Ο ΤΙΜΙΟΣ ΕΡΓΑΤΗΣ
Ένα διαχρονικό κείμενο του Ζο ντ’Αξά από το 1898.
Είναι η απίστευτη πάχυνση της μάζας των εκμεταλλευόμενων που δημιουργεί την αυξανόμενη και λογική φιλοδοξία των εκμεταλλευτών.
Οι άρχοντες των μεταλλείων, των ορυχείων, και του χρυσού θα ήταν λάθος να ανησυχούν. Η παραίτηση των σκλάβων τους καθαγιάζει την εξουσία τους. Δεν χρειάζεται πλέον να ισχυρίζονται πως η εξουσία τους είναι ελέω Θεού, τούτο το διακοσμητικό αστείο: η κυριαρχία τους νομιμοποιείται από την κοινή συγκατάθεση. Ένα εργατικό δημοψήφισμα, αποτελούμενο από πατριωτική προσήλωση, στομφώδεις κοινοτοπίες ή σιωπηλή συναίνεση επιβεβαιώνει την ανωτερότητα του αφεντικού και την κυριαρχία της μπουρζουαζίας.
Σε τούτη τη δουλειά μπορούμε να αναγνωρίσουμε το μάστορα.
Είτε στο ορυχείο είτε στο εργοστάσιο, ο Τίμιος Εργάτης, τούτο το πρόβατο, έχει κολλήσει το κοπάδι ψώρα.
Το ιδανικό του επιστάτη έχει διαστρεβλώσει τα ένστικτα του λαού. Ένα αθλητικό πανωφόρι την Κυριακή, συζητήσεις για την πολιτική, τις εκλογές…αυτές είναι οι ελπίδες που έχουν πάρει τη θέση των πάντων. Η απεχθής καθημερινός μόχθος δεν ξυπνάει ούτε μίσος ούτε μνησικακία. Το μεγαλύτερο μέρος των εργατών μισεί τους τεμπελχανάδες που κερδίζουν κακώς τα χρήματα που τους χορηγούνται από το αφεντικό.
Η καρδιά τους ανήκει στη δουλειά τους.
Είναι περήφανοι για τα ροζιασμένα τους χέρια.
Όσο παραμορφωμένα και αν είναι τα δάχτυλα, ο ζυγός έχει κάνει χειρότερο στο μυαλό: τα γρουμπούλια της παραίτησης, της δειλίας, του σεβασμού έχουν αναπτυχθεί κάτω από το δέρμα με το τρίψιμο των χάμουρων. Ματαιόδοξοι παλιοί εργάτες νεύουν τα πιστοποιητικά τους: σαράντα χρόνια στην ίδια θέση! Τους ακούμε να λένε γι’ αυτό καθώς ζητιανεύουν για ψωμί στις αυλές.
«Λυπηθείτε, κυρίες και κύριοι, έναν άρρωστο γέρο, ένα γενναίο εργάτη, έναν καλό Γάλλο, εν-αποστρατεία αξιωματικό που πολέμησε στον πόλεμο… Λυπηθείτε, κυρίες και κύριοι.
Κάνει κρύο: τα παράθυρα παραμένουν κλειστά. Ο γέρος δεν καταλαβαίνει.
Διδάξτε το λαό! Τί άλλο χρειάζεται; Η φτώχεια του δεν τον έχει διδάξει τίποτα. Όσο υπάρχουν πλούσιοι και φτωχοί οι τελευταίοι θα ζεύονται οι ίδιοι για να καλύπτουν την υπηρεσία που απαιτείται. Ο λαιμός του εργάτη χρησιμοποιείται για τα χάμουρα. Όταν είναι ακόμα νέος και δυνατός είναι τα μόνα κατοικίδια θηρία που δεν τρέχουν ελεύθερα στους αγρούς τους.
Η ιδιαίτερη τιμή των προλετάριων συνίσταται στην αποδοχή όλων τούτων των ψεμμάτων στο όνομα των οποίων έχει καταδικαστεί σε καταναγκαστική εργασία: καθήκον, πατρίδα, κλπ. Τα αποδέχεται, ελπίζοντας πως με τον τρόπο αυτό θα ανεβάσει τον εαυτό του στην τάξη της μπουρζουαζίας. Το θύμα γίνεται συνεργός. Ο κακότυχος κουβεντιάζει με τη σημαία, χτυπάει το στήθος του, βγάζει το κασκέτο και φτύνει στον αέρα:
«Είμαι ένας τίμιος εργάτης.»
Και πέφτει ακριβώς πίσω στο πρόσωπό του.
Μετάφραση: Αιχμή