Στη Λαμπεντούζα η θάλασσα δεν είναι βαθιά, του Έρρι Ντε Λούκα
Εδώ δεν είναι βαθιά η θάλασσα.
Δεν χρειάζεται μια άβυσσος για να βυθιστείς.
Αρκεί μια σχεδία, ταξιδιωτών που πληρώνουν το πιο ακριβό εισιτήριο για τις χειρότερες συνθήκες θαλάσσιας μεταφοράς στην ανθρώπινη ιστορία.
Χειρότερα κι από τους αλυσοδεμένους σκλάβους: εκείνοι ήταν χρήσιμο να φτάσουν ζωντανοί, για να πουληθούν.
Κανένας πριν απ” αυτούς δεν επιβιβάστηκε καταβάλλοντας ένα τόσο υψηλό τίμημα ζωής.
Ήταν μια ήσυχη νύχτα, η θάλασσα γαλήνια, ακόμα καλοκαιρινή.
Μα δεν μπορείς να επιπλεύσεις για ώρες στο σκοτάδι και την εγκατάλειψη.
Ακόμα κι αν ξεγυμνωθείς, για να απαλλαγείς από κάθε βάρος, ακόμα κι αν κρατηθείς σφιχτά στα απομεινάρια του ναυαγίου, θα χάσεις τις αισθήσεις σου και θα παγώσεις, θα παραδοθείς.
Δεν χρειάζεται μια άβυσσος για να βυθιστείς.
Από την βάρκα του Σιμόνε, που ήταν ο πρώτος που βούτηξε στο ναυάγιο, ξεκινούν αποστολές, φτάνουν στο βυθό με φιάλες οξυγόνου και στολές κατάδυσης, κοιτάζουν πίσω από το γυαλί της μάσκας.
Όλοι εμείς έτσι κοιτάμε τον κόσμο των βυθισμένων: μέσα από ένα διαχωριστικό γυαλί.
Επιστρέφουμε σ” αυτό το κομμάτι θάλασσας, όπου ένα χρόνο πριν βούλιαξε μια Συνέλευση ανθρώπινων ζωών.
Ψήφισαν ομόφωνα το ταξίδι, αγόρασαν τον κίνδυνο και την καταστροφή.
Ούρλιαξαν ομόφωνα προς την ξηρά, την κλειστή μέσα στη νύχτα της.
Στον μερικό κατάλογο της Αστυνομίας του Αγκριτζέντο διαβάζει κανείς τα ονόματά τους και την ηλικία τους, κάτω από τον τίτλο:
Αριθμός στοιχείων.
Στοιχεία: ο γραφειοκρατικός όρος προσπαθεί ανεπιτυχώς να κρατηθεί σε απόσταση, ενώ ανακαλεί άλλα στοιχεία, εκείνα της χημείας.
Υδρογόνο, οξυγόνο, άνθρακας, άζωτο, σίδηρος, ασβέστιο, από τα οποία όλοι μας είμαστε φτιαγμένοι.
Άρα λοιπόν έτσι είναι: εδώ πνίγηκαν τα στοιχεία που συγκροτούν την ανθρώπινη χημεία του πλανήτη.
Εδώ έχουν βυθιστεί, μαζί με όλους εκείνους που δεν θα γεννηθούν από αυτούς.
Εκεί που η θάλασσα υποδέχτηκε με ανοιχτά τα χέρια την πτώση τους, ήρθαμε να ρίξουμε αλάτι.
Ρίχνουμε αλάτι στην πληγή, για να μην επουλωθεί.
Ρίχνουμε το αλάτι της μνήμης σε ένα από τα ναυάγια που κατέληξαν στο δικό μας κομμάτι θάλασσας.
Είμαστε πολίτες της Μεσογείου, εμείς που γεννηθήκαμε σε αυτές τις ακτές.
Είμαστε, λοιπόν, αδέρφια με όλους τους ανθρώπους που σ” αυτές τις ακτές ήρθαν για να πεθάνουν.
Δεν χρειάζεται μια άβυσσος για να βυθιστείς.
Αρκεί μια σχεδία, ταξιδιωτών που πληρώνουν το πιο ακριβό εισιτήριο για τις χειρότερες συνθήκες θαλάσσιας μεταφοράς στην ανθρώπινη ιστορία.
Χειρότερα κι από τους αλυσοδεμένους σκλάβους: εκείνοι ήταν χρήσιμο να φτάσουν ζωντανοί, για να πουληθούν.
Κανένας πριν απ” αυτούς δεν επιβιβάστηκε καταβάλλοντας ένα τόσο υψηλό τίμημα ζωής.
Ήταν μια ήσυχη νύχτα, η θάλασσα γαλήνια, ακόμα καλοκαιρινή.
Μα δεν μπορείς να επιπλεύσεις για ώρες στο σκοτάδι και την εγκατάλειψη.
Ακόμα κι αν ξεγυμνωθείς, για να απαλλαγείς από κάθε βάρος, ακόμα κι αν κρατηθείς σφιχτά στα απομεινάρια του ναυαγίου, θα χάσεις τις αισθήσεις σου και θα παγώσεις, θα παραδοθείς.
Δεν χρειάζεται μια άβυσσος για να βυθιστείς.
Από την βάρκα του Σιμόνε, που ήταν ο πρώτος που βούτηξε στο ναυάγιο, ξεκινούν αποστολές, φτάνουν στο βυθό με φιάλες οξυγόνου και στολές κατάδυσης, κοιτάζουν πίσω από το γυαλί της μάσκας.
Όλοι εμείς έτσι κοιτάμε τον κόσμο των βυθισμένων: μέσα από ένα διαχωριστικό γυαλί.
Επιστρέφουμε σ” αυτό το κομμάτι θάλασσας, όπου ένα χρόνο πριν βούλιαξε μια Συνέλευση ανθρώπινων ζωών.
Ψήφισαν ομόφωνα το ταξίδι, αγόρασαν τον κίνδυνο και την καταστροφή.
Ούρλιαξαν ομόφωνα προς την ξηρά, την κλειστή μέσα στη νύχτα της.
Στον μερικό κατάλογο της Αστυνομίας του Αγκριτζέντο διαβάζει κανείς τα ονόματά τους και την ηλικία τους, κάτω από τον τίτλο:
Αριθμός στοιχείων.
Στοιχεία: ο γραφειοκρατικός όρος προσπαθεί ανεπιτυχώς να κρατηθεί σε απόσταση, ενώ ανακαλεί άλλα στοιχεία, εκείνα της χημείας.
Υδρογόνο, οξυγόνο, άνθρακας, άζωτο, σίδηρος, ασβέστιο, από τα οποία όλοι μας είμαστε φτιαγμένοι.
Άρα λοιπόν έτσι είναι: εδώ πνίγηκαν τα στοιχεία που συγκροτούν την ανθρώπινη χημεία του πλανήτη.
Εδώ έχουν βυθιστεί, μαζί με όλους εκείνους που δεν θα γεννηθούν από αυτούς.
Εκεί που η θάλασσα υποδέχτηκε με ανοιχτά τα χέρια την πτώση τους, ήρθαμε να ρίξουμε αλάτι.
Ρίχνουμε αλάτι στην πληγή, για να μην επουλωθεί.
Ρίχνουμε το αλάτι της μνήμης σε ένα από τα ναυάγια που κατέληξαν στο δικό μας κομμάτι θάλασσας.
Είμαστε πολίτες της Μεσογείου, εμείς που γεννηθήκαμε σε αυτές τις ακτές.
Είμαστε, λοιπόν, αδέρφια με όλους τους ανθρώπους που σ” αυτές τις ακτές ήρθαν για να πεθάνουν.