Με την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, το πρόβλημα του ελληνικού χρέους επανήλθε στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής πολιτικής. Το αριστερό κόμμα ζητάει νέα διαπραγμάτευση αυτού του χρέους.
Ορισμένοι συντηρητικοί πολιτικοί της Ευρώπης θα μπορούσαν τώρα να παρασυρθούν από την άποψη «Τόσο το καλύτερο. Αν δεν θέλετε την εξυπηρέτηση του χρέους, φύγετε, εγκαταλείψτε το ευρώ». Όσο και αν ακούγεται δελεαστική, η άποψη αυτή θα ήταν ένα βασικό και επικίνδυνο λάθος.
Στην πραγματικότητα, η κρίση χρέους απλώς αποσπά την προσοχή. Η ελληνική οικονομία αποτελεί μόνο το 2% της Ευρωζώνης. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα έπρεπε κανείς να σπρώξει την Ελλάδα προς την έξοδο ή να την πετάξει έξω από την Ευρωζώνη. Αυτό σημαίνει, αντιθέτως, ότι η κρίση μπορεί να επιλυθεί και μάλιστα με τους όρους της Ελλάδος.
Το πρόβλημα μιας νομισματικής ένωσης βρίσκεται στο ότι οι αμφιβολίες θα μπορούσαν να καταστρέψουν τον οικονομικό χώρο, αν όχι συνολικά το κοινό νόμισμα. Το ευρώ είναι ήδη μολυσμένο από την αμφιβολία: Θα παραμείνει η Ελλάδα (στην Ευρωζώνη); Αν φύγει θα ακολουθήσει η Πορτογαλία; Και αν φύγουν αυτές οι χώρες γιατί όχι και η Ισπανία, η Ιταλία ή άλλες; Τέτοιες σοβαρές αμφιβολίες οδηγούν σε φυγή κεφαλαίων και βαθαίνουν την κρίση. Η κρίσιμη κατάσταση της Ελλάδος έχει οδηγήσει ήδη σε εκροές από τις ελληνικές τράπεζες. Η εξ αυτής προκληθείσα έλλειψη ρευστότητας προκάλεσε βαθιά οικονομική κρίση, η οποία τροφοδοτεί νέες αμφιβολίες για την επιβίωση της Ελλάδος εντός της Ευρωζώνης.
Και τότε επικράτησε η λογική. Ο Μάριο Ντράγκι, ο οποίος αντικατέστησε τον Τρισέ, και η ΕΚΤ συμπεριφέρθηκαν ξαφνικά ως κεντρική τράπεζα και ανέλαβαν τον ρόλο του δανειοδότη ως κορυφαία αρμόδια αρχή. Η καγκελάριος Μέρκελ αντελήφθη ότι η διατήρηση της Ευρωζώνης είναι πολύ σημαντικότερη από την δυσκολία μιας νέας επιχείρησης διάσωσης. Ξαφνικά, όμως, η Ελλάδα βρίσκεται ξανά στο επίκεντρο της επικαιρότητας και οι συντηρητικοί στο Βερολίνο, το Ελσίνκι και το Άμστερνταμ ή αλλού μιλάνε πάλι για «Grexit». H νέα κυβέρνηση ζητάει ένα γενναίο κούρεμα του χρέους. Η νέα εκδοχή της κρίσης δεν ξαφνιάζει σε καμία περίπτωση. Τα διάφορα πακέτα βοήθειας δεν ήταν τίποτα περισσότερο από μπαλώματα, τα οποία βοήθησαν την Ελλάδα για μερικούς μήνες. Η ανεργία στη χώρα παρέμεινε στο 25%.
Οι Γερμανοί οφείλουν να μάθουν από τη δική τους ιστορία
Ο καθένας ο οποίος μπορεί να κάνει υπολογισμούς (μερικές φορές μοιάζει ότι λίγοι πολιτικοί της Ευρώπης το κάνουν), γνωρίζει ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να αποπληρώσει το εξωτερικό της χρέος, το οποίο ανέρχεται στο 170% του ΑΕΠ της, χωρίς να παραγάγει έναν τέτοιο βαθμό δυστυχίας, η οποία να βρίσκεται πέραν των ανεκτών ορίων των δημοκρατικών κοινωνιών. Ο θρίαμβος του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ανωμαλία, πληροφορεί για την πολιτική και οικονομική πραγματικότητα, όσο και αν αυτή είναι δυσάρεστη για την υπόλοιπη Ευρώπη.
Ο John Maynard Keynes απάντησε σε ερώτημα που έθεσε ο ίδιος μετά τον Α'Παγκόσμιο Πόλεμο «Δεν πιστεύω ότι οποιοιδήποτε από αυτούς του φόρους υποτέλειας (που επεβλήθησαν στη Γερμανία) μπορούν να πληρωθούν επί μακρόν, στην καλύτερη περίπτωση για μερικά μόνο χρόνια. Αντιβαίνουν στην ανθρώπινη φύση και το πνεύμα των καιρών». Φυσικά και είχε δίκιο, αλλά αφού επήλθε η καταστροφή.
Ορισμένοι Γερμανοί επιμένουν σήμερα ότι οι οφειλές είναι οφειλές και οι Έλληνες πρέπει να πληρώσουν. Θα όφειλαν να γνωρίζουν από την ίδια τους την ιστορία καλύτερα. Θα όφειλαν να θυμηθούν τη βοήθεια την οποία έλαβαν με το σχέδιο Μάρσαλ και τη διάσκεψη του Λονδίνου του 1953. «Άξιζαν» οι Γερμανοί την βοήθεια του 1953; Θα ήταν το λάθος ερώτημα. Η νέα δημοκρατία της Γερμανίας χρειαζόταν τη βοήθεια, η χώρα έπρεπε να κάνει μια νέα αρχή. Η διαγραφή του χρέους έπαιξε έναν σημαντικό ρόλο στην ανοικοδόμηση.
Σήμερα δεν υπάρχει πλέον πόλεμος στην Ευρώπη. Η Ευρώπη είναι πλούσια, ευημερούσα και δημοκρατική. Γαλλικές και γερμανικές τράπεζες όμως έδωσαν στην Ελλάδα προ δεκαετίας πάρα πολλά δάνεια. Η Goldman Sachs βοήθησε να αποκρυβεί η ραγδαία αύξηση του ελληνικού χρέους. Οι ιδιώτες πιστωτές έπρεπε να υποστούν ήδη ένα γενναίο κούρεμα. Η μεγαλύτερη πρόκληση είναι οι οφειλές των πιστωτών του Δημοσίου, οφειλές οι οποίες είναι μεγάλες για τα ελληνικά δεδομένα, αλλά πολύ μικρές για τα ευρωπαϊκά.
Τεχνικά η λύση δεν είναι δύσκολη
«Αξίζει» η Ελλάδα μια διαγραφή χρέους; Οι Έλληνες πολιτικοί δεν συμπεριφέρθηκαν σωστά, όπως και οι γερμανικές, γαλλικές και αμερικανικές τράπεζες. Έλληνες πλούσιοι ανήκουν επίσης στην κατηγορία αυτή, αφού απέκρυψαν από την εφορία τον πλούτο τους στο εξωτερικό. Αλλά, όπως και το 1953, δεν τίθεται το ερώτημα αν η Ελλάδα αξίζει κάτι, αλλά εάν χρειάζεται τη διαγραφή χρέους και αν η Γερμανία και άλλες χώρες μπορούν να την παράσχουν.
Σε αυτό το σημείο οι γνώμες είναι ομόφωνες: Η Ευρωζώνη θα βρεθεί είτε μπροστά σε μια εποικοδομητική διαγραφή χρέους είτε μπροστά σε μια πολιτική έκρηξη με συνέπειες οι οποίες θα ξεπερνούν κατά πολύ τα σύνορα της Ελλάδος.
Τεχνικά η λύση δεν είναι δύσκολη. Τα χρέη της Ελλάδος πρέπει να αναδιαρθρωθούν ως μακροπρόθεσμα δάνεια με ένα σταθερό, χαμηλό επιτόκιο, λ.χ. 0,5% για τα επόμενα πέντε χρόνια και μετά 1,0%. Από μόνο του αυτό δεν μπορεί να επιλύσει τα προβλήματα της Ελλάδος. Η ουσιαστική λύση απαιτεί τη σκληρή δουλειά των νέων Ελλήνων, οι οποίοι θα πρέπει να δημιουργήσουν νέες επιχειρήσεις και να βρουν αγορές για εξαγωγές. Για την Ευρώπη αυτό σημαίνει ότι πρέπει να παροτρύνει την ανάκαμψη με επενδύσεις, λ.χ. με έξυπνες υποδομές για τον 21ο αιώνα, μαζί με την αξιοποίηση του ήλιου και της αιολικής ενέργειας, ώστε να καλύψει ένα μέρος των αναγκών της Ευρώπης με φιλική προς το περιβάλλον ενέργεια. Το πρώτο βήμα όμως πρέπει να είναι να σταματήσει τη δυστυχία.
* Ο Jeffrey Sachs είναι διευθυντής του Earth Institute του πανεπιστημίου Columbia της Νέα Υόρκης
Πηγή: Αυγή
http://tvxs.gr/news/egrapsan-eipan/sueddeutsche-zeitung-i-krisi-xreoys-tis-ellados-apospa-aplos-tin-prosoxi