Η έννοια της αδιάκοπης «εξέλιξης» και της συνεχούς «προόδου» απαξιώνει ολωσδιόλου το κοινωνικό «παρελθόν» – που αναφέρεται στην ταξική και κοινωνική συνείδηση – ως «κατώτερο στάδιο», το οποίο άντε να αξίζει, το πολύ-πολύ, μόνο το συγκαταβατικό χαμόγελο του σύγχρονου τεχνοκράτη. Ακόμη περισσότερο, περιφρονεί κάθε απόπειρα αναζωπύρωσης της επαναστατικής προοπτικής, στο επίκεντρο της οποίας θα ήταν η ισότητα, η αδελφοσύνη και η ελευθερία. Έτσι, ένας σύγχρονος οικονομολόγος για παράδειγμα, διατείνεται με στόμφο πως η οικονομική δικαιοσύνη ούτε εφικτή αλλά ούτε και επιθυμητή είναι. Επιπλέον ισχυρίζεται ότι είναι ανεπίτρεπτη η εξομοίωση (ισοπέδωση θα την έλεγε) της ανθρώπινης προσωπικότητας, επικαλούμενος το ανεκδιήγητο επιχείρημα, ότι δηλαδή ούτε στη φύση υπάρχει ισότητα και δικαιοσύνη. Επιχείρημα που βασίζεται βεβαίως στο αρχαίο τμήμα του εγκεφάλου, το οποίο ψάχνει απεγνωσμένα για πρωτόγονες συμμετρίες.
Δυστυχώς, το αντιδραστικότατο αυτό (πολιτικά) «επιχείρημα», που ταυτόχρονα καταδυναστεύει ιδεολογικά και τη λεγόμενη «κοινή λογική», έχουν ασπαστεί τόσο οι πολιτικοί όσο και οι επιστήμονες. Πρόκειται κυριολεκτικά για την κυρίαρχη ιδεολογία του απρόσωπου τεχνοκρατικού καπιταλισμού, ο οποίος βασίζεται σε δύο υποσχέσεις: α) Ακλόνητη πίστη στις υποσχέσεις της επιστήμης και β) παράδοση άνευ όρων στις επαγγελίες της πολιτικής. Άλλωστε, οι σωτήρες – που έφερε ο δέκατος ένατος αιώνας στο προσκήνιο της ιστορίας – ήταν ο επιστήμονας και ο πολιτικός. Ο επιστήμονας εγγυάται νέα και πολλά υλικά αγαθά, ενώ ο πολιτικός εγγυάται νέα κοινωνικά πλαίσια για τη διανομή των αγαθών αυτών.
Έτσι λοιπόν, ολόκληρος ο δυτικός πολιτισμός φαίνεται σαν να ενέργησε ως φυσική δύναμη ερήμην όλων των άλλων πολιτισμών – τους οποίους βέβαια φρόντισε να εξολοθρεύσει. Έσπασε λοιπόν το φράγμα από το οποίο ξεχύθηκε το ορμητικό ποτάμι της μονοσήμαντης υλιστικής προόδου. Γιατί πρόοδος υπάρχει, αλλά μόνο στα υλικά και όχι στα πνευματικά μεγέθη. Αλλά τόσο οι επιστημονικές όσο και οι πολιτικές εξαγγελίες για τον παραγωγικό και τον αναδιανεμητικό παράδεισο, αντίστοιχα, προϋποθέτουν μια ολοκληρωτική εργαλειακή λογική, η οποία στη σύγχρονη εκδοχή της αποτελεί τεράστια πλάνη και μέγα ψεύδος. Ένα ψεύδος που με τη σειρά του αντικατέστησε ως δεύτερη φυσική ενέργεια την πρώτη ζωτική ενέργεια που τον ανέδειξε: Ένας χρηματιστηριακός καπιταλιστικός όλεθρος που ισοπεδώνει λαούς, ενώ άλλους τους χρησιμοποιεί ως τους σκουπιδοτενεκέδες του (Αφρική, Ασία κλπ). Και είναι αυτό το ψεύδος και η πλάνη του απρόσωπου τεχνοκρατικού καπιταλισμού,δίκην φυσικής δύναμης, που καθηλώνει και αδρανοποιεί την ταξική συνείδηση, και πολύ περισσότερο την κοινωνική συνείδηση. Όμως, όταν εκλείπει η ταξική-κοινωνική συνείδηση, εκλείπει ο ίδιος ο πολιτισμός. Την τρύπα αυτή έρχεται να καλύψει ένας πλαστός πολιτισμός της απληστίας και των βίτσιων. Αυτός είναι ο σημερινός εικονικός «πολιτισμός» της χυδαίας κατανάλωσης και του αγοραίου φαίνεσθαι.
Αλλά τίποτα δεν τελειώνει στα καλά καθούμενα. Η τεχνολογική επανάσταση, που επέτρεψε τη σαρωτική επέλαση του πιο επιθετικού κοινωνικοοικονομικού συστήματος στη γνωστή ιστορία του πλανήτη – του καπιταλισμού, φαίνεται να κλείνει έναν κύκλο της και να ανοίγει κάποιον άλλο. Σε αυτόν τον καινούριο κύκλο, η τεχνολογία θα πρέπει να ξανασυνδεθεί με τη συνείδηση και το πνεύμα. Να ξαναγίνει η προέκτασή τους και να πάψει επιτέλους η ανάποδη διαστροφή: η συνείδηση και το πνεύμα να είναι η προέκταση της τεχνολογίας ως αυτονομημένης επιστημονικής πρακτικής. Η αποκατάσταση αυτή προϋποθέτει το πέρασμα από μια κρίση σαν αυτή που βιώνουμε τώρα: πρέπει να φτάσει σε πλήρες αδιέξοδο, από τη σκοπιά νοήματος για τη ζωή μας, η επιστήμη έτσι όπως τη γνωρίζαμε έως τώρα – και έχει φτάσει. Επίσης, πρέπει να φτάσει σε πλήρες αδιέξοδο, από απόψεως χρησιμότητας για τη ζωή μας, και η πολιτική – και έχει ήδη φτάσει. Και τούτα τα αδιέξοδα πρέπει να βιωθούν σαν ανάκτηση της χαμένης ταξικής και κοινωνικής συνείδησης, ώστε η τόσο ταλαιπωρημένη ανθρωπότητα να ζητήσει η ίδια την πνευματική της αναγέννηση, που είναι η μόνη της ελπίδα. Άρα, η αναγεννημένη ταξική συνείδηση δεν μπορεί πια να κινείται στον στενό παρωχημένο οικονομισμό, αλλά σε μια ευρύτερη και βαθύτερη φιλοσοφία της κοινωνικής οικονομίας, που θα διευθύνεται από-και-προς την κοινωνική συνείδηση.
Να το πούμε ως τελευταίο, αν και είναι αυτονόητο: το τέλος της θετικιστικής-φορμαλιστικής εποχής, καθόλου βέβαια δεν σημαίνει την καταφυγή στην ιδεολογία της παράδοσης, στα ήθη και τα έθιμα των παραδοσιακών κοινοτήτων. Είτε με τον σκαιό είτε με τον πολιτισμένο τρόπο, το σούβλισμα, για παράδειγμα, του οβελία είναι σούβλισμα. Είτε το ονομάσεις ανασκολοπισμό, για θρησκευτικούς τάχα λόγους, είτε το πεις σούβλισμα, πιστός στην παράδοση, το κανιβαλιστικό νόημα αυτής της πράξης είναι ένα και το αυτό. Να τελειώνουμε λοιπόν με την ιδεολογική χειραγώγηση περί πολιτισμένης, τάχα, ή απολίτιστης διαχείρισης της «χρηστής» παράδοσης.
Πηγή: