Κατάσταση εκτάκτου ανάγκης
Του Γιώργου Ν. Οικονόμου
[Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών, 8 Ιανουαρίου 2014]
[Δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών, 8 Ιανουαρίου 2014]
Η χώρα ζει από το 2010 σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης που έχει επιβληθεί από το εγχώριο οικονομικό-μιντιακό-δικαστικό-πολιτικό σύστημα. Φυσικά η κατάσταση αυτή δεν είναι εξαίρεση στη νεοελληνική ιστορία, αλλά ο κανόνας. Πράγματι, είτε υπό τη μοναρχία είτε χωρίς αυτήν, η αυθαιρεσία της εξουσίας ήταν διαρκές γνώρισμα του νεοελληνικού πολιτικού βίου. Χαρακτηριστικές περιπτώσεις αποτελούν το πραξικόπημα του 1909, η κατάσταση πριν και μετά την Μικρασιατική Καταστροφή (1922), το πραξικόπημα Πλαστήρα-Γονατά, το Ιδιώνυμο του Ελ. Βενιζέλου (1929), ο εμφύλιος 1944-45 και 1946-49, το ανώμαλο μετεμφυλιακό καθεστώς μέχρι το 1967 (ΑΝ 509/1947), και επί πλέον οι δικτατορίες του Γ. Κονδύλη, του Θ. Πάγκαλου, του Ι. Μεταξά (1936-41) και των συνταγματαρχών (1967-1974).
Δεν θα ήταν υπερβολή εάν κάποιος ισχυριζόταν ότι οι καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης και οι δικτατορίες έχουν γίνει περιοδικό νεοελληνικό φαινόμενο και ότι μάλλον η κοινωνία έχει εθισθεί σε αυτό. Τελευταίες ανησυχητικές ένδείξεις είναι η επαναφορά από το 2010 σε ένα μέρος του κοινωνικού σώματος των απόψεων υπέρ της δικτατορίας, η απήχηση των εθνικιστικών και αυταρχικών αντιλήψεων και κυρίως το σχετικά υψηλό εκλογικό ποσοστό που συγκέντρωσαν οι νεοναζιστές, το οποίο αυξάνουν δημοσκοπικώς ακόμη και μετά την απεχθή δολοφονία του Π. Φύσσα!
Ενώ λοιπόν οι καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης και οι δικτατορίες, αποτελούν ένα ιδιάζον «κανονικό» χαρακτηριστικό της νεοελληνικής ιστορίας, ουδεμία σοβαρή συζήτηση ξεκίνησε στη Μεταπολίτευση μεταξύ των διανοουμένων, των νομικών και των συνταγματολόγων, πράγμα που δηλώνει την προσχώρησή τους είτε στο καθεστώς της ολιγαρχικής εξουσίας είτε στην αριστερή κομματική ιδεολογία. Στη δεύτερη περισσεύει η ιδεολογική πολεμική, ο μεσσιανικός σοσιαλισμός και ο καταγγελτικός λαϊκισμός, τα οποία δεν συνιστούν ασφαλώς σοβαρή συζήτηση και πολιτική αναζήτηση.
Αντιθέτως, η σχετική συζήτηση ξεκίνησε, ως συνήθως, σε άλλες χώρες όπως με τον Ιταλό Τζιόρτζιο Αγκάμπεν από τη δεκαετία 1990. Η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης είναι για τον Αγκάμπεν το δεσπόζον παράδειγμα διακυβέρνησης στα σύγχρονα δυτικά κράτη και έχει ως ουσιώδες γνώρισμα τη σύγχυση μεταξύ των πράξεων της εκτελεστικής και της νομοθετικής εξουσίας. Είναι δε από τη μία, χώρος κενός δικαίου και από την άλλη, καθεστώς δικαίου στο οποίο ο κανόνας εξακολουθεί να ισχύει αλλά δεν εφαρμόζεται (καθόσον δεν έχει ισχύ) και κυβερνητικές πράξεις που δεν έχουν αξία νόμου αποκτούν όμως την ισχύ νόμου. Είναι ταυτόσημη έτσι με ένα είδος ανομίας και προσομοιάζει με στρατόπεδο συγκέντρωσης. Οι διαπιστώσεις αυτές, απότοκες των προβληματικών απόψεων των Αντόρνο-Χορκχάιμερ («Διαλεκτική του Διαφωτισμού»), είναι μάλλον πολύ θεωρητικές και υπερβολικές για πολλές δυτικές χώρες, ισχύουν όμως εν μέρει στη σημερινή χρεοκοπημένη Ελλάδα.
Η πραγμάτευση του θέματος από τον Αγκάμπεν γίνεται με θεσμούς και όρους της ρωμαϊκής πολιτείας, της res publica. Οι όροι του ρωμαϊκού δικαίου με τους οποίους πραγματοποιεί την ανάλυσή του (senatus consultum ultimum, iustitium, tumultus, dictator, homo sacer) δηλώνουν τόσο την ρωμαϊκή καταγωγή των νεωτερικών αντιλήψεων, όσο και το ρωμαϊκό πλαίσιο εντός του οποίου σκέφτεται ο Αγκάμπεν και συνεπώς τα όριά του. Η res publica δεν υπήρξε ποτέ δημοκρατία. Από την αρχή έως την κατάλυσή της από τον Οκταβιανό Αύγουστο 31 π.Χ. ήταν ολιγαρχία. Από αυτήν κατάγονται τα σημερινά ολιγαρχικά αντιπροσωπευτικά πολιτεύματα, τα οποία οι δυτικοί λανθασμένα αποκαλούν δημοκρατίες, το ίδιο και ο Αγκάμπεν.
Και εδώ ίσως έγκειται η αδυναμία του να απαντήσει πειστικά σε ορισμένα ερωτήματα που ο ίδιος θέτει: «για ποιον λόγο έχει ο νόμος εκ συστάσεως ανάγκη την ανομία;». «Γιατί η Δύση είναι αναγκασμένη να αναμετράται με αυτό το εσωτερικό νομικό κενό;». Τα ερωτήματα αυτά είναι κατά βάση ρωμαϊκά και εγκλωβισμένα στο σύγχρονο αντιπροσωπευτικό φαντασιακό. Ο «νόμος» των αντιπροσωπευτικών πολιτευμάτων δεν είναι δημοκρατικός, δεν είναι νόμος της κοινότητας, αλλά των ολίγων αντιπροσώπων που εκφράζουν το οικονομικό-πολιτικό πλέγμα συμφερόντων. Όταν η εξουσία κινδυνεύει και δεν δύναται να κυβερνήσει προς όφελος των ανώτερων τάξεων, υπό τον κίνδυνο των αντιδράσεων και εξεγέρσεων των κατώτερων θιγομένων στρωμάτων, επικαλείται λόγους τάξεως και ασφαλείας για την επιβολή καταστάσεως εκτάκτου ανάγκης και ανομίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Ελλάς στις περιόδους που ανέφερα στην αρχή, και ασφαλώς στη σημερινή χρεοκοπία, η οποία αντιμετωπίζεται με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου που έχουν ισχύ νόμου, «καταργώντας» εκ παραλλήλου συνταγματικές διατάξεις και νόμους. Προϊούσης δε της αδυναμίας της εξουσίας να χειρισθεί τα τεράστια οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα, το σύστημα απεργάζεται περαιτέρω μέτρα «ανομίας», στο πλαίσιο των οποίων εντάσσεται και η «χρησιμοποίηση» των ταγμάτων εφόδου των νεοναζιστών. Το ισχύον Σύνταγμα (άρθρο 48) άλλωστε δίνει τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να κηρύξει τη χώρα σε «κατάσταση πολιορκίας».
Μετά από τριάντα έξι έτη έχουν επανακάμψει τα φαντάσματα της αυταρχικής διακυβέρνησης. Θα μπορέσoυν τα καθημαγμένα κοινωνικά στρώματα να αντισταθούν; Απαραίτητος όρος είναι η απεξάρτησή τους από τον εθνικισμό, τα κόμματα και τις συντεχνιακές κρατικοδίαιτες συνδικαλιστικές ηγεσίες, έτσι ώστε να μπορέσουν να συγκροτήσουν αυτόνομο κοινωνικό και πολιτικό κίνημα.
Πηγή:
http://eagainst.com/articles/oikon-efsyn/