Μια χαμένη μάχη.
Καιρό τώρα, διάφορες σκέψεις περιφέρονται στο μυαλό μου. Άλλες φορές στα πιο σκοτεινά του λαγούμια, και άλλες (λιγότερο σπάνιες απ’ όσο θα ήθελα, αλλά ευτυχώς τόσες ώστε να μην μπορώ να τις τιθασεύσω) ξεπηδούν στα πιο συνειδητά του ράφια. Εκεί που παλεύουν με τα πρέπει, τα θέλω, τα όλα όσα αντιλαμβάνομαι…
Εκείνα τα σημεία για τα οποία ο Εμπειρίκος έγραψε:
Είναι τα βλέφαρά μου
διάφανες αυλαίες.
διάφανες αυλαίες.
Όταν τα ανοίγω βλέπω
μπρος μου ό,τι κι αν τύχει.
μπρος μου ό,τι κι αν τύχει.
Όταν τα κλείνω βλέπω
μπρος μου ό,τι ποθώ.
μπρος μου ό,τι ποθώ.
Οι σκέψεις που ακολουθούν από δω και κάτω δεν έχουν καμία διάθεση ηττοπάθειας. Είναι ίσως εκείνος ο ψίθυρος μέσα μας που μας ζητάει να αλλάξουμε τακτική.
Να αλλάξουμε τακτική ώστε να μην χάνουμε συνεχώς την ίδια μάχη…
Λογικά κάπου εδώ αναρωτιέσαι “για τι πράγμα μιλάω”, αλλά κάνε λίγο ακόμα υπομονή.
Να αλλάξουμε τακτική ώστε να μην χάνουμε συνεχώς την ίδια μάχη…
Λογικά κάπου εδώ αναρωτιέσαι “για τι πράγμα μιλάω”, αλλά κάνε λίγο ακόμα υπομονή.
Παλεύω εδώ και καιρό να βγάλω μια άκρη. Να δω αν αξίζει, αν βγαίνει αποτέλεσμα. μήπως ξοδεύουμε πιο πολλά απ’ όσα πιθανώς να κερδίζουμε, αν υπάρχει η έννοια του κερδισμένου και του χαμένου σε τέτοιες ιστορίες, αν πρόκειται όντως για ιστορίες ή αν είναι απλά μια ακόμα βρωμερή ανάσα ενός αρρωστημένου μυαλού…
Ο λόγος για τον οποίο παλεύω είναι επειδή βλέπω προσπάθειες. Προσπάθειες να εξηγήσουμε, να εξηγήσω μάλλον πιο σωστά, μιας και δεν θα το χρεώσω σε άλλους αυτό…
Ο λόγος για τον οποίο παλεύω είναι επειδή βλέπω προσπάθειες. Προσπάθειες να εξηγήσουμε, να εξηγήσω μάλλον πιο σωστά, μιας και δεν θα το χρεώσω σε άλλους αυτό…
Αλλά πως μπορείς να εξηγήσεις σε κάποιον που δεν μπορεί να καταλάβει, σε κάποιον που αρνείται να καταλάβει ή σε κάποιον που ακόμα και αφού έχει καταλάβει, έχει ήδη επιλέξει “πλευρά”?
Πως άραγε μπορείς να εξηγήσεις σε κάποιον που ζει μια ήσυχη ζωή, τι σημαίνει να σου σπάνε την πόρτα μεσα στην νύχτα, και άνθρωποι με όπλα στα χέρια να εισβάλουν στο σπίτι σου, ενώ στο διπλανό δωμάτιο από εσένα κοιμάται το παιδί σου… Ή πως να εξηγήσεις σε κάποιον που είναι μακρυά από την μυρωδιά της πυρίτιδας και των στεγνωμένων ούρων στον τοίχο, τι σημαίνει για δυο παιδικά μάτια να χτυπάνε τον γονιό του με το κοντάκι του όπλου, απλά και μόνο επειδή είναι τόσο μη-λευκός, που αποτελεί απειλή και μόνο η ύπαρξη του.
Πως άραγε μπορείς να εξηγήσεις σε κάποιον που ζει μια ήσυχη ζωή, τι σημαίνει να σου σπάνε την πόρτα μεσα στην νύχτα, και άνθρωποι με όπλα στα χέρια να εισβάλουν στο σπίτι σου, ενώ στο διπλανό δωμάτιο από εσένα κοιμάται το παιδί σου… Ή πως να εξηγήσεις σε κάποιον που είναι μακρυά από την μυρωδιά της πυρίτιδας και των στεγνωμένων ούρων στον τοίχο, τι σημαίνει για δυο παιδικά μάτια να χτυπάνε τον γονιό του με το κοντάκι του όπλου, απλά και μόνο επειδή είναι τόσο μη-λευκός, που αποτελεί απειλή και μόνο η ύπαρξη του.
Είναι δυνατόν να κατανοήσει κάποιος από το αεριζόμενο γραφείο του, τι σημαίνει να είσαι κάθε μέρα στον δρόμο εκτεθιμένος, είτε διεκδικώντας “αυτονόητα”, με έναν ίσως αυτοανόητο τρόπο, που θα σου επιτρέψουν να κοιτάς τον σύντροφο της ζωής σου στα μάτια, χωρίς να νοιώθεις άσχημα που δεν μπορείς να του προσφέρεις το μεγαλύτερο δώρο όλων… τον ήρεμο εαυτό σου… είτε είσαι αυτό που με περισσή ευκολία ονομάζουμε “ένας ακόμα άστεγος”. Ένας ακόμα αριθμός δηλαδή…
Με τί τρόπο γίνεται να περάσεις την εικόνα από μια σκέψη που κάμει ένα γερασμένο κορμί την ώρα που περνά μπροστά απο ένα περίπτερο και βλέπει δώρα για τα εγγονάκια του που δεν μπορεί να προσφέρει… Ή βλέπει απλά τα εγγονάκια του που δεν απέκτησε ποτέ ή δεν τα έχει πλέον γιατί φύγανε να βρουν μια καλύτερη ζωη.
Με ποιόν παροιμιώδη τρόπο μπορείς να χώσεις στην μύτη αυτουνού που αναρωτιέται “γιατί δεν σας έπνιξαν όλους?” όλη την αρμύρα των κυμάτων με τα οποία είδες την οικογένειά σου να παλεύει, και πώς να του καρφώσεις στα μάτια τα χτυπήματα απο την άμμο και τον αέρα που άντεξε το παιδί σου, πριν το πνίξουν, όσο περιμένατε λουφαγμένοι πίσω απο θάμνους, μην σας βρει η περίπολος?
Υπάρχει άραγε τρόπος να κάνεις το γάργαρο νερό που πίνει “εκείνος” να αποκτήσει έστω για λίγο την γεύση που έχει το λασπωμένο νερό που πίνουν τα αδέφια σου μέσα από τον νερόλακκο που έχει σχηματιστεί δίπλα στο πήλινο σπίτι σου?
Υπάρχει άραγε τρόπος να κάνεις το γάργαρο νερό που πίνει “εκείνος” να αποκτήσει έστω για λίγο την γεύση που έχει το λασπωμένο νερό που πίνουν τα αδέφια σου μέσα από τον νερόλακκο που έχει σχηματιστεί δίπλα στο πήλινο σπίτι σου?
Ο κατάλογος είναι μακρύς και πολλές φορές ακόμα και τώρα που γράφονται οι γραμμές αυτες, ασήκωτος. Ίσως τον βρεις γλαφυρό και ίσως και να θεωρείς πως αφορά ένα φαντασιακό του γράφοντος. Ειλικρινά δεν με αφορά γιατί το μόνο που αποδεικνύεις είναι πως αυτή ακριβώς η μάχη, είναι χαμένη. Δεν έχω τρόπο να σε πείσω αν δεν το έχω καταφέρει ήδη. Είτε εγώ απέτυχα, είτε εσυ δεν μπορούσες\ήθελες να δεις.
Αυτό που όμως με οργίζει δεν είναι το αν σε έπεισα. Αλλά που βλέπουμε τον ίδιο κόσμο με τόσο διαφορετικές ευαισθησίες. Με τόσο διαφορετικά συμφέροντα…. Εγω το δικό μου δεν το όρισα ακόμα. Το δικό σου όμως είναι ξεκάθαρο. Είναι το “μακρυά απ’ τον κώλο μας”, το “δεν έγινε και κάτι”, το “εγώ να ‘μαι καλά”….
Αυτό που όμως με οργίζει δεν είναι το αν σε έπεισα. Αλλά που βλέπουμε τον ίδιο κόσμο με τόσο διαφορετικές ευαισθησίες. Με τόσο διαφορετικά συμφέροντα…. Εγω το δικό μου δεν το όρισα ακόμα. Το δικό σου όμως είναι ξεκάθαρο. Είναι το “μακρυά απ’ τον κώλο μας”, το “δεν έγινε και κάτι”, το “εγώ να ‘μαι καλά”….
Επειδή λοιπόν αυτή η μάχη είναι απο χέρι χαμένη, μήπως να επιλέγαμε να δίνουμε μάχες που μπορεί να κερδηθούν?
Χαμένος σύνδεσμος: http://wp.me/p1FUo3-7K