ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΔΙΑΤΥΠΩΣΗ ΤΗΣ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΤΙΚΗΣ ΠΡΑΚΤΙΚΗΣ
«Η ιδέα της Επανάστασης δεν αποτελεί ποτέ «μυστικοποίηση». Το υπάρχον υπήρξε ως όλο πάντοτε κακό. Το γεγονός ότι η Επανάσταση δεν διαθέτει πλέον κάποιον αναγνωρίσιμο παραλήπτη, κάποιο οργανωμένο ιστορικό υποκείμενο, δεν ακυρώνει την αναγκαιότητα της»
Μαρκούζε
«Όπου κι αν βρίσκεσαι, σκάβε βαθιά.
Κάτω είναι η πηγή.
Άσε τους σκοταδιστές να φωνάζουν πως κάτω είναι η κόλαση»
Κάτω είναι η πηγή.
Άσε τους σκοταδιστές να φωνάζουν πως κάτω είναι η κόλαση»
Νίτσε
«Ο βασικός σκοπός μιας Επανάστασης είναι η απελευθέρωση του ανθρώπου, και όχι η ερμηνεία ή η εφαρμογή κάποιας αφηρημένης ιδεολογίας»
Ζαν Ζενέ
«Απαιτούν οι άνθρωποι ένα πραγματικά δίκαιο σύστημα; Ωραία, θα το τακτοποιήσουμε, έτσι ώστε να ικανοποιηθούν με ένα λιγότερο άδικο… Θέλουν επανάσταση; Καλά θα τους δώσουμε μεταρρυθμίσεις -πολλές μεταρρυθμίσεις, θα τους πνίξουμε στις μεταρρυθμίσεις. Ή μάλλον, θα τους πνίξουμε στις υποσχέσεις μεταρρυθμίσεων, επειδή δεν θα τους δώσουμε ποτέ πραγματικές μεταρρυθμίσεις»!
Ντάριο Φο
Της Οφηλίας Ρεντ
Ήρθε ο καιρός να ωριμάσουμε, αντιλαμβανόμενοι την ωριμότητα ως μια συνισταμένη που ορίζουν οι συνιστώσες των εμπειριών, των διαβασμάτων, της διαλεκτικής ανταλλαγής απόψεων, αλλά και του ενστίκτου μας για το τι πρέπει τελικά να κάνουμε. Να αφήσουμε πίσω πολλά, και να κοιτάξουμε πως θα μετασχηματίσουμε τον εαυτό μας σε ένα συνδιαμορφωτή ικανών για αποτελεσματικές κινητικότητες (υπο)συνόλων. Εξάλλου, αν το γενικεύσουμε στον ευρύτερο πολιτικοκοινωνικό ανταγωνισμό, νοοτροπίες «αβασάνιστης και βολικότατης μετάθεσης των ευθυνών»μπορούν να ωθήσουν σε τερατουργήματα, όπως για παράδειγμα η εντελώς λανθασμένη τάση του γερμανικού έθνους (σε σημαντική ποσοστιαία καταγραφή) να ρίξει τις ευθύνες για την ήττα στον Ά Παγκόσμιο Πόλεμο σε οποιονδήποτε άλλον παράγοντα εκτός από τη δική του άρχουσα τάξη και τους κρατικούς υπαλλήλους της -που αυτοί ήταν που στράφηκαν στη «λύση» της πρόκλησης μιας παγκόσμιας ανθρωποσφαγής για να βελτιώσουν τη θέση τους στην πίτα της παγκόσμιας αναδιανομής εξουσίας. Το αποτέλεσμα; Γνωστό και περιγράφεται μέσα από την μετέπειτα μετεξέλιξη του Γ΄ Ράιχ σε μια κρατική πολεμική μηχανή, που στρεφόταν με αβυσσαλέο μίσος εναντίον όποιου δεν συμβάδιζε με τα κελεύσματα της.
Δεν είναι κακό -κάθε άλλο, μάλιστα, είναι αναγκαίο…- πού και πού να ανατρέχουμε στους κλασικούς θεωρητικούς, όχι για να τους αντιγράψουμε, αλλά για να τους κατανοήσουμε, να τους ασκήσουμε γόνιμη κριτική, να διαπιστώσουμε τις έμπρακτες εφαρμογές τους στο σήμερα, για να προωθήσουμε το Σκοπό μας χρησιμοποιώντας τα ωφέλιμα στοιχεία της σκέψης τους, και αφήνοντας στο περιθώριο οτιδήποτε κρίνουμε πως έχει «μείνει πίσω», ή μας προκαλεί ουσιαστικά εμπόδια στο σήμερα και στο αύριο του Αγώνα. Πάντα, έχοντας ως διακηρυγμένο στόχο το σεβασμό στο πρωτότυπο, πέρα από τις (υποκειμενικές) χρήσεις που θα επακολουθήσουν. Γιατί, κάποιες φορές, ίσως είναι προτιμότερο να μεταφέρουμε αυτούσιες τις σκέψεις άλλων και να τις σχολιάζουμε, παρά να τις απαγγέλουμε σαν αρχαίοι τραγουδοποιοί που διασκέδαζαν τις αυλές των προυχόντων με «άρπες και διαύλους»… Σε κάθε περίπτωση, αποσκοπούμε -αποφεύγοντας τους σκοπέλους του ακαδημαϊσμού, του (στατικού στις πλείστες των περιπτώσεων) διανοητισμού, και της «γνώσης για τη γνώση»- να ανακαλύψουμε όπως ο φυσιοδίφης τα δικά του «μυστικά», όλα εκείνα τα πορίσματα που θα μας επιτρέψουν να είμαστε σε θέση να κάνουμε αυτό που αναφέρεται στον τίτλο, να προβούμε σε μια (απαραίτητη) επαναδιατύπωση της απελευθερωτικής πρακτικής.
Θα ξεκινήσουμε το σημερινό σημείωμα με παραπομπή στον Ένγκελς και τη ρηξικέλευθη σκέψη του (όπως τη βρίσκουμε σε γνωστή μπροσούρα του Ι.Β. Λένιν): «… Η ενότητα του κόσμου δε συνίσταται στο Είναι του, αλλά στην υλικότητά του και η υλικότητα αυτή αποδείχνεται… με μια μακρόχρονη και επίμονη εξέλιξη της φιλοσοφίας και της φυσιογνωσίας… Η κίνηση είναι ο τρόπος ύπαρξης της ύλης. Ποτέ και πουθενά δεν υπήρξε και δεν μπορεί να υπάρξει ύλη χωρίς κίνηση, κίνηση χωρίς ύλη… Αν βάλουμε το ερώτημα… τι είναι νόηση και συνείδηση και από πού προέρχονται, θα δούμε ότι είναι προϊόντα του ανθρώπινου μυαλού και ότι ο ίδιος ο άνθρωπος είναι προϊόν της φύσης, που αναπτύχθηκε μέσα στη γνωστή φυσική κατάσταση και μαζί μ’ αυτήν. Έτσι είναι αυτονόητο ότι τα προϊόντα του ανθρώπινου μυαλού, που σε τελευταία ανάλυση είναι επίσης προϊόντα της φύσης, δεν αντιφάσκουν με την υπόλοιπη αλληλουχία της φύσης, αλλά ανταποκρίνονται σ’ αυτήν». «Ο Χέγκελ ήταν ιδεαλιστής, με άλλα λόγια, γι’ αυτόν οι σκέψεις του μυαλού του δεν ήταν απεικονίσεις (Abbilder, κάποτε ο Ένγκελς μιλάει για «έκτυπα») λιγότερο ή περισσότερο αφηρημένες των πραγματικών αντικειμένων και γεγονότων, αλλά αντίθετα τα πράγματα και η ανάπτυξη τους ήταν γι’ αυτόν οι πραγματοποιημένες απεικονίσεις της ιδέας που υπήρχε κιόλας κάπου πριν από τον κόσμο».
Στο έργο του Λουδοβίκος Φόυερμπαχ, όπου ο Φρ. Ένγκελς εκθέτει τις απόψεις του και τις απόψεις του Μαρξ για τη φιλοσοφία του Φόυερμπαχ και που ο Ένγκελς το έστειλε για εκτύπωση, αφού προηγούμενα διάβασε το παλιό χειρόγραφο που είχε γραφεί από τον ίδιο και τον Μαρξ το 1844-1845 πάνω στο ζήτημα του Χέγκελ, του Φόυερμπαχ και της υλιστικής αντίληψης της ιστορίας, ο Ένγκελς γράφει: «Το μεγάλο θεμελιακό πρόβλημα κάθε φιλοσοφίας και ιδιαίτερα της νεότερης φιλοσοφίας είναι το πρόβλημα της σχέσης νόησης και Είναι, πνεύματος και φύσης… ποιο είναι το πρωταρχικό: το πνεύμα ή η φύση… Ανάλογα με τον τρόπο που απαντούσαν σ’ αυτό το ερώτημα οι φιλόσοφοι χωρίστηκαν σε δυο μεγάλα στρατόπεδα. Όσοι ισχυρίζονταν ότι το πνεύμα υπήρχε πριν από τη φύση και συνεπώς έτσι ή αλλιώς αναγνώριζαν τη δημιουργία του κόσμου… αποτέλεσαν το στρατόπεδο του ιδεαλισμού. Οι άλλοι, που θεωρούσαν σαν πρωταρχικό τη φύση, ανήκαν στις διάφορες σχολές του υλισμού». Κάθε άλλη χρησιμοποίηση των εννοιών του (φιλοσοφικού) ιδεαλισμού και υλισμού οδηγεί απλώς σε σύγχυση. Ο Μαρξ απόρριπτε κατηγορηματικά όχι μόνο τον ιδεαλισμό, που πάντα συνδεόταν έτσι είτε αλλιώς με τη θρησκεία, αλλά και τη διαδομένη, ιδιαίτερα στις μέρες μας, άποψη του Χιουμ και του Καντ, τον αγνωστικισμό, τον κριτικισμό, το θετικισμό, με τις διάφορες μορφές τους· κάθε παρόμοια φιλοσοφία τη θεωρούσε «αντιδραστική» παραχώρηση στον ιδεαλισμό και στην καλύτερη περίπτωση «ντροπαλή αποδοχή από την πίσω πόρτα του υλισμού και απάρνησή του μπροστά στα μάτια του κόσμου».
Στο έργο του Λουδοβίκος Φόυερμπαχ, όπου ο Φρ. Ένγκελς εκθέτει τις απόψεις του και τις απόψεις του Μαρξ για τη φιλοσοφία του Φόυερμπαχ και που ο Ένγκελς το έστειλε για εκτύπωση, αφού προηγούμενα διάβασε το παλιό χειρόγραφο που είχε γραφεί από τον ίδιο και τον Μαρξ το 1844-1845 πάνω στο ζήτημα του Χέγκελ, του Φόυερμπαχ και της υλιστικής αντίληψης της ιστορίας, ο Ένγκελς γράφει: «Το μεγάλο θεμελιακό πρόβλημα κάθε φιλοσοφίας και ιδιαίτερα της νεότερης φιλοσοφίας είναι το πρόβλημα της σχέσης νόησης και Είναι, πνεύματος και φύσης… ποιο είναι το πρωταρχικό: το πνεύμα ή η φύση… Ανάλογα με τον τρόπο που απαντούσαν σ’ αυτό το ερώτημα οι φιλόσοφοι χωρίστηκαν σε δυο μεγάλα στρατόπεδα. Όσοι ισχυρίζονταν ότι το πνεύμα υπήρχε πριν από τη φύση και συνεπώς έτσι ή αλλιώς αναγνώριζαν τη δημιουργία του κόσμου… αποτέλεσαν το στρατόπεδο του ιδεαλισμού. Οι άλλοι, που θεωρούσαν σαν πρωταρχικό τη φύση, ανήκαν στις διάφορες σχολές του υλισμού». Κάθε άλλη χρησιμοποίηση των εννοιών του (φιλοσοφικού) ιδεαλισμού και υλισμού οδηγεί απλώς σε σύγχυση. Ο Μαρξ απόρριπτε κατηγορηματικά όχι μόνο τον ιδεαλισμό, που πάντα συνδεόταν έτσι είτε αλλιώς με τη θρησκεία, αλλά και τη διαδομένη, ιδιαίτερα στις μέρες μας, άποψη του Χιουμ και του Καντ, τον αγνωστικισμό, τον κριτικισμό, το θετικισμό, με τις διάφορες μορφές τους· κάθε παρόμοια φιλοσοφία τη θεωρούσε «αντιδραστική» παραχώρηση στον ιδεαλισμό και στην καλύτερη περίπτωση «ντροπαλή αποδοχή από την πίσω πόρτα του υλισμού και απάρνησή του μπροστά στα μάτια του κόσμου».
Δεν είναι λίγοι εδώ και πολλές δεκαετίες αυτοί που (ευρισκόμενοι κυρίως στις ΗΠΑ και τη Δυτική Ευρώπη) φροντίζουν να καλλιεργήσουν την εντύπωση πως ανήκουν στο στρατόπεδο της αμφισβήτησης, για να μετατρέψουν εκ του πονηρού την «ουτοπία της αμφισβήτησης» σε αρνητικό και ειρωνικό υποσκάψιμο της Ουτοπίας, μόνο και μόνο για να δημιουργήσουν αναχώματα στην εδραίωση ριζοσπαστικών Επαναστατικών θεωρήσεων και αντιληπτικών συγκροτήσεων. Όμως, σε πείσμα όλων αυτών, που να μας επιτραπεί να τους χαρακτηρίσουμε μεταμοντέρνους Δούρειους Ίππους που συνηγορούν στη διαιώνιση της καπιταλιστικής κυριαρχίας, αναπτύσσονται όψιμες προβληματικές που ευτυχώς εναντιώνονται στην επιχειρούμενη διατήρηση της ανθρώπινης αποξένωσης από το απελευθερωτικό πρόταγμα. Μια χυδαία διατήρηση, που επιδιώκεται να συντεθεί με όρους που να μεταβάλλουν -σε αντιστροφή των πραγματικών προτεραιοτήτων της πραγματικής ζωής- το πρόβλημα σε στόχο, και με τρόπους που να ωθούν στη μελλοντική αποδυνάμωση και τελική φθορά της επιδίωξης του σκοπού της ανθρώπινης χειραφέτησης. Έτσι, αυτοί οι επιτήδειοι δεν διστάζουν να συμπορευτούν με τους εκπροσώπους της συντηρητικής ιντελιγκέντσιας στον όψιμο πόλεμο εναντίον της Επαναστατικής Προοπτικής. Φυσικά, απέναντι -αλλά όχι και τόσο μακριά όπως αποδεικνύεται στην πράξη- τείνουν να στέκονται και ορισμένοι οπαδοί της παραδοσιακής ορθοδοξίας, γιατί φοβούμενοι ότι θα χάσουν τα δικά τους προνόμια στο χώρο της σκέψης, επιλέγουν να ασκήσουν πολεμική σε αυτούς που τολμάνε να αντιμετωπίζουν με διευρυμένο (πιο ολιστικό) τρόπο το ζήτημα της Απελευθέρωσης. Η εξέλιξη δεν είναι μπαμπούλας, αρκεί να μην μετακινείται η βάση, που δεν είναι τίποτα άλλο παρά η ανατροπή της εξουσίας του αστικού κράτους και του κεφαλαίου.
Γνωρίζοντας πολύ καλά τα όρια και τις πρακτικές εφαρμογές της Χεγκελιανής θεωρίας ως προς το ρόλο του κράτους, επιχειρούμε στο σήμερα να προσδιορίσουμε ξανά το θεωρητικό και πρακτικό ζητούμενο που θα διατηρήσει αναμμένη τη φλόγα της ανυποχώρητης πίστης μας στην αναγκαιότητα της Επαναστατικής διαδικασίας, σε πείσμα όλων των αναθεωρητικών επικρίσεων και αναβολών. Εξακολουθώντας, όμως, να αντιμετωπίζουμε την επικαιροποιημένη ροή των καιρών μας ως ένα πεδίο για την άσκηση σκληρής κριτικής σε εκφυλιστικά φαινόμενα. Όχι, για να εγκλωβίσουμε στα στενά όρια της αποτρεπτικής άμβλυνσης τη σκέψη μας, αλλά για να πράξουμε ολικά ενάντια σε όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα που συνθέτουν το μύθο του πραγματωμένου ιδεώδους του υπάρχοντος πολιτισμού και που διακτινίζεται προς διάφορες κατευθύνσεις από τα ιερατεία της συστημικής προπαγάνδας. Στη διαμάχη ανάμεσα στην παραίτηση και την προσφυγή στον επαναστατικό προσανατολισμό της ανθρώπινης χειραφέτησης, τασσόμαστε αναφανδόν με τον δεύτερο.
Θα θυμηθούμε τον Μαρκούζε, που με αναμφισβήτητη προσήλωση επέμενε στην αναγκαιότητα της αντικατάστασης του «θετικού κωδικοποιημένου, του επιβαλλόμενου δικαίου της υπάρχουσας κοινωνίας» από το «αρνητικό άγραφο δίκαιο της υπέρβασης». Για την τελική εισβολή στα πεδία ενός κόσμου με μηδαμινούς συμβιβασμούς και ενοχές, δίχως καταπίεση και εκμετάλλευση. Μακριά από ηθικοπλαστικές απόπειρες ενός υποκριτικού καθαγιασμού που διαστρεβλώνει την ουσία στο βωμό ενός κίβδηλου κοσμοπολιτισμού και ουνιβερσαλισμού -που παραπέμπουν σε εξουσιαστικές πνευματικές καταγραφές προηγούμενων αιώνων, όταν και ο καπιταλισμός έψαχνε στα σαλόνια της -φίλα προσκείμενης για ευνόητους λόγους- διανόησης τα υποστηρικτικά θεωρητικά επιχειρήματα μιας αντικοινωνικής Φιλοσοφίας. Δεν προσμένουμε σε καμία προοδευτική πολιτική εξισορρόπησης, καθώς τα κίνητρα της «καλής θέλησης» των επικυρίαρχων της ανθρωπότητας είναι η διαιώνιση της ηγεμονικής θέσης τους και μόνο… Επικυρώνουμε στην πράξη, λοιπόν, την πίστη μας στην ανάγκη για Επανάσταση, προσπαθώντας να τη νοηματοδοτήσουμε στις σύγχρονες ανάγκες που δημιουργεί η εποχή μας και να την αντιπαραθέσουμε με σθένος απέναντι σε όλα τα (εχθρικά) χαρακτηριστικά γνωρίσματα που αποσκοπούν στη φραστική καλλιέπεια, αλλά και στην πολύμορφη καταστολή.
Η ύπαρξη σε ενεστώτα χρόνο λαμβάνει έμπρακτη χροιά και χρησιμότητα, τις στιγμές εκείνες που ο κάθε άνθρωπος διαρρηγνύει κάθε σχέση με οτιδήποτε περιορίζει τις δυνατότητες του σε συγκεκριμένα καλούπια, που με τη σειρά τους αυτά κινούν -σα μαριονέτες- τις μεμονωμένες ανθρώπινες πράξεις σε αποσπασματικά, άνευρα και ακίνδυνα για την κρατούσα τάξη πεδία. Ο κόσμος μας δεν είναι αναληθής, κάθε άλλο μάλιστα, καθώς ότι συμβαίνει είναι πραγματικό, με τις συνέπειες να τις πληρώνουμε εμείς. Έτσι, και η νεκρή αντικειμενικότητα στην οποία έχουμε παραδοθεί πλειοψηφικά. Οι επιθυμίες μας κόβονται με το ψαλίδι του ψευδο-ρεαλισμού που λανσάρει η κυρίαρχη ιδεολογία. Οι ανταγωνιστικές τάσεις στο εσωτερικό της κοινωνίας δεν εξουδετερώνονται ουσιαστικά και οριστικά, παρά μονά όταν οξυνθεί και κατα-λήξει σε επιτυχημένο αποτέλεσμα αυτή που μας ενδιαφέρει: η αντίθεση ανάμεσα στις δυνάμεις της ολιγαρχίας του πλούτου και των κρατικών υποστυλωμάτων της καιστους συνειδητοποιημένους ανθρώπους που πραγματώνουν τη Διαλεκτική της Άρνησης και μετατρέπουν τους γεωγραφικούς χώρους σε εστίες δημιουργίας πραγματικής Ιστορίας, ενσαρκώνοντας την έννοια της Επαναστατικής Δυνατότητας. Αντικαθιστούμε τη πολυδιαφημισμένη -ακόμα και από τη διαρκώς υπό παραγωγικό οργασμό αστική πηγή έκδοσης διαβατηρίων προς τη χώρα της στρεβλής συλλογικής μνήμης- «λογική της διαμαρτυρίας». Που οδηγήθηκε σε ήττα (γιατί οι νεανικές αναταραχές του παρελθόντος σύντομα εξάντλησαν την προωθητική τους δυναμική), για να απομονώσουμε τα φληναφήματα που θέλουν -έστω και σε συνθήκες κρίσης του καπιταλισμού με στολή παραλλαγής- να αποδεχτούμε ως αδιαφιλονίκητη την κυριαρχική ευδοκίμηση. Και αν μέχρι τώρα οι κρατούντες μπόρεσαν να αποφύγουν την επικινδυνότητα των δομικών ανταγωνισμών και των εξεγερτικών ξεσπασμάτων, με πλείστους τρόπους, από εδώ και πέρα κάθε μας κίνηση θα μιλάει ξεκάθαρα για την αναγκαιότητα της κατάργησης της εξουσίας του κεφαλαίου. Γιατί όπως πολύ εύστοχα έλεγε και ο Μαρκούζε, «οι θεωρητικές έννοιες ολοκληρώνονται με την κοινωνική αλλαγή». Διαβάζουμε, εξάλλου, στο άρθρο του Neil Maycroft, «OHerbert Marcuse και η πολιτική των πρακτικών ουτοπιών» (από τη σειρά Μεγάλοι Στοχαστές των Εκδόσεων Στάχυ): «…Η κατηγορία του ουτοπισμού μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εύκολος ονειδισμός για να δυσφημιστούν τα οράματα μιας καλύτερης κοινωνίας». Καθήκον και υποχρέωση μας, απέναντι στους εαυτούς μας και τις επόμενες γενιές που ακολουθούν, αποτελεί το να υψώσουμε φράγμα σε όλα αυτά τα σαχλά, μα και επικίνδυνα, ιδεολογήματα που επιτίθονται στην επιθυμία μας για έναν καλύτερο κόσμο.
Κλείνουμε αυτό το σημείωμα, παραθέτοντας κάποια λόγια του Μιχάλη Ράπτη: «Κάτω από έναν έναστρο ουρανό, το Άτομο βουβό έχει την τάση να αφουγκράζεται στη βαθειά Κοσμική σιγή, να προσπαθεί να διεισδύσει στο υπαρξιακό του μυστήριο» …
ΥΓ. «Εάν δεν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε τα μάτια σας για να βλέπετε, τότε θα τα χρειαστείτε για να κλάψετε» Ζ.Π. Σαρτρ
YΓ1. Η κάθε λογής ιδεαλίζουσα σκιαμαχία δεν πρέπει ποτέ να αγνοεί αυτό που είπε ο αμερικανός ηθοποιός Γουίλ Ρότζερς, πως «αν πηγαίνεις μπροστά απ΄το κοπάδι, ρίχνε καμιά ματιά πίσω πού και πού για να βεβαιωθείς ότι είναι ακόμα εκεί»
ΥΓ2. [… Εσείς είστε αυτοί που τιμάτε μονάχα τους εαυτούς σας, ενώ χρειάζεστε όσο τίποτα άλλο τους άλλους για να επικυρώνεται το δικαίωμα σας στην «Τιμή».
Εσείς είστε αυτοί που δεν μιλάτε αναμεταξύ σας για τον πόνο και τη δυστυχία, όχι γιατί δεν ξέρετε πως την προκαλείτε, αλλά γιατί αν μιλήσετε θα νιώσετε τόσο όμορφα που δεν το αντέχετε.
Εσείς είστε αυτοί που μπροστά στους πολλούς θα μιλάγατε ακόμα και για 24 Θεούς, την ίδια ώρα που πήρε μπρος η μηχανή σας από τότε που πάψατε να ντρέπεστε μπροστά στον 1 του επιτηδευμένου θεομπαιχτισμού σας.
Εσείς είστε αυτοί που παρέχετε γνώση τέτοια, έτσι ώστε σχεδόν κάθε μορφωμένος να είναι σύμμαχος σας.
Εσείς είστε αυτοί που στο όνομα της ειρήνης κάνετε πόλεμο, γιατί ξέρετε πως κάθε πόλεμος είναι η «ειρήνη» της ψυχής σας.
Εσείς είστε αναφανδόν η αιτία του κακού, οι δυνάστες ψυχής, πνεύματος και σώματος τόσων ανθρώπων.
Εμείς είμαστε αυτοί που ξέρουμε ότι ξέρετε πως όσοι ξέρουν θα προτιμούσαν να μην ξέρουν…]
πηγή: