ο σιδερένιος μεσημβρινός και η κυριολεξία της φωτιάς
πηγή:
Καθώς είναι αδιανόητο για την τέχνη να ζει εκτός πραγματικότητας, ιδού ένα φανταστικό διήγημα, αφιερωμένο στα παιδιά και στους μαθητές που ζητούν την αλληλεγγύη μας. Γονείς και άνθρωποι όλου του κόσμου.. το νου σας και το θάρρος σας. Τα παιδιά δεν είναι ούτε στρατιώτες, ούτε βάσεις δεδομένων!
Στα παιδιά και στους μαθητές
Η μπογιά πάνω στα καλοριφέρ ραγίζει. Το ωχρό ρούχο της μεταλλικής συσκευής σκίζεται από άλλη μια απότομη συστολή. Η ελάχιστη ζεστασιά της γκριζογάλανης αίθουσας σβήνει, πολύ προτού προλάβει να εδραιωθεί στο χώρο και στα κορμιά των μικρόσωμων ανθρώπων. Παρόλο που τα χαμηλού αναστήματος όντα δεν έχουν ολοκληρώσει ακόμα την διαδικασία της σωματικής τους διάπλασης, κανείς δεν τα αποκαλεί πλέον “παιδιά”. Είναι ήδη ώριμα στελέχη της Τρίτης Κάστας. Άλλωστε έχουν σχεδόν όλα τους κλείσει το ένατο έτος διαβίωσης τους στην πηχτή ατμόσφαιρα και τους ολισθηρούς δρόμους της βιομηχανικής ναρκόπολης Κάιν.
Έχουν ήδη αποκτήσει υποχρεώσεις απέναντι στην Πολιτεία, η οποία καταδέχεται να τους εκπαιδεύει για να μένουν μακριά από τα μπλεξίματα με τις Αρχές, μπολιάζοντας τα κεφάλια τους με διάφορες εκδοχές της “επίσημης Ιστορίας” της, με την Ηθική της και με εκατοντάδες τεχνικές δεξιότητες, χρήσιμες στο να βοηθούν επαγγελματικά τους γονείς τους που αδυνατούν πια να συμβαδίσουν με τα τεχνολογικά, γραφειοκρατικά θαύματα που εμφανίζονται καθημερινά στα όρια της ναρκόπολης Κάιν.
Άλλωστε, μέσα στις “εργαλειοθήκες” των βιογραφικών σημειωμάτων που αποστέλλουν οι άνεργοι υπήκοοι άνω των σαράντα ετών στους “Οικονομικούς Ομίλους Κοινωνικοποίησης”, κρίνεται ως απαραίτητο προσόν για τους επίδοξους υπαλλήλους, η ύπαρξη δυο απογόνων τους με άριστες επιδόσεις στα μαθήματά τους, έτοιμων, ανά πάσα στιγμή, να προσφέρουν αφιλοκερδώς τις γνώσεις των φρέσκων εγκεφάλων τους στα ταλαιπωρημένα και δυσκίνητα απ’ την “δια βίου μάθηση”, μυαλά των μελών της Δεύτερης Κάστας.
Καθώς οι λέξεις έχουν παγώσει μέσα στα ράθυμα στόματα, ένας από τους τριάντα δύο μαθητές με το παράξενο όνομα Ενώχ, στέκεται ικανός να ακούσει μια μεγάλη κηλίδα χρώματος να τρίζει ανεπαίσθητα πάνω στο χλιαρό μέταλλο. Γυρίζει προς το μέρος της και την βλέπει να ξεκολλά την μια της άκρη πάνω απ’ τον σιδερένιο όγκο του καλοριφέρ. Χώνει το νύχι του στην στρογγυλή κοιλιά της και την βοηθά να αποχωριστεί το παλιό της περιβάλλον. Την ακουμπά πάνω στο γδαρμένο του ατομικό θρανίο και της παραδίδει όλη του την προσοχή. Την κόβει στα δύο, κρατά ανέπαφο το ένα, σχεδόν κωνικό στέλεχός της κι έπειτα τεμαχίζει το άλλο σε μικρότερα, επίσης κωνικά κομματάκια, που τα τοποθετεί γύρω απ’ το πρώτο. Ύστερα, σιγά-σιγά, τα χρωματίζει, ένα-ένα, με το κόκκινο στυλό του.
Έχει πλέον συναρμολογήσει το ανάγλυφο σχέδιο μιας αξιοπρεπούς φωτιάς, με τις φλόγες της να ξεκολλούν απ’ τον πυρήνα της και να πετούν άναρχα, προς όλες τις κατευθύνσεις.
Προς στιγμήν τουλάχιστον, ο μαθητής φαίνεται να νικά το ψύχος και να κατορθώνει να ζεσταθεί από ένα ομοίωμα φωτιάς, δικής του έμπνευσης. Καταφέρνει, έστω και για λίγο, να λησμονά το τρέμουλο που έχει εισβάλλει απρόσκλητο μέσα στην ραχοκοκαλιά του. Η Μάγδα, η μαθήτρια του αντικριστού εδράνου, που προφανώς θεώρησε ευφυή την έμπνευση του αγοριού να αντιμετωπίσει έμμεσα την παγωνιά της αίθουσας, θα τον μιμηθεί κατασκευάζοντας με τα ίδια υλικά μια παρόμοια πυρκαγιά.
Προς στιγμήν τουλάχιστον, ο μαθητής φαίνεται να νικά το ψύχος και να κατορθώνει να ζεσταθεί από ένα ομοίωμα φωτιάς, δικής του έμπνευσης. Καταφέρνει, έστω και για λίγο, να λησμονά το τρέμουλο που έχει εισβάλλει απρόσκλητο μέσα στην ραχοκοκαλιά του. Η Μάγδα, η μαθήτρια του αντικριστού εδράνου, που προφανώς θεώρησε ευφυή την έμπνευση του αγοριού να αντιμετωπίσει έμμεσα την παγωνιά της αίθουσας, θα τον μιμηθεί κατασκευάζοντας με τα ίδια υλικά μια παρόμοια πυρκαγιά.
Ο καθηγητής Ιωνάς φαίνεται να ενοχλείται απ’ την ανεμελιά των δυο σπουδαστών του. Η φωνή του χάνει την μονότονη χροιά της και η γλώσσα του μένει για λίγο μετέωρη, παραδομένη στην ακινησία ενός μακρόσυρτου “έψιλον”, που τελειώνει όταν το μυαλό του διδασκάλου θα κρίνει τελικά πως το παράπτωμα των μαθητών δεν είναι τόσο σοβαρό για να φωνάξει τους σχολικούς αστυνόμους να τους συλλάβουν. Θα αποφασίσει λοιπόν να απονείμει μόνος του, δίχως την βοήθεια κανενός, την δικαιοσύνη στην οποία πιστεύει. Του άρεσε πάντα άλλωστε να συμμορφώνει μόνος του τα “καθαρματάκια της Τρίτης Κάστας”.
Θα κάνει μια σύντομη παύση στην διάλεξή του, σπέρνοντας με την απροσδόκητη
σιωπή του τον φόβο στο τσούρμο των μικροσκοπικών όντων και θα φορέσει το χοντρό, ηλεκτρικό παλτό του. Μετά, θα απομείνει να κοιτάζει για λίγο σκεφτικός το κεκλιμένο, σιέλ ταβάνι της τετράγωνης αίθουσας. Το ύψος του πάνω απ’ την έδρα του δασκάλου φτάνει τα δυό μέτρα και είκοσι εκατοστά, ενώ καθώς κανείς κατευθύνεται προς τα σχολικά καθίσματα μειώνεται, καταλήγοντας στην άλλη άκρη της να είναι λίγο παραπάνω από ογδόντα πόντους.
σιωπή του τον φόβο στο τσούρμο των μικροσκοπικών όντων και θα φορέσει το χοντρό, ηλεκτρικό παλτό του. Μετά, θα απομείνει να κοιτάζει για λίγο σκεφτικός το κεκλιμένο, σιέλ ταβάνι της τετράγωνης αίθουσας. Το ύψος του πάνω απ’ την έδρα του δασκάλου φτάνει τα δυό μέτρα και είκοσι εκατοστά, ενώ καθώς κανείς κατευθύνεται προς τα σχολικά καθίσματα μειώνεται, καταλήγοντας στην άλλη άκρη της να είναι λίγο παραπάνω από ογδόντα πόντους.
Αυτόν τον τρόπο έχουν σκεφτεί οι αρχιτέκτονες των Εκπαιδευτηρίων για να μειώσουν την οχλαγωγία και να εκμηδενίσουν τις ασυνείδητες και κάποιες φορές βίαιες, παραβατικές, συμπεριφορές των μελών της Τρίτης Κάστας εναντίον των καθηγητών και των σχολικών
αστυνόμων που συνέβαιναν συχνά στο παρελθόν, τότε που οι σχολικές αίθουσες επέτρεπαν στους μαθητές να εγείρονται αυθόρμητα απ’ τα ατομικά τους θρανία.
αστυνόμων που συνέβαιναν συχνά στο παρελθόν, τότε που οι σχολικές αίθουσες επέτρεπαν στους μαθητές να εγείρονται αυθόρμητα απ’ τα ατομικά τους θρανία.
“Ένα σκυφτό, αγκυλωμένο κορμί με τους πνεύμονες συμπιεσμένους, διατηρεί πάντα
την αξιοπρέπειά του μουδιασμένη”, είχαν αποφανθεί πριν δεκάδες χρόνια και οι
ψυχοκριτικοί της ναρκόπολης Κάιν.
την αξιοπρέπειά του μουδιασμένη”, είχαν αποφανθεί πριν δεκάδες χρόνια και οι
ψυχοκριτικοί της ναρκόπολης Κάιν.
Ο καθηγητής Ιωνάς, θα βαδίσει σκυφτός προς τα τελευταία θρανία της τετράγωνης αίθουσας, προσέχοντας να μην σκουντουφλήσει πάνω στις μακρόστενες συστοιχίες
των λαμπτήρων που διαχέουν το εκτυφλωτικό τους φως πάνω στα τετράδια και στις
συσκευές εργασίας των μελών της Τρίτης Κάστας. Θα πάρει στα χέρια του τις
καρικατούρες της φωτιάς, θα εκσφενδονίσει τα μέρη τους πάνω στα πρόσωπα των
δυο «πυρομανών» και μετά θα προσπεράσει την τελευταία σειρά θρανίων, σέρνοντας
τα γόνατά του, για να ανοίξει διάπλατα το παντζούρι ενός εκ των τριών,
σιδερόφρακτων παράθυρων του δωματίου.
των λαμπτήρων που διαχέουν το εκτυφλωτικό τους φως πάνω στα τετράδια και στις
συσκευές εργασίας των μελών της Τρίτης Κάστας. Θα πάρει στα χέρια του τις
καρικατούρες της φωτιάς, θα εκσφενδονίσει τα μέρη τους πάνω στα πρόσωπα των
δυο «πυρομανών» και μετά θα προσπεράσει την τελευταία σειρά θρανίων, σέρνοντας
τα γόνατά του, για να ανοίξει διάπλατα το παντζούρι ενός εκ των τριών,
σιδερόφρακτων παράθυρων του δωματίου.
Ο ψυχρός αέρας θα φυσήξει πάνω στις πλάτες και τους σβέρκους των πιο ανυπόληπτων υπηκόων και θα επαναφέρει αμέσως στην τάξη, ακόμα και τους δυο πιο αφηρημένους εκπαιδευόμενους. Οι μικρόσωμοι άνθρωποι, καθώς τους έχει απαγορευθεί η χρήση παλτών μέχρι να ολοκληρωθεί η σωματική τους ανάπτυξη, θα χώσουν τα χέρια τους ανάμεσα στα
πόδια τους και θα αναγκαστούν να σκύψουν κι άλλο για να προφυλαχθούν απ’ το κρύο.
πόδια τους και θα αναγκαστούν να σκύψουν κι άλλο για να προφυλαχθούν απ’ το κρύο.
Μονάχα η φωνή του συμμορφωτή τους επιτρέπεται να τους κάνει να ξεχνιούνται απ’ τα μαρτύρια του μουδιάσματος των άκρων και του τρέμουλου που τους συνεπαίρνει. Θα συγκεντρωθούν, θέλοντας και μη λοιπόν, στα δικά του λόγια. Το μάθημα της Γεωγραφίας θα συνεχιστεί. Η τρισδιάστατη υδρόγειος θα γεννηθεί μέσα από μια καταπακτή της ψευδοροφής και θα καλύψει με τον αιωρούμενο όγκο της τον τοίχο πίσω απ’ την έδρα του καθηγητή. Η σκιά της θα απομείνει αόρατη πάνω στο ήδη μαύρο και γεμάτο μπαλώματα, βιομηχανικό δάπεδο της τραπεζοειδούς αίθουσας.
Μέσα στα σωθικά της, οι μικρόσωμοι άνθρωποι υπνωτίζονται απ’ την οπτική αναπαράσταση ενός πλανήτη, με τον τρόπο που αυτός τους έχει συστηθεί στα μάτια τους για προπαγανδιστικούς λόγους και με γνώμονα την διατήρηση της αδιατάρακτης γαλήνης της πολιτείας. Ο ευυπόληπτος εκφωνητής τούτης της ψευδαίσθησης, θα τους επιβεβαιώσει με την μονοφωνική χροιά του, πως ολόκληρο το σύμπαν είναι μια φυλακή από πυρίμαχες, καρτεσιανές συντεταγμένες που συγκρατούν μέσα στα όρια τους, τους απρόβλεπτους, αυτοπυρπολούμενους πυρήνες των άστρων, καθιστώντας τις εκρηκτικές συμπεριφορές τους, ακίνδυνες για τον πολιτισμό της ναρκόπολης Κάιν.
Η γαλάζια σφαίρα βρίσκεται εγκλωβισμένη μέσα στις συντεταγμένες της, όπως τα παιδιά, που κανείς δεν αποκαλεί “παιδιά”, μέσα στην αίθουσα. Έτσι διδάσκεται ο κόσμος στην πολιτεία. Η Γη είναι κλεισμένη μέσα σε ένα ανοξείδωτο πλέγμα από άκαμπτους κι ατσάλινους παράλληλους και μεσημβρινούς που κυκλώνει την ρευστότητα των ωκεανών της και τα πλοία των ηπείρων της, καθώς αυτά τσουλάν και συγκρούονται, στ’ αλήθεια ανεμπόδιστα, πάνω στο φλεγόμενο μάγμα.
Το πλανητικό κλουβί ίπταται και περιστρέφεται γύρω απ’ τον άξονά του, πάνω απ’ το κεφάλι του καθηγητή Ιωνά. Ο Ενώχ αποστρέφεται το βλέμμα του απ’ το ελλειψοειδές κελί, δίχως να γνωρίζει την αιτία που τον ωθεί σε μια τόσο μεγάλη απερισκεψία. Το ίδιο πράττει και η Μάγδα, που τόση ώρα κοιτούσε το αποκρουστικό, ουράνιο σώμα μέσα απ’ τις κουρτίνες των σγουρών, μαύρων μαλλιών της. Οι δυο ανυπόληπτοι υπήκοοι καρφώνουν το βλέμμα τους πάνω στα κιγκλιδώματα του ανοικτού παράθυρου κι ύστερα διασταυρώνουν τις ματιές τους, σμίγοντας τις απελπισίες τους.
Η Μάγδα χαμηλώνει το κεφάλι της τόσο, ώστε πάνω στην ματιά της να κυλήσουν τα δυο της δάκρυα που χάνονται, διάφανα, στην διαδρομή που τους ορίζουν οι κανόνες της βαρύτητας. Το βλέμμα της και οι σταγόνες του, θα έρθουν ισόπαλα σε αυτόν τον άτυπο, μα όχι κι ανώφελο, αγώνα δρόμου.
Κάτω απ’ τα πόδια της, τα ξερά φύλλα μιας λεύκας που έχουν εισβάλλει απ’ το ανοιχτό παράθυρο έχουν γεμίσει με κεχριμπαρένιες ψηφίδες το σκούρο πάτωμα. Το κορίτσι θα μαζέψει μια χούφτα και θα την χρησιμοποιήσει ως πρώτη ύλη για να σκαρώσει το ομοίωμα μιας ακόμα φωτιάς. Είναι πια η σειρά του Ενώχ να την μιμηθεί. Το αποτέλεσμα είναι καλύτερο απ’ την προηγούμενη απόπειρά τους.
Ο ενθουσιασμός όμως των δυο σπουδαστών, θα τους καταδώσει. Το τρίξιμο της καρέκλας της Μάγδας, που κινείται δίχως άδεια πάνω της, θα προδώσει την αφηρημάδα τους στον σεβάσμιο διδάσκαλο. Μεμιάς εκείνος, με μια κραυγή του και μόνο, θα εξαφανίσει την υδρόγειο στέλνοντάς την πίσω στην γύψινη φωλιά της και θα κατευθυνθεί προς τους δυο αυθάδεις σπουδαστές, απευθύνοντας τους με βρισιές την νόμιμη οργή του. Έπειτα θα συρθεί προς τα παράθυρα και θα ανοίξει και το δεύτερο. Ένα χαμόγελο θα σχηματιστεί στα χείλη του, όταν θα διαπιστώσει πως ο δυνατός, άοσμος αέρας που του παγώνει τα ρουθούνια, κουβαλά μαζί του μια θύελλα στον ουρανό της πόλης.
Θα ρυθμίσει τον θερμοστάτη στο μέγιστο της απόδοσης του ηλεκτρικού παλτού του και θα ξεσπάσει σε γέλια με τον επόμενο συνειρμό που θα σκαλίσει ο νους του. Θα διατάξει τους εκπαιδευόμενους με φωνές και με τα δυνατά χτυπήματα της τεράστιας παλάμης του πάνω στα θρανία, να ανοίξουν τις συσκευές εργασίας τους και να αρχίσουν δυο ώρες νωρίτερα την ημερήσια υποστήριξή τους στο βιοποριστικό καθήκον των γονιών τους και δίχως την μεσολάβηση του καθιερωμένου διαλείμματος για το γεύμα τους. Όταν κάποιοι από αυτούς θα διαμαρτυρηθούν χαμηλόφωνα, με αναστεναγμούς και σβηστά επιφωνήματα, ο σοφός
άνδρας θα αντιμετωπίσει ψύχραιμα την αυθάδειά τους και θα υποδείξει ως υπαίτιους της απόφασής του, τα δυο αφηρημένα μέλη της Τρίτης κάστας. Πόσο χαίρεται να επιβάλλει την τάξη με την εμπειρία του, ο καθηγητής Ιωνάς!
άνδρας θα αντιμετωπίσει ψύχραιμα την αυθάδειά τους και θα υποδείξει ως υπαίτιους της απόφασής του, τα δυο αφηρημένα μέλη της Τρίτης κάστας. Πόσο χαίρεται να επιβάλλει την τάξη με την εμπειρία του, ο καθηγητής Ιωνάς!
Παρόλα αυτά, ο σαματάς που έχει δημιουργηθεί στο δωμάτιο, δεν θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητος. Η πόρτα χτυπά. Ύστερα, δυο σχολικοί αστυνόμοι εισβάλλουν στον χώρο και με τα μάτια καρφωμένα πάνω στους μαθητές, ρωτούν τον καθηγητή Ιωνά, αν του είναι αναγκαίοι. Αμπαρωμένος μέσα στην ζέστη του παλτού του και μ’ ένα μόνο νεύμα του χεριού του, θα τους δείξει χαιρέκακα πως του είναι παντελώς άχρηστοι. Άλλωστε και αυτοί, δεν είναι τίποτα άλλο, παρά συνηθισμένα, ταπεινά μέλη της Δεύτερης Τάξης. Όπως κι εκείνος, δηλαδή. Μόνο που εκείνος δεν αισθανόταν όμοιός τους. Εκείνος ήταν “ανώτερος”. Επιτελούσε “λειτούργημα”!
Οι βιολογικοί γονείς των τριτοετών φοιτητών, του τριακοστού τέταρτου Εκπαιδευτηρίου της ναρκόπολης Κάιν, θα ενημερωθούν μέσα σε λίγα λεπτά, όπου κι αν βρίσκονται, απ’ τον καθηγητή Ιωνά αυτοπροσώπως, πως θα είναι ελεύθεροι καθηκόντων εκείνο το βράδυ και από την εβδόμη νυκτερινή ώρα, εξ’ αιτίας ενός πολύ σοβαρού παραπτώματος των απογόνων τους. Κανείς από τους εξήντα τέσσερις παραλήπτες του μηνύματος, δεν θα ανησυχήσει ούτε θα διαμαρτυρηθεί για την τιμωρία τους. Κανείς τους δεν θα ρωτήσει για το μέγεθος της αυθάδειάς τους, όπως φυσικά κανείς δεν θα ζητήσει την επιείκεια του διδασκάλου για χάρη του αγαπημένου του τέκνου.
Στην πραγματικότητα, θα νιώσουν μονάχα την ευδιαθεσία και την ανακούφιση αμέσως μετά την ανάγνωση του μηνύματός τους, καθώς στ’ αλήθεια, όλοι τους ανεξαιρέτως, ένιωθαν ήδη εξουθενωμένοι απ’ τον εργασιακό φόρτο άλλης μιας μέρας. Κάποιοι ήθελαν να αφιερώσουν αυτό το δίωρο σε έναν χορταστικό υπνάκο, άλλοι στο φθηνό αλκοόλ και τα αντικαταθλιπτικά χάπια που σέρβιραν τα μπαρ της πόλης, ορισμένοι στον αυτιστικό διαλογισμό μέσα σε θερμοκοιτίδες γαλήνης, ενώ κάποιοι άλλοι, πιο ζωντανοί και μπουχτισμένοι απ’ την ρουτίνα της καθημερινότητας, επιθυμούσαν να βρεθούν επιτέλους μόνοι στο σπίτι και γυμνοί, απέναντι στον σύντροφό τους.
Θα αφήσουν λοιπόν την χαρά να τους συνεπάρει και θα ξεχυθούν στις γεμάτες λακκούβες λεωφόρους, όπου επιτρέπεται η οδήγηση στα μέλη της Δεύτερης Τάξης. Ο καθένας με τον δικό του προορισμό και τις δικές του ευχές.
Καβάλα στα προσωπικά τους, επαναφορτιζόμενα δίκυκλα, θα τρέξουν να τις καταναλώσουν δίχως κανένα σεβασμό για τον κώδικα οδικής κυκλοφορίας που δεν ισχύει σε αυτούς τους δρόμους, όπου τα συστατικά της οργανικής και της ανόργανης χημείας, τους ξεχειλίζουν με την τρομακτική αφθονία και την ταχύτητά τους, καθιστώντας τα πάντα αναλώσιμα.
Οι αντικαταστάτες τους, έχουν ήδη πέσει με τα μούτρα στην δουλειά. Το κρύο στην
αίθουσα γίνεται ολοένα και πιο ανυπόφορο. Τα ξυλιασμένα δάχτυλα των μικρόσωμων ανθρώπων πληκτρολογούν ασταμάτητα, συμπληρώνοντας τις κατάλληλες, γραφειοκρατικές φόρμες, ανάλογα με την ειδικότητα και τον τομέα απασχόλησης των γονέων τού κάθε μαθητή. Στη ναρκόπολη Κάιν, την πρωτεύουσα μιας ασήμαντης επαρχίας των Ενωμένων Ηπείρων και κέντρο ενός γιγάντιου δικτύου αυτοκινητόδρομων με υπόγειους οδικούς άξονες και τροχιογραμμές, μα δίχως πλέον ακτοπλοϊκές συνδέσεις για το επιβατικό κοινό και δημόσιο αεροδρόμιο, ο μόνος βιομηχανικός τομέας είναι η γραφειοκρατία.
αίθουσα γίνεται ολοένα και πιο ανυπόφορο. Τα ξυλιασμένα δάχτυλα των μικρόσωμων ανθρώπων πληκτρολογούν ασταμάτητα, συμπληρώνοντας τις κατάλληλες, γραφειοκρατικές φόρμες, ανάλογα με την ειδικότητα και τον τομέα απασχόλησης των γονέων τού κάθε μαθητή. Στη ναρκόπολη Κάιν, την πρωτεύουσα μιας ασήμαντης επαρχίας των Ενωμένων Ηπείρων και κέντρο ενός γιγάντιου δικτύου αυτοκινητόδρομων με υπόγειους οδικούς άξονες και τροχιογραμμές, μα δίχως πλέον ακτοπλοϊκές συνδέσεις για το επιβατικό κοινό και δημόσιο αεροδρόμιο, ο μόνος βιομηχανικός τομέας είναι η γραφειοκρατία.
Μια γιγάντια πολιτεία, ανίκανη να καλύψει τις βασικές της ανάγκες επιβίωσης, που παρέχει λογιστικές, χρηματιστηριακές, τουριστικές, τραπεζικές και κάθε είδους υποστηρικτικές υπηρεσίες προς τους παγκόσμιους “Ομίλους Ομαδικής Κοινωνικοποίησης”, χάρη στα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα και το φθηνό, εξειδικευμένο, εργατικό δυναμικό της.
Ο καθηγητής Ιωνάς, ρίχνει μια ματιά στην τάξη του. Τα πάντα είναι όπως πρέπει να είναι. Οι μικροσκοπικοί, σκυφτοί άνθρωποι, είναι πλέον σιωπηλοί και προσηλωμένοι στο έργο τους. Κλείνει τα μάτια του και παραδίνεται σε άλλη μια κρίση μεγαλείου. Ονειρεύεται πως η πολιτεία τού έχει αναθέσει, άνευ όρων, την κατάρτιση του εκπαιδευτικού προγράμματος ολόκληρης της πόλης. Όμως δεν του είναι αρκετό για πολύ. Μέσα σε λίγα λεπτά, είναι ο Επίτροπος για θέματα Εκπαίδευσης, όλων των επικρατειών των Ηνωμένων Ηπείρων. Πάνω του κρέμεται το μέλλον της αυτοκρατορίας.
Το φτέρνισμα ενός μαθητή θα τον τρομάξει. Αμέσως μετά, ένα ξερό φύλλο λεύκας, από αυτά που εισβάλλουν σωρηδόν απ’ τα παράθυρα της αίθουσας, θα προσγειωθεί πάνω στο μέτωπό του και θα τον κάνει να ανοίξει τα μάτια του και να δει τα ζαρωμένα του χέρια, σταυρωμένα πάνω στο στήθος του.
Είναι πολύ μεγάλος πια για να κάνει τέτοια όνειρα. Ο εαυτός του στις ονειροπολήσεις του, είναι αρκετά νεότερος από αυτόν τον μεσήλικα που λουφάζει στην πολυθρόνα της έδρας του. Δεν μπορεί λοιπόν, παρά να μισεί αυτά τα μικρόσωμα, νεαρά όντα που έχει απέναντί του.
Σε όλη του την ζωή, τα έβλεπε να μεγαλώνουν στις αίθουσες που δίδασκε και να φεύγουν όταν πια δεν μπορούσαν να χωρέσουν τα κορμιά τους κάτω απ’ τις οροφές τους. Εκείνος όμως, παρέμενε πάντα μέσα στην κοιλιά εκείνου του κήτους για να σπείρει τον φόβο στα επόμενα μέλη της Τρίτης Κάστας.
Θυμωμένος με τον χρόνο, νομίζει πως θα τον εκδικηθεί στο πρόσωπο της νιότης. Σηκώνεται απ’ την έδρα του και ανοίγει και το τρίτο παράθυρο του τραπεζοειδούς δωματίου. Το κρύο, θα γίνει ακόμα πιο ανυπόφορο. Το διαισθάνεται και ο ίδιος που ριγεί καθώς τον χτυπά ο άνεμος και δυο χοντρές στάλες στο μέτωπο. Η θύελλα ξεσπά έξω απ’ το τριακοστό τέταρτο Εκπαιδευτήριο της ναρκόπολης Κάιν. Ο καθηγητής Ιωνάς απομακρύνεται απ’ τα παράθυρα, κλειδώνει, καλού-κακού την πόρτα της τάξης και βυθίζεται στην πολυθρόνα του κουλουριάζοντας το σώμα του.
Θα μιμηθεί τους αφηρημένους μαθητές του και θα αφήσει την φαντασία του να του αποσπάσει την προσοχή απ’ το κρύο. Θα γίνει ξανά Επίτροπος Εκπαίδευσης στις Ενωμένες
Ηπείρους. Αυτή τη φορά, ακόμα πιο νέος. Με ένα άλλο σώμα. Ίσως και μ’ ένα άλλο πρόσωπο και με περισσότερα μαλλιά. Είναι ο πιο νέος που ανέλαβε ποτέ μια τέτοια θέση. Είναι ένα παιδί-θαύμα!…
Ηπείρους. Αυτή τη φορά, ακόμα πιο νέος. Με ένα άλλο σώμα. Ίσως και μ’ ένα άλλο πρόσωπο και με περισσότερα μαλλιά. Είναι ο πιο νέος που ανέλαβε ποτέ μια τέτοια θέση. Είναι ένα παιδί-θαύμα!…
Απέναντί του, στα έδρανα των σπουδαστών, το κρύο είναι πια πολύ τσουχτερό για να νικηθεί από άλλη μια ευφάνταστη παρομοίωση. Το αίμα έχει παγώσει μέσα στα
μελανιασμένα ακροδάχτυλα και κάθε επαφή τους με τα πλήκτρα, προκαλεί τον πόνο στα μικρόσωμα όντα. Ο Ενώχ αντιλαμβάνεται πως ο καθηγητής Ιωνάς έχει παραδοθεί στον λήθαργο. Κοιτάζονται στα μάτια με την Μάγδα. Σηκώνεται απ’ το θρανίο του προς έκπληξη των τρομαγμένων συμμαθητών του και κάτι της ψιθυρίζει. Καθώς εκείνη του γνέφει καταφατικά στην άγνωστη ερώτηση, όλα τα μέλη της Τρίτης Τάξης αντιλαμβάνονται πως ο Ιωνάς είναι αδύνατο να αντιληφθεί οποιαδήποτε κίνησή τους στην αίθουσα.
μελανιασμένα ακροδάχτυλα και κάθε επαφή τους με τα πλήκτρα, προκαλεί τον πόνο στα μικρόσωμα όντα. Ο Ενώχ αντιλαμβάνεται πως ο καθηγητής Ιωνάς έχει παραδοθεί στον λήθαργο. Κοιτάζονται στα μάτια με την Μάγδα. Σηκώνεται απ’ το θρανίο του προς έκπληξη των τρομαγμένων συμμαθητών του και κάτι της ψιθυρίζει. Καθώς εκείνη του γνέφει καταφατικά στην άγνωστη ερώτηση, όλα τα μέλη της Τρίτης Τάξης αντιλαμβάνονται πως ο Ιωνάς είναι αδύνατο να αντιληφθεί οποιαδήποτε κίνησή τους στην αίθουσα.
Τα μικρά κορμιά τους θα σηκωθούν και θα βαδίσουν προς τα πρώτα θρανία, μέχρις ότου δεν θα χρειάζεται να σκύβουν. Εκεί, σαν ένα μελίσσι που αλλάζει ανεπαίσθητα σχήματα, ώσπου να συνεννοηθούν τα μέλη του προς τα που να πορευθούν, θα ανταλλάξουν χαμηλόφωνα τις εμπνεύσεις τους, γυρεύοντας μια λύση για το κρύο.
Όσο η συζήτηση θα συνεχίζεται, θα γίνει προφανές σε όλους τους συνδιαλεγόμενους, πως κανείς τους δεν βολεύεται μονάχα με μια προσωρινή λύση για το ψύχος της νύχτας.
Ίσως η φωτιά, αν επινοηθεί με τα λιγοστά μέσα που έχουν στην διάθεσή τους, να έχει κι άλλες χρήσεις. Το τσούρμο ονειρεύεται, ενώ το καθεστώς της αίθουσας κοιμάται ανυποψίαστο. Είναι καιρός για τους σπουδαστές να απαλλαχθούν απ’ τους συμβολισμούς που τους αποσπούσαν την προσοχή απ’ το τρεμούλιασμα και να σχεδιάσουν μια
κυριολεξία.
κυριολεξία.
Όταν τα μάτια του καθηγητή Ιωνά θα ανοίξουν τρομαγμένα, θα αντικρίσει δεκάδες, καθαρά πρόσωπα να τον κοιτούν, φιμωμένο και δεμένο με τα καλώδια των συσκευών εργασίας. Θα περιστρέψει το κεφάλι του και θα δει την πόρτα οχυρωμένη με θρανία. Απέναντί του θα δει το αριστερό παράθυρο να φλέγεται απ’ την φωτιά που άναψαν οι μαθητές με την συνδρομή των σπινθήρων μιας συσκευής που βραχυκύκλωσαν, με τις γνώσεις που αποκόμισαν απ’ το Εκπαιδευτήριο, έχοντας για προσάναμμα τα φύλλα των δέντρων και για τροφή της, τις καρέκλες τους.
Καθώς οι σχολικοί αστυνόμοι θα χτυπούν με λύσσα την πόρτα, στην προσπάθειά τους να την ανοίξουν, οι μαθητές θα χρησιμοποιούν για έμβολο την στενόμακρη έδρα του καθηγητή τους, με σκοπό να ξηλώσουν το ξύλινο κάσωμα του φλεγόμενου παράθυρου.
Δουλεύουν σε βάρδιες των έξι ατόμων που εναλλάσσονται συνεχώς, καθώς η ατμόσφαιρα στην τάξη είναι αποπνικτική. Κάθε βάρδια, μετά από δέκα χτυπήματα, δίνει την θέση της στην επόμενη και πηγαίνει προς τα άλλα δυο παράθυρα προς τα δεξιά, όπου είναι συνωστισμένα και τα υπόλοιπα πρόσωπα των μαθητών για να αναπνέουν το οξυγόνο που καταφθάνει απ’ τις λεωφόρους.
Το παράθυρο και τα κάγκελα θα ξηλωθούν, τελικά, με την βοήθεια της φωτιάς. Οι τελευταίοι σπουδαστές που θα πηδήξουν έξω, θα λύσουν τον καθηγητή απ’ τα δεσμά του, αφού πρώτα του αφαιρέσουν το κλειδί της αίθουσας. Εκείνος, θα απομείνει ακίνητος να τους κοιτά. Είναι ανήμπορος να τους αντισταθεί, ενώ ποτέ ξανά δεν θα θελήσει να ονειρευθεί μιαν άλλη ζωή. Ο χρόνος και ο φόβος, τον έχουν νικήσει.
Πριν να καταφθάσουν οι αστυνομικές ενισχύσεις, οι μαθητές θα ξεχυθούν στους δρόμους και θα χαθούν όλοι μαζί, έξω απ’ τα όρια της ναρκόπολης Κάιν, σχεδιάζοντας στην διαδρομή τις επόμενες, ριψοκίνδυνες κυριολεξίες τους.
* Έχω αναδημοσιεύσει και άλλα δημιουργήματα του ελατηρίου στο blog. Ο Βασίλης είναι από κείνους τους ανθρώπους που γεννήθηκαν με το ταλέντο της γραφής. Από τους πολλούς χαρισματικούς νέους που δεν ευτύχησαν να αποκτήσουν πρόσβαση προς τους εκδοτικούς οίκους. Ίσως διότι δεν έμαθαν να έρπουν και να συμβιβάζονται. Ίσως διότι τα όσα γράφουν δεν είναι «προς πώληση». Στη χώρα που το σενάριο του Τζέιμς Μποντ θεωρείται υψηλή λογοτεχνία και τα ράφια των βιβλιοπωλείων βρίθουν από εκδοτικές ανοησίες τύπου.. Χρυσηίδας. [κάπου πήρε το μάτι μου -και κόντεψε να βγει- ότι σχολεία ζητάνε βιβλία της Δημουλίδου για τις βιβλιοθήκες τους]. Άραγε τι τύχη θα είχαν, αν είχαν εμφανιστεί στις μέρες μας, ο Επιτάφιος ή η Φούγκα του Θανάτου; Θα έφταναν μέχρι το τυπογραφείο ή θα τα έτρωγε το μαύρο σκότος;
το βρήκα εδώ:
http://invisiblelighthouse.wordpress.com/2014/12/18/%CE%BF-%CF%83%CE%B9%CE%B4%CE%B5%CF%81%CE%AD%CE%BD%CE%B9%CE%BF%CF%82-%CE%BC%CE%B5%CF%83%CE%B7%CE%BC%CE%B2%CF%81%CE%B9%CE%BD%CF%8C%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CE%B7-%CE%BA%CF%85%CF%81%CE%B9%CE%BF%CE%BB/#more-5420