Αυθεντία
Κ’ οι κακόσορτοι σοφοί και οι στέρφοιδάσκαλοι,που χρόνια καικαιρούς έτσι μας κρατούσανε σαβανωμένουςκαι μαζί μας πάνε
σέρνοντάς μας,άγια στερνολείψανατου χαμένου Γένους,έτσι
βλέποντας μας χρυσοφτέρουγουςαπό μέσα από τα χέρια τους να
φεύγουμεσε αποθέωση που δε θα ξαναγίνει,θα πιστέψουν πως
σαρκώθηκαν χρυσόνειρακι από της θεότης μας τ’ αντίφεγγασαν
ημίθεοι θα φαντάξουν ως κ’ εκείνοι
σέρνοντάς μας,άγια στερνολείψανατου χαμένου Γένους,έτσι
βλέποντας μας χρυσοφτέρουγουςαπό μέσα από τα χέρια τους να
φεύγουμεσε αποθέωση που δε θα ξαναγίνει,θα πιστέψουν πως
σαρκώθηκαν χρυσόνειρακι από της θεότης μας τ’ αντίφεγγασαν
ημίθεοι θα φαντάξουν ως κ’ εκείνοι
Κωστής Παλαμάς, “Ο Δωδεκάλογος του Γύφτου”
Το σημείωμα αυτό περιέχει μερικές πρόχειρες σκέψεις γύρω από ένα θέμα που κατά καιρούς έτυχε να με απασχολήσει. Το θέμα αυτό κινείται γύρω από τη λέξη «αυθεντία». Τι γίνεται και πώς αντιμετωπίζει κανείς μιαν αυθεντία; Ποια θα μπορούσε να είναι η καλύτερη δυνατή στάση μας γύρω από ένα τέτοιο άτομο; Αύτη η ερώτηση – απλοϊκή εν πολλοίς- που κάποιες φορές ξεπηδάει μπροστά μου, ενδυναμώνει ιδιαίτερα σε μια εποχή όπως αυτή που ζούμε, που πολύ εύκολα μπορεί να διαβάσει κανείς από το διαδίκτυο άρθρα, σκέψεις, κείμενα, ρεπορτάζ, σχόλια, εκατοντάδες θέματα με ενδιαφέρον κοινωνικό, φιλοσοφικό, επιστημονικό, αθλητικό, ποιητικό. Η πρόσβαση λοιπόν είναι το υπ’ αριθμόν ένα θέμα, κατά το οποίο μια αυθεντία μπορεί να προσελκύσει κόσμο με τα λόγια της και να μαγέψει. Το αν όμως μια τέτοια αυθεντία είναι πρόσωπο αληθινό ή απλώς κύμβαλο αλαλάζον δε μένει παρά να αποδειχτεί από τον κάθε έναν ξεχωριστά.
Είναι καλό να γνωρίζει κανείς και να τους παρακολουθεί από μιαν απόσταση για να μπορέσει να έχει δικά του εμπειρικά αποτελέσματα και ίδιαν γνώμη, τι έχουν στο μυαλό τους και από που ορμώμενοι γράφουν ό,τι γράφουν, ή λένε όσα λένε οι λεγόμενες από καιρό τώρα αυθεντίες. Πολλές φορές ακούγεται στα χείλη των πολλών ότι κάτι το είπε ο τάδε ή δείνα. Όταν μάλιστα το πρόσωπο αυτό ανήκει στο ιερό χώρο της ιστορίας και των εκλιπόντων, τότε, με έναν μαγικό τρόπο, το πρόσωπο αυθεντικοποιείται αυτομάτως και τα λόγια του υπερβαίνουν κάθε υποψία αναίρεσης. Είναι όμως έτσι, ή πως θα έπρεπε να είναι, είναι το ερώτημα που με απασχολεί.
Μια πρώτη απόπειρα απάντησης σε τούτο είχε δοθεί σε προσωπική μου συζήτηση με δάσκαλό μου ο οποίος ξεκαθάρισε το γεγονός ότι σε όλους εκείνους τους μεγάλους που θαυμάζουμε (αυθεντίες) υπάρχει πάντα η περίπτωση λογικού σφάλματος κατά τη διάρκεια του συγγραφικού τους έργου, με άμεσο λογικό συνεπακόλουθο για εμάς να μην προεξοφλούμε την εγκυρότητα τους. Ρητή σημείωση του δασκάλου [ωΒ[α]λ, σελ. 50] είναι ότι κανένας εξαρχής δεν τίθεται a priori στο απυρόβλητο της κριτικής και πάντοτε ο κοινός νους έχει το δικαίωμα, την υποχρέωση να εξετάζει με τον κατάλληλο τρόπο όλα τα πιθανά σενάρια, όλες τις πιθανές εκδοχές μιας κατάστασης και να επαληθεύει ή διαψεύδει τους μεγάλους συγγραφείς, φυσικούς ή φιλοσόφους της ιστορίας. Ακόμα περισσότερο αυτό θα έλεγα ότι ισχύει για όλους όσους ερμηνεύουν πρόσωπα και καταστάσεις και μπαίνουν πολύ εύκολα μέσα στην ιδιωτική μας ζωή διαμέσου του διαδικτύου ή της τηλεόρασης.
Δεν αμφισβητώ τις δυσκολίες που προκύπτουν από την παραπάνω σκέψη, γιατί λίγο πολύ όλοι μας γοητευόμαστε από μιαν αυθεντία, γοητευόμαστε από μια παράδοση που έχει κρυσταλλώσει μέσα στο χρόνο και το αποτύπωμά της είναι τόσο ανάγλυφο στο παρόν λες και ένα κομμάτι θάλασσας τόσο πληθωρικής και ρευστής και απρόβλεπτης έχει μαρμαρώσει μες στα χέρια σου. Όμως δεν είναι ο στόχος του σημειώματος να τρομάξει αλλά να θέσει εαυτούς σε εγρήγορση (να γρηγορεί το πνεύμα).
Και να! Λίγο αν μπορούσαμε να κοιτάξουμε στη δική μας την παράδοση, θα ανακαλύπταμε αίφνης ότι υπάρχει αυτή η αμφισβήτηση (όχι για το καπρίτσιο της αμφισβήτησης, αλλά για το ουσιώδες του κοινού βίου) για την οποία γράφω, πολύ έντονη στα χρόνια της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας και τραγωδίας. Ο Νίτσε το λέει καθαρά, αναφερόμενος στους Έλληνες προσωκρατικούς φιλοσόφους [η φιλοσοφία στα χρόνια της αρχαιοελληνικής τραγωδίας], γράφει ότι έπαιρναν πολλά από παλαιότερους πολιτισμούς και διαρκώς αναθεωρούσαν. Δε συσσώρευαν γνώσεις αλλά μάθαιναν από τους γείτονές τους. Κάθε άλλο παρά κλειστοί ήταν οι άνθρωποι που περπατούσαν στις αγορές και στοχάζονταν˙ δεξιώνονταν αντιθέτως κάθε τι καινούριο, καινοτόμο, το μπόλιαζαν με τις δικές τους συνήθεις, το έκριναν και τελικά δημιουργούσαν κάτι νέο, κάτι καινούριο που θα μπορούσε για τη ζωή τους να είναι ρηξικέλευθο. Το παράδειγμα της γέννησης της πόλης είναι νομίζω προσφιλές σε όλους και ένα από τα καλύτερα που διαθέτουμε στο χρονοντούλαπο.
Οφείλουμε να είμαστε προσεκτικοί απέναντι σε κάθε περίπτωση αυθεντίας παρουσιάζεται στα μέσα, ιντερνετικά ή μη, να εξετάζουμε τους ανθρώπους αυτούς και τα βαθύτερα αίτιά τους. Είναι πολύ σημαντικό να μην ηχούν στα αυτιά μας τα λόγια τους σαν ομηρικές σειρήνες και εμείς ως άβουλοι καπεταναίοι να γέρνουμε τα καράβια μας στο βράχο. Δεμένοι καλά στο κατάρτι της νόησης και της μεθόδου της επαλήθευσης να μπορούμε να υψώσουμε το ανάστημά μας. Είναι μεγάλο το κρίμα όταν δεχόμαστε άκριτα στον κοινωνικό μας βίο συνήθειες και εθισμούς που καμία σχέση δεν έχουν με τον τόπο μας, τη γεωγραφική μας ταυτότητα, ή την νοοτροπία μας. Αλλά ταυτόχρονα να απεμπολούμε και να διώκουμε καθετί μας φαίνεται τρομακτικό, οιονεί απειλητικό στη δική μας μερική ανθρώπινη κλειστότητα-μονάδα (βλέπε ξυλοδαρμό στους δρόμους ομοφυλόφιλων ζευγαριών ή μεταναστών). Είναι θα έλεγα όλο αυτό μια σύγχυση που έχουμε δεχθεί και αποπροσανατολιζόμαστε ολοένα συνεχώς και αδιαλείπτως από αυτό που έλεγε κάποτε ο Μάνος Χατζιδάκις για τη ζωή. Το ουσιώδες της ανθρώπινης ύπαρξης.
Δεν είναι τυχαίο ότι ένας από τους μεγαλύτερους φιλόσοφους της ιστορίας, ίσως ο μεγαλύτερος ιδεαλιστής που διαθέτει το κατάστημα, ο Πλάτων, αμφισβητείται σε κείμενα του Κορνήλιου Καστοριάδη και αυτό γιατί ο σύγχρονος Έλληνας φιλόσοφος, μολονότι τον τοποθετεί στην ύψιστη βαθμίδα φιλοσόφων, αναγνωρίζει εντούτοις σπέρματα φιλο-ολιγαρχικά στο λόγο του, ιδιαίτερα σε κείμενα του όπως το γνωστό έργο Πολιτικός. Ο Καστοριάδης περνά από γενεές δεκατέσσερις τον αρχαίο δάσκαλο και είναι ο ίδιος άλλωστε που έρχεται σε πλήρη ρήξη με ότι πρωτύτερα είχε ο ίδιος ακολουθήσει: Το μαρξισμό. Ο Καστοριάδης στο άκουσμα και μόνο της λέξης αυθεντία βγάζει φλύκταινες και υποστηρίζει ότι αν μόνο οι κοινωνίες ακολουθούσαν τυφλά τις αυθεντίες δε θα υπήρχε χώρος για νέα παραδείγματα, νέες προοπτικές πειραματισμού και επομένως εξέλιξη.
Μια αυθεντία μπορεί να εμφανίζεται στο διαδίκτυο με λόγο γλυκό, ποιητικό, με λόγο δυσανάγνωστο και «πολύπαθο». Βρίθει σχημάτων λόγου το διαδίκτυο με πομφόλυγες και ναρκισσισμούς. Με κείμενα και αντικείμενα δυσπρόσιτα. Η απλότητα ήταν και εξακολουθεί να παραμένει πάντοτε το μέσον για την επίτευξη του στόχου. Στόχος είναι διαρκώς να αγγίξει κανείς το ποιητικό αποτέλεσμα, με λόγο ορθό, στιβαρό, απλό, κατανοητό, στοιχεία που εκλείπουν, ή τείνουν ολοένα να μεταλλάσσονται σε περίεργους σχοινοβατισμούς. «Μέσα σε απλά πράγματα κρύβομαι […]» γράφει ο Γιάννης Ρίτσος, αλλά κωφεύουμε. Αυτή η μεγάλη νίκη των Λακώνων είναι η μέγιστη κληρονομιά μας. Κληρονομιά για την οποία ο Σωκράτης ήπιε το δηλητήριο (Δ. Λιαντίνης διάλεξη, ο Σωκράτης εκτός των άλλων κατηγορείται για φιλολάκωνας). Ο λόγος ο λακωνικός ο οποίος κρύβει στα σπλάχνα του σοφία, την απλότητα, την γεωμετρική παράσταση του ομιλείν. Ενάντια στην αερολογία του τίποτα, στην κενοτοπία του ειδικού, στην πολυπραγμοσύνη του σεξουαλικά ανέραστου, οι Έλληνες αγαπούσαν το φως, τον έρωτα, την ελευθερία, την κίνηση, την ειρωνεία*, την επαφή με τα πράγματα και επιζητούσαν διαρκώς να εξερευνούν το άγνωστο και μόνο έτσι πέτυχαν να διανοίξουν δρόμους. Η γνώση είναι μία, αδιαίρετος και αδιάσπαστη. Στόχος είναι πάντοτε να μας αρέσει τοωραίο μέσα από τις λιτές γραμμές (Φιλοκαλοῦμέν τε γὰρ μετ’ εὐτελείας), εκείνες δηλαδή που έχουν δεχθεί επεξεργασία σημαντική και αφαίρεση (= νου) για να μπορέσουν να αγγίξουν την απαραίτητη αισθητική απόλαυση, το χάζι του νου και των αισθήσεων. Οι αυθεντίες θα είναι πάντοτε εκεί, όπως και η όποια μας παράδοση, όχι για εικονίσματα και ασπασμούς με σταυροκοπήματα, αλλά για να μας δείχνουν το δρόμο. Ως σπέρματα για να μπορέσει κυοφορηθεί κάτι νέο. Φωτεινά παραδείγματα ενίοτε. Ο δρόμος τις περισσότερες φορές θα είναι με το μέρος τους. Ανιχνεύουμε μήπως υπάρχει κι άλλη οδός.
Θέλει μια κάποια προσοχή, οι δάσκαλοι και οι δεσποτάδες,
και οι φίλοι άλλοτε μαζί κι οι νέοι ποιητάδες
που λένε λόγια υδαρή κι ανάγλυφα και λένε λόγια δύσκολα και ξύπνια
κι όλο έτσι αποκτούν μια κάποια ευρωστία
για να χουνε αργότερα στον κύκλο τους μια κάποιαν αριστεία
και οι φίλοι άλλοτε μαζί κι οι νέοι ποιητάδες
που λένε λόγια υδαρή κι ανάγλυφα και λένε λόγια δύσκολα και ξύπνια
κι όλο έτσι αποκτούν μια κάποια ευρωστία
για να χουνε αργότερα στον κύκλο τους μια κάποιαν αριστεία
Καληνύχτα κόσμε, όνειρα γλυκά και να προσέχεις.
πηγή εικόνας: tumblr
αναδημοσίευση από εδώ:
http://dimitriostheodorou.wordpress.com/2014/11/08/afthentia/