Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΣΑΝ ΜΕΣΟ ΠΑΛΗΣ. ΤΟΥ ANTON PANNEKOEK
Η εκτίμηση της πυρπόλησης του Ράιχσταγκ στον αριστερό κομμουνιστικό τύπο για άλλη μια φορά μάς οδηγεί στο να θέσουμε άλλα ερωτήματα. Μπορεί η καταστροφή να είναι ένα μέσο πάλης για τους εργαζόμενους;
Πρώτα απ’ όλα, πρέπει να πούμε πως κανείς δεν θα κλάψει για την εξαφάνιση του Ράιχσταγκ. Ήταν ένα από τα πιο άσχημα κτίρια στη σύγχρονη Γερμανία, μια πομπώδης εικόνα της Αυτοκρατορίας του 1871. Αλλά υπάρχουν και άλλα πιο όμορφα κτίρια, και μουσεία γεμάτα με καλλιτεχνικούς θησαυρούς. Όταν ένα απελπισμένο προλεταριάτο καταστρέφει κάτι πολύτιμο προκειμένου να πάρει εκδίκηση για την καπιταλιστική κυριαρχία, πώς θα πρέπει να το αξιολογήσουμε αυτό;
Από επαναστατική σκοπιά, η χειρονομία του φαίνεται άνευ σημασίας και από διαφορετικές οπτικές γωνίες θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για μια αρνητική χειρονομία. Την αστική τάξη δεν την αγγίζει καν αυτό δεδομένου ότι έχει ήδη συνεχώς καταστρέψει τόσα πολλά πράγματα όπου υπήρξε ζήτημα κερδών της, και τοποθετεί την αξία των χρημάτων πάνω απ’ όλα. Μια τέτοια χειρονομία αγγίζει ιδιαίτερα τα πιο περιορισμένα κοινωνικά στρώματα των καλλιτεχνών, των ερασιτεχνών όμορφων πραγμάτων, οι καλύτεροι από τους οποίους έχουν συχνά αντι-καπιταλιστικά αισθήματα, και μερικοί από αυτούς (όπως ο Γουίλιαμ Μόρρις και ο Χέρμαν Γκόρτερ) πολέμησαν στο πλευρό των εργαζομένων. Αλλά σε κάθε περίπτωση, υπάρχει κάποιος λόγος να πάρει κανείς εκδίκηση απ’ την αστική τάξη; Μήπως η αστική τάξη έχει το καθήκον να φέρει τον σοσιαλισμό αντί του καπιταλισμού;
Eίναι ο ρόλος της να διατηρεί όλες τις δυνάμεις του καπιταλισμού στη θέση τους· η καταστροφή όλων είναι καθήκον των προλετάριων. Επομένως αν κάποιος μπορεί να θεωρηθεί υπεύθυνος για τη διατήρηση του καπιταλισμού, είναι περισσότερο η ίδια η εργατική τάξη που έχει παραμελήσει τον αγώνα πάρα πολύ. Τέλος, από ποιόν μπορεί κανείς να αφαιρέσει κάτι μέσω της καταστροφής του; Από τους νικητές προλετάριους που μια μέρα θα είναι κύριοι όλων αυτών.
Φυσικά, κάθε επαναστατική ταξική πάλη, όταν λαμβάνει τη μορφή εμφυλίου πολέμου, θα προκαλέσει πάντα καταστροφή. Σε κάθε πόλεμο είναι αναγκαίο να καταστραφούν τα σημεία υποστήριξης του εχθρού. Ακόμη και αν ο νικητής προσπαθεί να αποφύγει πάρα πολύ την καταστροφή, ο ηττημένος θα μπει στον πειρασμό να προκαλέσει άσκοπη καταστροφή από καθαρή έχθρα. Πρέπει να αναμένεται ότι προς το τέλος του αγώνα η παρακμασμένη αστική τάξη θα προκαλέσει εκτεταμένες καταστροφές. Από την άλλη πλευρά, για την εργατική τάξη, η τάξη που θα αναλάβει σιγά-σιγά, η καταστροφή δεν θα είναι πλέον ένα μέσο αγώνα. Αντιθέτως θα προσπαθήσει να περάσει έναν κόσμο όσο το δυνατόν πιο πλούσιο και ανέπαφο στους απογόνους του, στο μέλλον της ανθρωπότητας. Αυτό έχει σημασία όχι μόνο για τα τεχνικά μέσα που μπορούν να βελτιώσουν και να τελειοποιήσουν, αλλά ειδικά για τα μνημεία και τις μνήμες των προηγούμενων γενεών που δεν μπορούν να ξαναχτιστούν.
Θα μπορούσε κανείς να αντιτάξει ότι μια νέα ανθρωπότητα, φορέας μιας απαράμιλλης ελευθερίας και αδελφοσύνης, θα δημιουργήσει πράγματα πολύ πιο όμορφα και επιβλητικά από αυτά των περασμένων αιώνων. Και επιπλέον ότι η πρόσφατα απελευθερωμένη ανθρωπότητα θα θελήσει να κάνει τα απομεινάρια του παρελθόντος, που εκπροσωπούν την περασμένη κατάσταση δουλείας, να εξαφανιστούν. Αυτό είναι επίσης εκείνο που η επαναστατική αστική τάξη έκανε – ή προσπάθησε να κάνει. Γι’ αυτούς, όλη η παρελθούσα ιστορία δεν ήταν τίποτα άλλο παρά το σκοτάδι της άγνοιας και της δουλείας, ενώ αντιθέτως η επανάσταση ήταν αφιερωμένη στη λογική, τη γνώση, την αρετή και την ελευθερία. Το προλεταριάτο, αντίθετα, θεωρεί την ιστορία των προγόνων του αρκετά διαφορετικά. Με βάση το μαρξισμό που βλέπει την ανάπτυξη της κοινωνίας ως μια διαδοχή των μορφών παραγωγής, βλέπει μια μακρά και σκληρή προσάρτηση της ανθρωπότητας στη βάση της ανάπτυξης της εργασίας, των εργαλείων και των μορφών εργασίας προς μια συνεχώς αυξανόμενη παραγωγικότητα, πρώτα μέσω απλής πρωτόγονης κοινωνίας, στη συνέχεια μέσα από ταξικές κοινωνίες με την ταξική τους πάλη, μέχρι τη στιγμή που μέσα απ’ τον κομμουνισμό ο άνθρωπος γίνεται ο κύριος της μοίρας του. Και σε κάθε περίοδο της ανάπτυξης, το προλεταριάτο βρίσκει χαρακτηριστικά που σχετίζονται με την ίδια του τη φύση.
Στη βαρβαρική προϊστορία: τα αισθήματα της αδελφοσύνης και της ηθικής τής αλληλεγγύης του πρωτόγονου κομμουνισμού. Στη μικροαστική χειρωνακτική εργασία: η αγάπη της εργασίας που εκφράστηκε στην ομορφιά των κτιρίων και τα σκεύη καθημερινής χρήσης που οι απόγονοί τους θεωρούν ως ασύγκριτα αριστουργήματα. Στην κυρίαρχη αστική τάξη: η περίφανη αίσθηση της ελευθερίας που διακήρυξε τα δικαιώματα του ανθρώπου και εκφράστηκε στα μεγαλύτερα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Στον καπιταλισμό: η γνώση της φύσης, η ανεκτίμητη ανάπτυξη της φυσικής επιστήμης η οποία επέτρεψε στον άνθρωπο, μέσω της τεχνολογίας, να κυριαρχήσει τη φύση και τη μοίρα του.
Στο έργο όλων αυτών των περιόδων, αυτά τα επιβλητικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα ήταν περισσότερο ή λιγότερο στενά συνδεδεμένα με την ωμότητα, τη δεισιδαιμονία και τον εγωισμό. Είναι ακριβώς αυτές οι κακίες που πολεμάμε, οι οποίες αποτελούν εμπόδια για μας και που εμείς ως εκ τούτου μισούμε. Η αντίληψή μας για την ιστορία μάς διδάσκει ότι αυτές οι ατέλειες θα πρέπει να κατανοηθούν ως φυσικά στάδια της ανάπτυξης, ως η έκφραση του αγώνα για ζωή από ανθρώπους όχι πλήρως ανθρώπινους, σε μια πανίσχυρη φύση και σε μια κοινωνία που η κατανόησή της ξέφευγε.
Για την απελευθερωμένη ανθρωπότητα τα επιβλητικά πράγματα που δημιούργησαν παρ’ όλα αυτά θα παραμείνουν ένα σύμβολο της αδυναμίας τους, αλλά ταυτόχρονα και ένα μνημείο της αντοχής τους, και αξίζει να διατηρηθούν προσεκτικά. Σήμερα, είναι η αστική τάξη η οποία τα διαθέτει όλα αυτά, αλλά για εμάς είναι η ιδιοκτησία της συλλογικότητας που θα απελευθερώσουμε στα χέρια των μελλοντικών γενεών όσο το δυνατόν ακέραια.
1933
Μετάφρ. aixmi