ΚΑΤΆΣΤΑΣΗ ΠΟΛΙΟΡΚΊΑΣ
Η πολιτική επιστράτευση που επιβάλει η κυβέρνηση (ΦΕΚ 1139-1140, 11/5/2013), σε 80 χιλιάδες καθηγητές προκειμένου να καταστείλει μια απεργία πριν καν αναγγελθεί επίσημα είναι μια ακόμα απόδειξη ότι η χώρα βρίσκεται σε μόνιμη κατάσταση πολιορκίας. Ένα καθεστώς εξαίρεσης χτίζεται συστηματικά τα τελευταία χρόνια περιλαμβάνοντας σ’ αυτό όλο και μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμό με κάθε είδους κριτήρια: Πολιτικά, φυλετικά, θρησκευτικά, κοινωνικά, συνδικαλιστικά. Ο κύκλος διαρκώς διευρύνεται και το νήμα που έχει τεθεί από το κράτος έκτακτης ανάγκης είναι η υποταγή στη νομιμότητά του. Όποια κι αν είναι αυτή, όπως την ορίζει ένα τέτοιο κράτος που δήθεν βρίσκεται σε κατάσταση πολιορκίας. Όποιος “δεν βάζει πλάτη” τίθεται αυτομάτως εκτός νομιμότητας. Σε αυτό το κράτος δεν ισχύει ότι όλοι είναι αθώοι μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου, αλλά το όλοι είναι ένοχοι μέχρι να αποδειχτεί ότι όντως δεν είναι. Ο καθένας πρέπει να αποδείξει την υποταγή του στο νόμο και την τάξη, αποδεχόμενος τυφλά τα διατάγματα του Σαμαρά και του Δένδια.
Η κυβέρνηση για 3η φορά μετά τους ναυτεργάτες και το μετρό επιστρατεύει απεργούς και μάλιστα τώρα προληπτικά πριν την επικείμενη έναρξη της απεργίας. Αν περάσει κι αυτή τη φορά χωρίς να ανοίξει ρουθούνι τότε θα μιλάμε για το οριστικό τέλος των απεργιών και για μια ήττα χωρίς προηγούμενο. Αυτό που έχεισημασία για το κίνημα, την αριστερά και κάθε σκεπτόμενο τμήμα αυτής της κοινωνίας που δεν είναι στρατευμένο στις επιλογές της άρχουσας τάξης, είναι αν θα υπάρχει αντίδραση, αν ο κλάδος των εκπαιδευτικών και πλάι του το υπόλοιπο εργατικό κίνημα έχει διάθεση να υπερασπιστεί όχι απλά τα κεκτημένα, όχι απλά το ωράριο, όχι απλά τις 10 ή και 15000 θέσεις εργασίας που θα χαθούν, όχι απλά να μην μετακινούνται σαν επιστρατευμένα στρατιωτάκια όπου γουστάρει το κάθε καθίκι που διευθύνει το υπουργείο παιδείας ή δημόσιας διοίκησης, αλλά κάτι ακόμα πιο σημαντικό το δικαίωμα να αντιδράει. Αυτό δεν αφορά μόνο τους καθηγητές που αυτή τη στιγμή βρίσκονται στο στόχαστρο της κυβέρνησης, αλλά ολόκληρη την κοινωνία και τη δυνατότητά της να λειτουργεί συλλογικά. Όποιος δεν καταλαβαίνει ότι η επιστράτευση αυτή ισοδυναμεί με παραίτηση από κάθε συλλογικό δικαίωμα, απλώς έχει ήδη παραδοθεί στις ορέξεις αυτών που ξεριζώνουν διαπαντός ότι έχει απομείνει από το μεταπολεμικό “κοινωνικό συμβόλαιο”.
Το χειρότερο όμως είναι η αποδοχή του καθεστώτος αυτού. Δεν είναι μόνο κοινωνικός αυτοματισμός. Είναι η ανασυγκρότηση του αστικού μπλοκ εξουσίαςπάνω σ’ αυτή τη βάση. Δεν αποτελεί μια εξαίρεση στον κανόνα, είναι πλέον ο κανόνας. Το κράτος και η άρχουσα τάξη φυσικά, νιώθει ότι όσο δεν βρίσκει αντίσταση οφείλει να κερδίσει μεγαλύτερο έδαφος στο νέο συσχετισμό δύναμης. Δεν είναι απλά ότι το κράτος γίνεται ακόμα πιο αυταρχικό. Ίσως αυτό κάποτε να ήταν αφορμή για να χάσει τα ερείσματα του σε τμήματα του πληθυσμού που τα είχε ενσωματώσει στο προηγούμενο διάστημα μέσα από συναινετικές διαδικασίες. Τώρα όμως είναι η επιθετική αιχμή της κυβέρνησης. Πάνω στον αυταρχισμό χτίζει νέες κοινωνικές συμμαχίες. Οι κοινωνιολογικές προσεγγίσεις και ερμηνείες που δίνει η αριστερά είναι τελείως λάθος. Δεν είναι ο περιθωριοποιημένος, ο άνεργος, αυτός που δεν έχει να φαει, ευάλωτος στα κελεύσματα του κράτους ενάντια στους “προνομιούχους” υπάλληλους του δημοσίου ή των Δεκο ή απλά σε όσους έχουν ακόμα δουλειά και παίρνουν ένα μισθό ή μια σύνταξη. Η λάσπη των δελτίων των 8 και η αστική προπαγάνδα ενάντια στις “συντεχνίες”, τους “συνδικαλιστές” και τα “ρετιρέ” που “μας έφεραν μέχρι εδώ”, βρίσκει έδαφος μόνο πάνω στην ήττα του κινήματος και όχι απλά σε ένα ορισμένο κοινωνικό περιβάλλον που δήθεν παράγει αυτόματα ορισμένες πολιτικές συμπεριφορές -κοινωνικού κανιβαλισμού ή αυτοματισμού-. Αυτοί που θα ουρλιάζουν ενάντια στους καθηγητές μπορεί να είναι ο κάθε τσόγλανος ανεξάρτητα από την οικονομική κατάσταση που βρίσκεται. Οι καθηγητές είναι μια αφορμή, ένας ακόμα στόχος ένας ακόμα εχθρός του έθνους, που ορίζει η άρχουσα τάξη για να οριοθετήσει εναντίον τους, και σε μόνιμη κατάσταση πανικού, τη νέα εθνική συλλογική ταυτότητα, προσφέροντας έτσι την αναγκαία βάση στην ανασυγκρότηση του αστικού μπλοκ εξουσίας. Αυτό το έχει συνειδητοποιήσει πλήρως η τρικομμματική κυβέρνηση, όχι μόνο ο Σαμαράς αλλά και οι δύο μαριονέτες του, που όσο και να παριστάνουν τους αγαθιάρηδες ειδικά αυτή η σουπιά ο Κουβέλης στην ουσία συμμετέχουν εν πλήρη γνώση στο σχέδιο αυτό επιδιώκοντας να αποκομίσουν και τα σχετικά οφέλη.
Μας αφορά όλους
Αν πραγματικά θέλουμε να σταματήσουμε την επιστράτευση θα πρέπει να την αντιμετωπίσουμε όχι σαν μια υπόθεση που αφορά τους καθηγητές και επομένως όχι σαν αλληλέγγυοι. Αυτό καταρχήν μας βάζει στην καρδιά του προβλήματος χωρίς να χάνουμε την ώρα μας σε φλυαρίες άσχετες με το θέμα. Με αυτή την επιστράτευση που δοκιμάζεται σε ένα τεράστιο κλάδο 83000 εργαζομένων η κυβέρνηση επιχειρεί να βάλει στο γύψο ολόκληρη την κοινωνία. Μιλάμε για την κοινωνία που δεν παραιτείται από το δικαίωμα να αγωνίζεται και να διεκδικεί. Ας το ξεκαθαρίσουμε αυτό γιατί μπορεί να υπάρχει και ένα άλλο κομμάτι, όχι αμελητέο, που δεν ενδιαφέρεται για τέτοιου είδους “πολυτέλειες”. Αν νομίζει κανείς ότι για να δώσει τη μάχη για την ελευθερία του πρέπει να πείσει και όσους την αποποιούνται, καλύτερα να παραδοθεί από τώρα.
Η μάχη πρέπει να δοθεί με όσους είναι διαθέσιμοι. Το θέμα δεν χωράει σε λογικές του στυλ “η κοινωνία είναι εναντίον μας”, “δεν υπάρχουν οι συσχετισμοί”, “να πείσουμε τους γονείς”… Το δικαίωμα της απεργίας δεν θα παζαρευτεί με κανέναν μαλάκα, και ειδικά με όσους παπαγαλίζουν σαν κοιμισμένοι τα παραμύθια των διατεταγμένων σε υπηρεσία σπήκερ των δελτίων των 8. Τα δικαιώματα αυτά είναι κεκτημένα από την εποχή της γαλλικής επανάστασης και έχουν υπαρξιακό χαρακτήρα, όχι για τους καθηγητές αλλά, για ολόκληρη την κοινωνία. Κάθε προσπάθεια να εξαιρεθούν από αυτά τα δικαιώματα τμήματα του πληθυσμού ή ολόκληρος ο πληθυσμός αποτελεί επιχείρηση επιβολής δικτατορίας. Και καθένας έχει δικαίωμα να υπερασπιστεί με οποιονδήποτε τρόπο της δημοκρατικές ελευθερίες. Αν αυτή η μάχη δοθεί οργανωμένα και με αποφασιστικότητα, σπάζοντας τον τσαμπουκά της κυβέρνησης, τότε μπορεί να κερδιθεί και η πλειοψηφία, αυτών που πλήττονται από το μνημόνιο και από τις επιπτώσεις της καπιταλιστικής κρίσης. Επιτέλους όμως. Ας πάψει αυτή η επίκληση της “πλειοψηφίας της κοινής γνώμης” να γίνεται το άλλοθι της απ’ αόριστο αναβολής της μάχης όταν φτάνει η ώρα να δοθεί.
Είναι η κατάλληλη στιγμή;
Σε μια κριτική του στην πλειοψηφία της ΟΛΜΕ το ΠΑΜΕ θεωρεί ότι δεν είναι η κατάλληλη στιγμή για μια απεργία στις εξετάσεις γιατί αφενός το μοναδικό αίτημα για την αύξηση του ωραρίου δεν ενοποιεί άλλους κλάδους, ούτε καν των δασκάλων, αφετέρου δεν έχει γίνει καμία προεργασία για συντονισμό με δασκάλους, γονείς, μαθητές κλπ για κοινό αγώνα. Έτσι ο κλάδος θα συντριφτεί απομονωμένος από την κυβέρνηση. Δεν μιλάμε εδώ για τις δηλώσεις στελεχών του ΚΚΕ στην τηλεόραση (σαν αυτή του Σοφιανού) ότι πρέπει να γίνουν οι εξετάσεις. Μιλάμε μόνο για την κριτική στην στιγμή της αναμέτρησης. Αυτό που δεν καταλαβαίνει (ή κάνει ότι δεν καταλαβαίνει) το ΚΚΕ και μαζί του και άλλες δυνάμεις της αριστεράς είναι ότι η επιλογής της αναμέτρησης δεν είναι του κινήματος αλλά της κυβέρνησης. Η κριτική του ΠΑΜΕ θα είχε ένα νόημα, αν δεν ήμασταν κάπου στο 1988 ας πούμε ή το 1994 και η ΟΛΜΕ ξαφνικά επέλεγε να διεκδικήσει χωρίς συνεννόηση και προετοιμασία μια αύξηση των μισθών. Εκεί πράγματι η επιλογή της μάχης θα ήταν από τη μεριά του κινήματα. Τώρα όμως, όταν ο αντίπαλος ετοιμάζεται να σε σαρώσει, δεν υπάρχει άλλη επιλογή. Ή αντιστέκεσαι ή παραδίδεσαι. Απλά πράγματα. Η πρόταση της ΟΛΜΕ για απεργία ήταν το λιγότερο που θα μπορούσε να κάνει για την αύξηση του ωραρίου (κατά 2 στους πιο νέους μέχρι 4 ώρες στους άνω των 20 χρόνων προϋπηρεσίας), στις υποχρεωτικές μεταθέσεις σε όλη την επικράτεια, αλλά και στην εφαρμογή του ελεεινού νέου πειθαρχικού κώδικα με τους ν.4093/12 και 4057/12 που ο καθένας γίνεται “επίορκος” και τίθεται σε αργία μόνο και μόνο γιατί μπορεί να βρίσκεται σε αντιδικία με ένα γείτονά του. Επιπλέον γνωρίζοντας ότι η αύξηση αυτή του ωραρίου σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα ανοίγουν το δρόμο όχι μόνο για την μη επαναπρόσληψη 10000 αναπληρωτών αλλά και για χιλιάδες απολύσεις εν ενεργεία καθηγητών που θα καταστούν υπεράριθμοι. Η ΟΛΜΕ καλά έκανε και προτείνει την απεργία. Το θέμα όμως μετά την επιστράτευση δεν είναι τι κάνει η ΟΛΜΕ και οι Παρεμβάσεις. Το θέμα είναι αν η αριστερά και το κίνημα ολόκληρο θα επιτρέψει μια τέτοιας κλίμακας επιστράτευση. Αν θα επιτρέψει το καθεστώς εξαίρεσης. Αν θα επιστέψουμε να ζούμε σε κατάσταση πολιορκίας. Αυτό είναι το ζήτημα από δω και πέρα.
Στη λογική του ΠΑΜΕ όμως υπάρχει και ένα ακόμα ένα λάθος. Ένα κοινωνικό μέτωπο αγώνα δεν χτίζεται κατόπιν συνεννοήσεων, αλλά όταν το επιβάλλουν οι συνθήκες. Επίσης το εύρος του μετώπου δεν καθορίζεται από το πλήθος των αιτημάτων, ούτε από το βάθος της κατανόησης του που οφείλονται όλα αυτά ή που θα καταλήξουν. Η μάχη κάθε φορά γίνεται πάνω σε συγκεκριμένα σημεία. Αυτά θα καθορίσουν την έκβαση και της συνολικής αντιπαράθεσης. Η αύξηση του ωραρίου όσο κι αν δεν το αντιλαμβάνεται το ΚΚΕ είναι κεντρικής σημασίας. Όχι γιατί 2 ή 4 εκπαιδευτικές ώρες επιπλέον ισούται με ένα επιπλέον μεροκάματο σε δουλειά γραφείου, αλλά γιατί η αύξηση αυτή είναι το μέσο για να γίνουν χιλιάδες απολύσεις. Αυτό και μόνο αρκεί για να αγκαλιαστεί ένας τέτοιος αγώνας από τους μαθητές και τους γονείς τους, την εργατική τάξη και όλη την σκεπτόμενη κοινωνία. Σιγά που το σύνθημα για “ενιαία 12χρονη υποχρεωτική εκπαίδευση” θα συγκινούσε περισσότερο τον κόσμο συνολικοποιώντας τον αγώνα. Εξάλλου αν οι μαθητές που το ΚΚΕ νιώθει να έχει κάποια περισσότερη ευαισθησία, νιώθουν πιο σημαντικό αυτό το αίτημα ας το βάλλουν και ας μπουν κι αυτοί στον αγώνα. Αλλά ας μην κοροϊδευόμαστε. Τα επιχειρήματα που αφορούν τη μια την “ακατάλληλη στιγμή” και το συσχετισμό δύναμης και την άλλη τη στενότητα των αιτημάτων, ένα σκοπό εξυπηρετεί: να σπείρει την απογοήτευση και τη διάσπαση πριν καν ξεκινήσει ο αγώνας. Και δυστυχώς το ΚΚΕ για ακόμα μια φορά, δείχνει τη συνέπειά του σε ανάλογες πρακτικές.
Μήπως να τα δούμε μετά τις εξετάσεις;
Και ενώ η κατάσταση είναι οριακή για τους λόγους που ήδη έχουμε αναφέρει δύο αρχιστελέχη της αριστεράς ενώ έχουν διδακτορικό στο συσχετισμό δύναμης και στο ώριμο των συνθηκών, έρχονται στην πιο ακατάλληλη στιγμή να δηλώσουν ότι οι εξετάσεις πρέπει να γίνουν. Μα θα πει κανείς. Οι συνδικαλιστικές τους παρατάξεις είναι υπέρ του αγώνα, τουλάχιστον η παράταξη του ΣΥΡΙΖΑ. Κι όμως έχει σημασία γιατί ο κόσμος βγάζει αμέσως συμπεράσματα από αυτές τις όλο νόημα δηλώσεις και όχι από τα γενικόλογα και παντός καιρού δελτία συμπαράστασης στις διεκδικήσεις των εργαζομένων. Το πράγμα είναι απλό. Συμπαρίσταμαι αλλά οι εξετάσεις πρέπει να γίνουν. Χτυπηθείτε για κάνα δυο μέρες και μετά μαζέψτε τα και άντε για επιτηρήσεις. Αυτό είναι το νόημα των παρεμβάσεων του Σοφιανού στο Μεγα και του Σκουρλετη στο ραδιόφωνο του Σκαι. “Στην ΟΛΜΕ, οι εκπαιδευτικοί οι οποίοι συσπειρώνονται στο ΠΑΜΕ ήταν οι μόνοι που είναι αντίθετοι σε απεργία στις πανελλαδικές εξετάσεις. Οι μόνοι!” λεει ο Σοφιανός για να καταλήξει: “Εμείς λέμε ότι δεν πρέπει να χρησιμοποιηθούν οι εξετάσεις οι πανελλαδικές σαν μέσο εκβιασμού της κυβέρνησης”.
Ο δε Σκουρλέτης σε ένα ρεσιτάλ κουτοπονηριάς παραδίδει και μαθήματα τακτικής, όχι στο κίνημα, αλλά στην κυβέρνηση: “Ας δεχθώ, λοιπόν, για την οικονομία της συζήτησης, ότι πρέπει ίσως να περάσουν τα συγκεκριμένα μέτρα. Τι πείραζε να ανοίξει αυτή η συζήτηση, ή εν πάση περιπτώσει να περάσουν, ένα μήνα αργότερα όταν θα ήταν πιο ουδέτερος ο χρόνος; Γιατί επιλέγει η κυβέρνηση μέσα στις εξετάσεις, γνωρίζοντας την αντίδραση του κλάδου των καθηγητών, εκβιάζοντάς τους βάζοντάς τους σε μια αντίθεση με την κοινωνία να ανοίξει αυτό το θέμα μέσα στις πανελλαδικές εξετάσεις;”. Να περάσουν ένα μήνα αργότερα; Αυτό λετε κ. Σκουρλέτη ή λάθος καταλάβαμε. Να περάσουν δηλαδή μέσα στις διακοπές και όχι μέσα στις εξετάσεις. Γιατί άραγε; Για να βγάλει ο ΣΥΡΙΖΑ τις ανέξοδες καταγγελίες του, χωρίς ταυτόχρονα να μπει στην υποχρέωση να τις αντιμετωπίσει στην πράξη. Ας πιάσει από τώρα ο κύριος αυτός θέση συμβούλου αντιμετώπισης λαϊκών αντιδράσεων. Είναι προφανές ότι γνωρίζει όλα τα γνωστά κόλπα για το πώς πιάνουμε στον ύπνο και εξ απρόοπτου τον αντίπαλο. Μήπως υπάρχει κανένας που κατάλαβε κάτι διαφορετικό από τον Σκουρλέτη; Αν υπάρχει παρακαλούμε να μας κάνει τη μετάφραση, έστω και μια άλλη ερμηνεία, μήπως ας πουμε προσπαθεί με τις μπούρδες του να πείσει κανέναν ηλίθιο που θα ψήφιζε Συριζα και τώρα με την απεργία των καθηγητών το ξανασκέφτεται, όπως άλλωστε και με άλλα ζητήματα (το όνομα της Μακεδονίας, τα Ιμια/Καρντακ του Νάσου Θεοδωρίδη, το μεταναστευτικό κοκ). Φαίνεται δεν είναι η ώρα να απογοητεύσουμε την εκλογική μας πελατεία. Μόνο έτσι θα μπορούσε κανείς να δικαιολογήσει τα λεγόμενα του εκπροσώπου τύπου του ΣΥΡΙΖΑ. Για όσους το ξανασκέφτονται, έχουμε τον Σκουρλετη, για τους υπόλοιπους έχουμε τις Συνεκ (παράταξη ΣυΡιζα στην Β’θμια εκπαίδευση). Αλλά δεν είναι μόνο ο Σκουρλέτης. Και οι ανακοινώσεις του ΣΥΡΙΖΑ στην κρίσιμη αυτή φάση που η κυβέρνηση ετοίμαζε την επιστράτευση ήταν στο ίδιο μήκος κύματος. “Είναι στο χέρι της κυβέρνησης να παγώσει τώρα τις αποφάσεις της και να ξεκινήσει διάλογο με την εκπαιδευτική κοινότητα πάνω στα πραγματικά προβλήματα του σχολείου, μετά τη διεξαγωγή των εξετάσεων“. ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ 9/5/2013. Η πρόταση είναι ξεκάθαρη. Να παγώσει τώρα και να τα περάσει μετά τις εξετάσεις. Τα περί διαλόγου μετά τις εξετάσεις είναι απλά εκ του πονηρού.
Κατά τα άλλα οι αιτιάσεις ότι η κυβέρνηση επιλέγει τώρα τη σύγκρουση προκειμένου να συντρίψει τον κλάδο των εκπαιδευτικών είναι άνευ ουσίας, γιατί και μετά τις εξετάσεις να περάσουν τα μέτρα (που έτσι πράγματι θα πέρναγαν πιο εύκολα) πάλι συντριβή θα ήταν. Η διαφορά είναι εξής: ότι για τους ρεφορμιστές και τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία μια ήττα χωρίς αναμέτρηση μέσα στον Αύγουστο θα ήταν πιο εύπεπτη. Γιατί θα παρίσταναν ότι πετύχανε μια πύρρειο νίκη, ότι η μάχη θα δοθεί στο μέλλον, ότι στην ουσία δεν χάσαμε αλλά νικήσαμε ηθικά, ότι η κυβέρνηση δεν τόλμησε να φέρει το ν/σ με ανοιχτά σχολεία κοκ. Τώρα που το φέρνει με ανοιχτά σχολεία πάλι δεν αρέσει στην κατατονική αριστερά μας, γιατί δήθεν θα δημιουργήσει η απεργία διχόνοια στην κοινωνία. Όχι δεν σας προβληματίζει αυτό. Το βασικό σας πρόβλημα είναι ότι τώρα δεν μπορείτε να αποφύγετε τη μάχη και να παριστάνετε γενικώς τους κινέζους. Γιατί τώρα δεν έχετε χρόνο για άλλες αναβολές. Τώρα πρέπει να μπείτε στη μάχη ή να την κάνετε με ελαφριά πηδηματάκια όπως την κάνει και το ΚΚΕ. Γενικά μιλάτε για μάχες τους παρελθόντος (καλά εκεί μιλάτε και για επαναστάσεις), μιλάτε για μάχες που θα δοθούν στο μέλλον, αλλά για μάχες που είναι να δοθούν τώρα πάντα δεν σας κάνει το timing. Για αυτό σας έχει πιάσει ο εκνευρισμός, γιατί η κυβέρνηση επιδιώκει τον εξευτελισμός σας. Αυτή τη φορά δεν σας καλύπτει. Εσάς αναγκάζει να πάτε σε μονομαχία, όχι τους καθηγητές. Και εσείς ως νομοταγής αριστερά που είστε, προσπαθείτε απεγνωσμένα να αποφύγετε τη μάχη. Μόνο αυτό σκέφτεστε, να κερδίσετε λίγο χρόνο ακόμα. Να δούμε θα το πάρετε χαμπάρι στα επόμενα 24ωρα ότι ο χρόνος τελείωσε ή θα αποφασίσετε να ξεφτιλιστείτε εντελώς. Αυτό είναι το ερώτημα για τις επόμενες 2-3 μέρες.
Τι γίνεται από δω και πέρα
Στην πραγματικότητα ο αγώνας των καθηγητών υπονομεύθηκε από την πρώτη στιγμή. Δεν είναι μόνο η σύγχυση που προκλήθηκε από το Σοφιανό, το ΠΑΜΕ και τον εκπρόσωπο τύπου (το τονίζουμε αυτό, εκπρόσωπο τύπου) του ΣΥΡΙΖΑ. Ο πρόεδρος της ΟΛΜΕ πριν καλά-καλά ανακοινωθεί η επιστράτευση πρόλαβε να πει ότι σε αυτή την περίπτωση “οι καθηγητές θα γυρίσουν στα σχολεία με ψηλά το κεφάλι”. Λες και το θέμα είναι να έχουμε καθαρό κούτελο. Σχεδόν θα νόμιζε κανείς ότι οι συνδικαλιστές και η αριστερά μας την εύχονταν την επιστράτευση για να απαλλαγούν από τις υπόλοιπες ευθύνες. Και είναι αλήθεια ότι η επιστράτευση είναι κάτι που ξεπερνάει όχι μόνο το συνδικαλιστικό κίνημα των εκπαιδευτικών, αλλά και την υπάρχουσα αριστερά μας. Γιατί τι άλλο σκέφτεται να κάνει για να αντιμετωπίσει στην πράξη το πραξικόπημα της κυβέρνησης πέρα από δακρύβρεχτες καταγγελίες και μερικούς ποδαρόδρομους από την Ερμού και Κορνάρου μέχρι τον άγνωστο;
Και τι άλλο μπορεί να γίνει αν μετά απ’ όλα αυτά την Τρίτη στις γενικές συνελεύσεις των ΕΛΜΕ δεν συγκεντρωθεί το 30% των μελών όπως προβλέπεται από την πρόταση της ΟΛΜΕ σας προϋπόθεση απαρτίας; Όλος ο αγωνιστικός σχεδιασμός αυτή τη στιγμή γίνεται με προϋποθέσεις που δεν υπάρχουν. Πρώτον να γίνουν οι συνελεύσεις την Τρίτη. Ναι αλλά αν έχουν επιδοθεί εντωμεταξύ τα χαρτιά επιστράτευσης τότε το μήνυμα θα είναι ότι όλα έχουν τελειώσει. Η επιστράτευση αντί να μαζικοποιήσει τις συνελεύσεις μπορεί να οδηγήσει στο αντίθετο αποτέλεσμα. Το πιο καθυστερημένο κομμάτι καθηγητών μαζί μ’ αυτό που θεωρεί ότι ήδη έχουμε ηττηθεί μπορεί να μην πατήσει καν στις συνελεύσεις για να αποφύγουμε τουλάχιστον την “τρέλα μιας απεργίας” με επιστρατευμένους τους εν δυνάμει απεργούς. Κάτι τέτοιο ταυτόχρονα θα απάλλασσε τα συνδικαλιστικά επιτελεία από άλλες περιπέτειες, διαπιστώνοντας με ανακούφιση ότι η βάση δεν ανταποκρίθηκε στον αγωνιστικό συναγερμό. Και ζήσανε αυτοί καλά και εμείς καλύτερα. Θα γίνει και μια πορεία την Πέμπτη, ίσως και μια “γενική” απεργία της ΑΔΕΔΥ την Παρασκευή και τα σχολεία θα δουλεύουν ρολόι. Όπως έγινε και με την φοβερή παναττική γενική απεργία και τη σικέ συγκέντρωση στο λιμάνι την ώρα που οι ναυτεργάτες σήκωναν τους κάβους.
Αν δεν θέλουμε να ζήσουμε ξανά τα ίδια, ο αγώνας πρέπει να οργανωθεί σε εντελώς άλλη βάση. Καταρχήν να αντιληφθούν οι πάντες ότι το θέμα δεν αφορά τους καθηγητές αλλά ολόκληρο το εργατικό κίνημα και τις δημοκρατικές ελευθερίες. Ότι η επιστράτευση είναι πραξικόπημα και κήρυξη κατάστασης πολιορκίας. Το πραξικόπημα μπορεί να αντιμετωπιστεί με ανάλογα μέσα. Όταν το δικαίωμα της απεργίας καταργείται κανείς δεν μπορεί να περιμένει ότι η μάχη θα κριθεί στην… απεργία. Αυτό σημαίνει ότι χρειάζεται άλλος σχεδιασμός: Καταρχήν κήρυξη απεργίας από τη Δευτέρα προκειμένου να εμποδιστεί η επίδοση των φύλλων επιστράτευσης, τουλάχιστον στα σχολεία από τους διευθυντές που είναι και το πιο εύκολο. Από κει και πέρα η επίδοση 83000 φύλλων πορείας καθίσταται μια δύσκολη υπόθεση για τις επόμενες μέρες εξετάζοντας όλες τις περιπτώσεις για τη μη παραλαβή τους. Μια τέτοια κίνηση θα έδινε αμέσως την εντύπωση ότι πρόκειται για πραγματική και όχι σικέ αναμέτρηση. Η απεργία τη Δευτέρα θα μπορούσε να κηρυχθεί από την ΑΔΕΔΥ η την ΟΛΜΕ μαζί με τις ΕΛΜΕ με τρίωρες στάσεις. Την Τρίτη οι συνελεύσεις να πραγματοποιηθούν εν μέσω απεργίας και όχι τη στιγμή που θα είναι όλοι επιστρατευμένοι και με απόφαση για απεργία από την Τετάρτη. Πριν ξεκινήσουν οι εξετάσεις και χωρίς καν να έχει γίνει χαρακτηρισμός φοίτησης στα Λύκεια. Η αναγκαία προθέρμανση για την αναμέτρηση θα είχε ήδη γίνει και η κοινωνία θα καταλάβαινε πιο είναι το θέμα βλέποντας αποφασισμένους τους εκπαιδευτικούς και δίπλα τους όλο το εργατικό κίνημα και την αριστερά χωρίς σου ξου μουξου.
Το μήνυμα προς τον Αρβανιτόπουλο και το Σαμαρα και τα τελεσίγραφά τους ότι οι εξετάσεις θα γίνουν κανονικά θα ήταν τελείως διαφορετικό. Οι εξετάσεις θα γίνουν όποτε το αποφασίσει το κίνημα που θα είναι ήδη στους δρόμους. Και αυτό θα εξαρτηθεί από την οριστική απόσυρση του επιπλέον, ωραρίου (ν.4152/13, παρ. Θ), του Π.Δ. για τις υποχρεωτικές μεταθέσεις και του κατάπτυστου πειθαρχικού (ν.4093/12 και 4057/12) που θέτει σε καθεστώς εξαίρεσης το σύνολο των δημοσίων υπαλλήλων, έκθετους σε κάθε αλητάκι που θα τους καταγγέλλει για το τίποτα με τίμημα να μπαίνουν σε καθεστώς αργίας. Αυτό το απαράδεκτο καθεστώς για του δ.υ. πρέπει να καταργηθεί εδώ και τώρα, αλλιώς μιλάμε για πολίτες δεύτερης κατηγορίας. Μιλάμε για κατάργηση της ισονομίας για όποιον κάνει ότι δεν καταλαβαίνει.
Αυτό πρέπει να το καταλάβει το κάθε σουργελο που κατηγορεί τους εκπαιδευτικούς ότι “δεν δουλεύουν, ότι κάθονται, ότι πληρώνονται τσάμπα”αναπαράγοντας όλη τη λάσπη που διοχετεύει η κυβέρνηση μέσω των διαπλεκόμενων καναλιών (ΣΚΑΙ, Μεγκα, Αντ1, Νετ, Αλφα κοκ) Η Παρασκευή θα είναι η πιο κρίσιμη στιγμή. Αλλά εκείνη τη μέρα θα πρέπει να έχουν ήδη μετρηθεί οι δυνάμεις. Με πρώτη μέρα απεργία την Παρασκευή όλα θα είναι στον αέρα. Την Πέμπτη θα πρέπει να γίνει ένα τεράστιο συλλαλητήριο που να ξεκαθαρίσει τα της επομένης. Ο κόσμος που βρέθηκε για 2 χρόνια (Μάης 2010-Φλεβάρης 2012) στο δρόμο ενάντια στο μνημόνιο θα έμπαινε ξανά στον αγώνα. Σε έναν σοβαρό αγώνα που θα παιχτούν όλα και όχι για να χάσουμε τον καιρό μας. Όχι για να σωθεί το αγωνιστικό ίματζ της συνδικαλιστικής ηγεσίας και της κοινοβουλευτικόπληκτης αριστεράς. Όλοι θα καταλάβαιναν ότι ο αγώνας αυτός είναι αγώνας ενάντια στο μνημόνιο ενάντια στην καταστροφή που επιβάλει το μνημόνιο και η καπιταλιστική κρίση και όχι ένα καπρίτσιο των “αραχτών’ καθηγητών για να μην δουλεύουν απλά άλλες δύο ώρες. Αυτό θα ατσάλωνε με σειρά του και τους καθηγητές βάζοντας την πλάτη που αναλογεί σε μια τέτοια αντιπαράθεση. Ο αγώνας αυτός στην πραγματικότητα θα ήταν αγώνας για να φύγει αυτή η κυβέρνηση με τις κλωτσιές και να πάει στον αγύριστο. Ο πήχης θέλουμε δεν θέλουμε βρίσκεται εκεί. Εκεί ανέβηκε αυτά τα 2-3 χρόνια. Όποιος θέλει να τον κατεβάσει στο μπόι του, όποιος θέλει να κερδίσει ή καλύτερα να γυρίσει το χρόνο πίσω δεν μπορεί να έχει καμία τύχη σε τέτοιες στιγμές. Αν είναι να ηττηθούμε τουλάχιστον να δώσουμε σοβαρά τη μάχη. Αν χάσουμε τουλάχιστον να χάσουμε με τέτοιον τρόπο που να μπορούμε να επιστρέψουμε, χωρίς να λέμε παραμυθάκια (για νίκες) αναμεταξύ μας και χωρίς να έχει χαθεί κάθε κινηματική εμπιστοσύνη.
Κ. Μαραγκός
sort link: http://wp.me/pryYN-1jM