Ιακωβίνικος ισλαμισμός: Όταν το υποκείμενο καταντά ενοχλητικό
Το κείμενο που ακολουθεί θέλει να εγείρει προβληματισμούς για κάποιες μέχρι τώρα ακλόνητες βεβαιότητες της αριστεράς τις οποίες η πραγματικότητα αναιρεί με πείσμα. Δυστυχώς έχουμε φτάσει στο σημείο η συζήτηση αυτή να μην μπορεί να γίνει χωρίς να προκαταληφθεί όποιος μιλήσει με βάση αυτά που θίγει και αυτό σημαίνει πως το δικαίωμα της ελευθερίας του λόγου έχει ήδη υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά.
Στον κριτικό προβληματισμό κρέμεται πάντα σαν δαμόκλειο σπάθη πάνω από το κεφάλι μας ο εκβιασμός της προσδοκώμενης απάντησης. Λες και το να διαπιστώνει κανείς πως βαδίζει σε λάθος οδό πρέπει αυτομάτως να σημαίνει πως έχει κατά νου κάποια άλλη να προτείνει. Δεν είναι έτσι. Κάποιοι δρόμοι ίσως δεν έπρεπε ποτέ να παρθούν και κάπου αλλού να χρειάζεται να διαμορφωθεί προοπτική σε μονοπάτια που δεν κουβαλάνε το άχθος των προηγούμενων επιλογών.
Προφανώς η δημοκρατία και η ενίσχυσή της στις δομές και στο περιεχόμενο είναι ένας ακόμα αχαρτογράφητος δρόμος που πρέπει να φτιάξουμε μόνοι μας με όσες λιγότερες από τις μέχρι τώρα βεβαιότητες μας έχουν οδηγήσει σε αδιέξοδα, όπως η “θωράκισή” της ελευθερίας από εχθρούς της. Να διαμορφώσουμε δηλαδή περισσότερη δημοκρατία χωρίς να φοβόμαστε εάν δεν είναι αρκετά φιλελεύθερη για τα στάνταρ μας [να επενδύσουμε στο αναπτυξιακό της σκέλος όχι το προστατευτικό]. Αλλά το τελευταίο είναι αντικείμενο πρωτίστως της πολιτικής δράσης για να κάνουμε και δευτερευόντως της πολιτικής σκέψης για να συζητάμε.
Από τα προάστια στον ναζισμό
Ίσως να είναι λίγοι αυτοί που μέσα στην γενικότερη αίσθηση των ημερών πρόσεξαν την υπό-είδηση της δολοφονικής επίθεσης στο Παρίσι ότι “Οι δύο δράστες του Charlie Hebdo γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στη Γαλλία από αλγερινούς γονείς”. Οι «ισλαμιστές τρομοκράτες» οι οποίοι διεύρυναν το ισλαμοδυτικό μέτωπο του πολέμου μερικά εκατοντάδες χιλιόμετρα δυτικότερα του Κομπάνι είναι γεννημένοι γάλλοι πολίτες θρεμμένοι στα σπλάχνα του γαλλικού Republique. Το Αλγερινό κράτος, πατρίδα του Καμύ και του Ζιντάν δεν είναι κάποιο Ιράκ ή κάποιο υποανάπτυκτο Αφγανιστάν αποκομμένο και απομονωμένο από τις δυτικές αξίες ( αγορές ) το οποίο υπέπεσε στον σκοταδισμό του φονταμενταλισμού, αλλά γνήσιο παιδί της Γαλλικής αποικιοκρατίας.
Ακόμα λιγότεροι ίσως να είναι όσοι συνδυάσουν το γεγονός πως οι άνθρωποι που σήμερα αποκηρύσσουμε ως σκοταδιστές, τρομοκράτες ή “φασίστες ναζί”, είναι οι ίδιοι άνθρωποι που στις περιπτώσεις των «εξεγέρσεων των μπανλιέ» των παριζιάνικων προαστίων αποτελούν το επαναστατικό υποκείμενο. Τα αδέρφια Σερίφ και Σαΐντ Κουασί, όσο άβολο και αν είναι να παραδεχτούμε είναι χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι αυτής της νεολαίας που τόσο τραγουδήθηκε και εξυμνήθηκε η οργή της (la Haine) από την αριστερά. Γεννήθηκαν και οι δύο στα ανατολικά προάστια του Παρισιού από αλγερινούς γονείς οι οποίοι πέθαναν όταν τα δύο αδέλφια ήταν ακόμη παιδιά. Μεγάλωσαν σε ορφανοτροφείο στην πόλη Ρεν. Κάνανε δουλειές του «πρεκαριάτου» όπως διανομές πίτσας κλπ, ακολουθούσαν την μόδα του Ραπ και είχαν ανέκαθεν προβλήματα με την αστυνομία για μικροπαραβατικότητες. Παρόλα αυτά ο Ουμπέρτο Έκο, εκφράζοντας ένα γενικό αίσθημα, δεν δίστασε να τους χαρακτηρίσει ως νεοναζί, κρίνοντας τους προφανώς από την πράξη τους και όχι τόσο από την τάξη τους ή τις ιδεολογικοπολιτικές τους πεποιθήσεις.
Είναι συνηθισμένο πια οτιδήποτε δυσάρεστο για την φιλελεύθερη κουλτούρα των δυτικών, και όχι απαραίτητα τόσο αποτρόπαιο όσο η μαζική δολοφονία, να το κατατάσσουμε στην κατηγορία του «ναζισμού». Παρόλα αυτά ίσως για λάθος λόγους ο Έκο θίγει σωστά ένα είδος αλήθειας καθώς πράγματι «η αποκαλυπτική επιθυμία του ΙSIS να κατακτήσουν τον κόσμο» ως η πιο εκφρασμένη μορφή στον κόσμο του πολιτικοποιημένου ισλαμισμού είναι ένα είδος αντεστραμμένου διαφωτισμού ή να το πούμε αλλιώς είναι κομμάτι της νεωτερικότητας ως νεωτερική αντίδραση σ’ αυτήν και όχι τόσο αναβίωση κάποιου προνεωτερικού εκβαρβαρισμού. Στην ουσία το ISIS έχει περισσότερη σχέση με την πολιτιστική επανάσταση του Μάο παρά είναι κάποια ιστορική συνέχεια των Χαλιφάτων του παρελθόντος. Υπό αυτή την έννοια είναι περισσότερο μετά-νεωτερικό παρά μια συντηρητική επανάσταση και βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με το μωσαϊκά θρησκειών και την γνήσια πολυπολιτισμικότητα με την οποία ήταν δομημένα τα Χαλιφάτα του προ-νεωτερικού κόσμου.
Αυτή η υποκριτική αντιφατικότητα του ISIS ως το πιο προχωρημένο στάδιο του πολιτικοστρατιωτικού Ισλάμ στον 21ο αιώνα, δείχνει πως στους σκοπούς των πολιτικοποιημένων ισλαμιστών δεν είναι κάποια κατοχύρωση της θρησκείας τους ή ακόμη και πολιτισμικής αυτονομίας τους (όπως στην περίπτωση των Ζαπατίστας ή λοιπών ιθαγενών) αλλά η δημιουργία έθνους-κράτους, ήτοι η επιτομή του νεωτερικού πολιτισμού, και μάλιστα ενός έθνους-κράτους καθαρά αποικιοκρατικού-ιμπεριαλιστικού (“το Ισλάμ πρέπει να επικρατήσει πάνω σε όλους”) που είναι όμοιο όχι μόνο με τις ολοκληρωτικές παρεκκλίσεις αλλά και με την αποικιακή επικράτηση της αγοράς του φιλελεύθερου πολιτισμού σε όλη την οικουμένη. Κατά ένα διεστραμμένο τρόπο οι μουσουλμάνοι τζιχαντιντές στην προσήλωση που έχουν στον απόλυτο στόχο βρίσκονται αρκετά κοντά σους Ιακωβίνους και τους Ναροντικούς και αυτή η ιστορική αντιστοίχιση, ιδιαίτερα για όποιον πέσει στα χέρια τους, δεν θα πρέπει καθόλου να θεωρείται φάρσα.
Τα προνόμια των πραγματικά φτωχών
Είναι πολύ πιο βολικό για την φιλελεύθερη Ευρώπη που διαδηλώνει αυτές τις ημέρες την θλίψη της για τα θύματα, να αγνοεί αιτίες και παρελθόν και να προσποιείται πως οι αδελφοί Κουασί είναι μια ουρανοκατέβατη μεταμοντέρνα «στιγμή», ένα ακατανόητο προϊόν διαστρέβλωσης του Ισλάμ, ή μια αποστολή τρομοκρατών από το «βουνό των Ασσασίνων» παρά πως είναι ίδιο παριζιάνοι όπως και τα θύματα τους.
Όμως υπάρχει κάτι περισσότερο που και οι αδελφοί Κουασί και οι Stéphane Charbonnier, Georges Wolinski, Jean Cabut και Bernard Verlhac μοιράζονται εξίσου. Είναι όλοι τους θύματα του νεωτερικού κόσμου. Τα μεν δολοφονημένα θύματα ως εκφραστές του «δικαιώματος στην ελεύθερη έκφραση», οι μεν θύτες του «δικαιώματος στην πολιτιστική ιδιαιτερότητα». Και βρισκόμαστε εδώ αντιμέτωποι με μια από τις αναρίθμητες συγκρούσεις που παράγει ο νεωτερικός κόσμος όταν το ένα δικαίωμα αναιρεί το άλλο αλλά όλα μαζί συγκροτούν τον ίδιο κόσμο κάτω από την αδιαμφισβήτητη σκεπή της αγοράς. Είναι πολύ δύσκολο για τους αριστερούς να αντιληφθούν άλλο λόγο εκτός του τυφλού φανατισμού, των οποίων εξάλλου το δικαίωμα στην πολιτιστική ιδιαιτερότητα τόσο πολύ υποστήριξε η Charlie Hebdo, που να ώθησε τα αδέλφια Κουασί να της αποδώσουν αντί για ευγνωμοσύνη σφαίρες. Και είναι πολύ πιο εύκολο να πιστεύουν πως όποιος στερείται αναντίρρητα δικαιώματα αυτομάτως θα πρέπει να είναι ευαίσθητος και για τα δικαιώματα των άλλων. Με βάση αυτό τον γιαολουσισμό (pourtousissisme στα γαλλικά) είναι το ίδιο προοδευτικό να αγωνίζεσαι για το δικαίωμα στην πολιτιστική ιδιαιτερότητα και την θρησκευτική πίστη με το δικαίωμα στην έκφραση για να κοροϊδεύεις την πίστη αυτή στα μούτρα τους. Για τον ψυχόκοσμο ενός αριστερού Ευρωπαίου το εξεγερμένο μίσος των αδελφών Κουασί προς αυτή την προοδευτικότητα γίνεται κατανοητό μόνο ως προϊόν μιας άσπλαχνης αχαριστίας.
Πως είναι όμως δυνατό οι «εξεγερμένοι προλετάριοι» των προαστίων να μετατρέπονται σε «ναζί τζιχατζιντές»; Για τον ευαίσθητο αριστερό μια τέτοια αναγωγή είναι αδιανόητη. Η καταπιεσμένη ταυτότητα που εξεγείρετε, που πετάει πέτρες στους μπάτσους και καίει την γειτονιά της είναι μια δικαιολογημένη εξέγερση στην καπιταλιστική εκμετάλλευση που έχει μετατρέψει σε μητροπολιτικούς παρίες την σύγχρονη νεολαία και ιδιαίτερα αυτή που δεν είναι γηγενής της Ευρώπης. Επομένως μόνο θετική μπορεί να είναι μια άρνηση στο ευρωπαϊκό σοβινισμό, ακόμα περισσότερο (γιατί όχι;) αυτός ο παρίας γίνεται “της γης οι κολασμένοι” το νέο μεσσιανικό υποκείμενο που ήρθε να αντικαταστήσει το προλεταριάτο στον ιστορικό του ρόλο. Όταν όμως το υποκείμενο αποκτά πρόσωπο με ονοματεπώνυμο, γίνεται Σερίφ και Σαΐντ, και στρέφει την οργή του σε ολόκληρο το πακέτο που γέννησε την «καπιταλιστική εκμετάλλευση» συμπεριλαμβανομένου όλων των αξιών του διαφωτισμού τότε από το υποκείμενο που προσεγγίζαμε με εργαλειακή συμπάθεια μετατρέπεται αυτομάτως σε «ναζί τζιχαντζιτή».
Τι αξία όμως έχουν τελικά όλες αυτές οι ιδεολογικές και ταξικές αναλύσεις εάν τα «υποκείμενα» τις αλλάζουν σαν τα πουκάμισα; Όλα τα παραπάνω δεν είναι και πολύ διαφορετικά από τον τρόπο που αντιμετώπισε η αριστερά το αυτόχθων ευρωπαϊκό προλεταριάτο στις αρχές του 20ου αιώνα όταν η εργατική τάξη subito και εσπευσμένα έτρεξε να αγκαλιάσει το φασιστικό κέλευσμα. Έτσι και σήμερα ο μειονοτικός που ασπάζεται τον αντινεωτερισμό είναι το ίδιο μια ακατανόητη εξέλιξη όπως όταν ο βιομηχανικός εργάτης εγγραφόταν στο φασιστικό κόμμα της γειτονιάς του. Η σύνηθες αιτία που εξηγεί το φαινόμενο εξακολουθεί και στις δύο περιπτώσεις να είναι ίδια και να αποδίδεται στην έλλειψη κατανόησης από την μεριά των καταπιεσμένων των βασικών αιτιών της καταπίεσης τους. Στο γιατί δεν ενδύονται τα υποκείμενα την επαναστατική τους περιβολή η συνηθισμένη απάντηση είναι περισσότερη και ενδελεχής μελέτη των κειμένων του Μαρξ[1].
Και πράγματι γιατί όχι; Εάν ο οργισμένος μειονοτικός εκφράζει μια εμπράγματη κριτική στην υποκρισία του διαφωτισμού είναι οι Αντόρνο και Χορκχάιμερ αυτοί που θεμελίωσαν στο πεδίο της θεωρίας αυτή την ερμηνεία[2]. Αλλά περισσότερο αυτό που σημαίνει η παραπάνω αναφορά είναι πως το ιδεώδες για ένα διεθνή διαφωτισμό, (ένα παγκόσμιο δυτικό σοσιαλισμό pourtousissisme [για όλους]) αποτέλεσε εκ γενετής ένα χιμαιρικό τέρας[3]. Εμείς οι δυτικοί θα πρέπει να είμαστε οι τελευταίοι που να κουνάμε το δάχτυλο σε αυτούς τους “δολοφόνους”, “φασίστες” και “τοταλιριστές”. Γιατί είμαστε εμείς που στην τελική τους διδάξαμε την γοητεία της πολιτικής δολοφονίας, τον τρόμο που αναδύει η τιμωρία της συλλογικής ευθύνης και το ιδεώδες του ολοκληρωτισμού. Ακόμα περισσότερο είμαστε εμείς που αγιοποιήσαμε την δεινή τους θέση. Για την αριστερά εάν είσαι καταπιεσμένος δεν χρειάζεται τίποτε περισσότερο για να καταταγείς στην κατηγορία του εξεγερμένου προκειμένου να εκφράσεις απέναντι στον οποιονδήποτε την δίκαιη οργή σου.
Οι νεαροί λούμπεν στα παριζιάνικα προάστια έχουν λάβει μια άρρητη διαπαιδαγώγηση της νέας αριστεράς των μετά-αποικιακών σπουδών και έχουν μάθει από αυτή διαρκώς να κατηγορούν τη Δύση για τη δεινή τους θέση στην ταξική πυραμίδα αλλά τελικά δεν κάνουν και οι ίδιοι κάτι για να οργανωθούν και να αντιπαλέψουν αυτή την κατάσταση, εμμένουν απλώς σε μια θυματοποίηση που τους προσφέρει λίγα παραπάνω benefits. Η μόνη περίπτωση που βλέπουμε μια μαζική “αντίδραση” είναι μέσω του πολιτικού Ισλάμ. Πλέον με τις εξαγγελίες της πολυπολιτισμικότητας σε συνδυασμό με τους πολεοδομικούς διαχωρισμούς του μητροπολιτικού σχεδιασμού κατάφερε κάθε προάστιο ή περιφέρεια να τα συγκροτήσει ως “αυτονομημένες” μικροκοινότητες που δεν αλληλεπιδρούν μεταξύ τους. Το αποτέλεσμα είναι κάθε μειονότητα να ζει σε μια “γυάλα” αδιαφορώντας εξ’ ολοκλήρου για τις υπόλοιπες κοινότητες και φυσικά για την Republique στο σύνολό της.
Ο φιλελεύθερος Ιανός
Η αδυναμία της αριστεράς για μη-αφηρημένη σκέψη έχει κάνει όλους τους φιλελευθέρους να σκέπτονται σε πόζα “κουτσό”, με το ένα πόδι της σκέψης ανάπηρο, και να αντιλαμβάνονται την πραγματικότητα μονάχα στην μισή της διάσταση, ή για να το πούμε ξεκάθαρα, μονάχα στην διάσταση που είναι ακόλουθη της φαντασιακής ιδεολογία τους. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο (αλλά ίσως με το άλλο πόδι) σκέφτονται «κουτσά» και οι δεξιοί. Για τους μεν και για τους δε ο «οτιδήποτε είναι ο άλλος» είναι ή απόλυτα καλός ή απόλυτα κακός, από αυτή την κουτσή σκέψη απορρέει φυσικά και η τάση της εποχής περί «ισλαμοφοβίας» είτε στην δεξιά της έκδοση δηλαδή ως ρατσιστικό μπούγιο είτε στην αριστερή της ως αντιρατσιστικό.
Για τους αριστερούς το ζήτημα είναι παγιωμένο. Αν κάτι το κατατρέχει η δεξιά τότε η αριστερά έχει εργολαβικά την ευθύνη να το υπερασπίζεται. Αυτή η θέση πάγια από την εποχή του Ντρέιφους έχει εμποτίσει τόσο πολύ την ουσία που κάνει κάποιον να είναι αριστερός ώστε η υπεράσπιση παρέχεται πλέον σε «ότι και αν είναι αυτό» άκριτα και χωρίς προϋποθέσεις αρκεί «αυτό» να διώκεται από την δεξιά. Οι σκιτσογράφοι του Charlie Hebdo μέχρι και τον τραγικό τους θάνατο «παρέμειναν πάντα ασυμφιλίωτοι εχθροί του ρατσισμού» και «όλοι τους πεπεισμένοι άθεοι»[1]. Η μόνη διαφορά είναι πως ποτέ μέχρι τώρα δεν ταίριαξαν μαζί όλα αυτά, γιατί εάν σκεφτούμε με όρους που να συνδυάζουν μαζί τα προαναφερόμενα, ενός «αντιρατσιστικού αθεϊσμού» δηλαδή, τότε κάτι κουτσαίνει με τις ανάλογες καμπάνιες κατά της Ισλαμοφοβίας, και αυτό το «κάτι» είναι η σκέψη μας.
Για τους δεξιούς το ζήτημα είναι πιο απλό. Το καλύτερο πρόβλημα είναι το καθόλου πρόβλημα. Έτσι είναι καλύτερα να μην υπήρχαν καθόλου μουσουλμάνοι στην Ευρώπη ή οποιοσδήποτε άλλος άνθρωπος αν ήταν δυνατό. Ανέκαθεν το δεξιό κουτσό αρέσκεται να ζητάει τα αδύνατα, κρυφά μέσα τους επιθυμούν μια νέα τελική λύση για τους μουσουλμάνους. Στην ουσία έτσι επιθυμούν για μια άλλη φορά την αυτοκαταστροφή της Ευρώπης και μαζί με αυτήν και του εαυτού τους. Αλλά και ο πόθος των αριστερών δεν είναι λιγότερο παιδαριώδης. Ο διαφωτισμένος μουσουλμάνος, δηλαδή ο μουσουλμάνος χωρίς ισλαμισμό μόνο στον υποκριτή χριστιανό που άλλα πιστεύει και άλλα κάνει μπορεί να βρει το αντίστοιχό του. Η αγκαλιά αλληλεγγύης των ευρωπαίων φιλελευθέρων στους μουσουλμάνους είναι το εισιτήριο εισόδου σε μια Ευρώπη που σε αντίθεση με την αριστερά έχει ένα ξεκάθαρο όρο: Ο μόνος ισλαμισμός που μπορεί να γίνει αποδεκτός στην Ευρώπη είναι ο «φιλελεύθερος ισλαμισμός», όμως απλά αυτά τα πράγματα δεν γίνονται!
Έτσι προκειμένου να γίνουν ευρωπαίοι πολίτες οι μουσουλμάνοι θα πρέπει να γίνουν πρώτα σαν εμάς, άνθρωποι χωρίς καμία πίστη στα σοβαρά, χωρίς αξίες παρά μόνο μια απεριόριστη προσήλωση στα ατομικά δικαιώματα, ο καθένας να ζει το όνειρό του μέσα σε ένα κόσμο που χωνεύει τα πάντα. Καλούμε τους μετανάστες και τους μουσουλμάνους στην Ευρώπη προκειμένου να χάσουν οτιδήποτε καλό ή κακό και αν ήταν αυτό που τους ορίζει ως υπάρξεις, να πιάσουν μια δουλειά σαν όλους μας, ένα σπίτι σαν όλους μας, να αποκτήσουν μια έγχρωμη τηλεόραση σαν όλους μας και το δικαίωμα να κάνουν βόλτα για ψώνια σαν όλους μας χωρίς να τους ζητάει χαρτιά ο αστυνομικός, και αυτό το ονομάζουμε πολυπολιτισμική κοινωνία;
Τι μένει μετά από όλα αυτά; Το πιο σίγουρο είναι αυτό που ήδη ισχύει. Ο φιλελευθερισμός θα συνεχίσει να αγωνίζεται για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες όλων μας την ίδια στιγμή που θα μας εκμηδενίζει όλο και περισσότερο ως ανθρώπινες υπάρξεις. Και πολύ πιθανό να χωνέψει τελικά στα εντόσθια του και τον ισλαμισμό με τον ίδιο τρόπο που χώνεψε και τον χριστιανισμό. Άλλωστε ήδη διαμορφώνεται το πρότυπο του «καλού ευρωπαίου ισλαμιστή» και αυτό το έργο έχουν αναλάβει εργολαβικά να το διεκπεραιώσουν οι απανταχού ευρωπαϊκές αντιρατσιστικές ομάδες. Προσωπικά δυσκολεύομαι πλέον να δω και σε αυτό οποιαδήποτε διάκριση μεταξύ αριστεράς και δεξιάς. Υπάρχουν αναρίθμητοι τρόποι να ξεριζώσεις ένα άνθρωπο από τον εαυτό του. Οι δεξιοί χρησιμοποιούν τον φόβο οι αριστεροί υιοθετούν την υποκρισία. Ο καθένας ας προτιμήσει αυτό που τον πληγώνει λιγότερο.
Αν ίσως κατανοήσουμε τα παραπάνω όσο πικρόχολα και αν φαίνονται ίσως θα μπορέσουμε να αντιληφθούμε στο τέλος ποια είναι εκείνη η γοητεία που αδυνατούμε πλέον να προσφέρουμε στον εαυτό μας την οποία όμως βρήκαν οι νεαροί αλγερινοί από το Παρίσι στον Ιακωβίνικο Ισλαμισμό τους.
1. Βλ. Charlie, από τί πέθανε ο Θεός; του Γιώργου Μητραλιά
2. «Διαλεκτική του διαφωτισμού», εκδόσεις ύψιλον
3. «Μαύρη Λειτουργία. Η αποκαλυπτική θρησκεία και ο θάνατος της ουτοπίας», John Gray, εκδόσεις Οκτώ
2. «Διαλεκτική του διαφωτισμού», εκδόσεις ύψιλον
3. «Μαύρη Λειτουργία. Η αποκαλυπτική θρησκεία και ο θάνατος της ουτοπίας», John Gray, εκδόσεις Οκτώ
πηγή:
http://eagainst.com/articles/jacobinian-islamism/