα τώρα, αλλά θα γίνει.
Η εξέγερση που όλοι επικαλούμαστε μπορεί να έχει δύο αιτίες: είτε την οργή, είτε την ελπίδα. Η οργή και η απελπισία οδηγούν σε εκρήξεις χωρίς προοπτική. Είναι μια φυσική ανάγκη άτακτης αντίστασης που συνήθως δεν είναι παραγωγική. Δεν είναι κακό αυτό. Η ελπίδα όμως είναι το ζητούμενο, αυτή που θα μας βάλει όλους μας να αναμετρηθούμε με το μέλλον και να το κερδίσουμε.
Από την άλλη, μπορεί και να κάνω λάθος. Καλύτερα όμως να ελπίζεις με πίστη σε ένα λάθος, παρά να απελπίζεσαι ρεαλιστικά. Αν μη τι άλλο, εξαφανίζει τον καθημερινό φόβο.